Το θερμό επεισόδιο μεταξύ Ντούσαν και Μπλάνκο, εντελώς συμπτωματικά, έγινε λίγες ώρες ύστερα από μια συζήτηση με τον φίλο μου τον Αντώνη σχετικά με το τι σημαίνει «καλός επιθετικός», πώς αξιολογείται και πόσο κοστολογείται. Πρέπει να σας πω ότι ο Αντώνης είναι Αθηναίος ΠΑΟΚτσής, αν είχε τα μισά χρόνια από αυτά που έχει (αν ήταν δηλαδή 18) θα είχε την αφίσα του Ζλάταν Μουσλίμοβιτς πάνω απ' το κρεβάτι του και με κάποιον διεστραμμένο τρόπο υποστηρίζει ταυτόχρονα ΠΑΟΚ, Μπαρτσελόνα και Μάντσεστερ Σίτι.
Αυτό μπορεί να σημαίνει είτε πως ονειρεύεται να δει τον Βρύζα να τρώει τη θέση του Μπεκιριστάιν είτε να δει τον Ποικιλίδη να βαδίζει περήφανα στο «City of Manchester». Δεν καταλήξαμε, φυσικά, πουθενά, όπως δεν καταλήγουν σχεδόν ποτέ όλες οι καφενειακές συζητήσεις, αλλά έπιασα τον εαυτό μου να ανάβει μια λαμπάδα ίσαμε το μπόι του Ισμαέλ Μπλάνκο. Σε μια ποδοσφαιρική χώρα που αποθεώνει έναν επιθετικό για μια ποδιά, μένει άφωνη από ένα καλό κοντρόλ ή «κοστολογεί» τον παίκτη για 10, 15 ή 20 εκατομμύρια αν βάλει γκολ σε τρία συνεχή παιχνίδια, σε μια χώρα που το μέτρο έχει χαθεί προ πολλού, οι πραγματικά αποτελεσματικοί στράικερ, είδος εν ανεπαρκεία στις μέρες μας και τη Λίγκα μας, είναι οι πιο ριγμένοι επικοινωνιακά.
Βάλτε τα κάτω να δείτε: ο Ντιόγο είναι αναμφίβολα ένας σπουδαίος παίκτης. Δεν ξέρω αν θα γίνει ποτέ Ζιοβάνι, μπορεί ναι, μπορεί και όχι, ξέρω όμως ότι δεινό γκολτζή δεν τον λες. Και δεν αλλάζω γνώμη ούτε από τα δύο γκολ του με τον Αστέρα. Γκολτζής είναι αυτός που σκοράρει με συνέπεια και συχνότητα. Οσο κουρασμένος, λιωμένος, ντεφορμέ ή μόνος στην κορυφή κι αν είναι, τρεις μήνες χωρίς γκολ είναι πάρα πολλοί για να σε πουν γκολτζή.
Τα ίδια περίπου και για τον πραγματικά σπουδαίο Ζλάταν Μουσλίμοβιτς. Τεράστια παικτάρα, καμία αντίρρηση, έχει δύο πόδια που σκοτώνουν, χρησιμοποιεί το κεφάλι του, έχει ξεπέταγμα, δυσκολεύεται παίζοντας μόνος όταν δεν τον βοηθούν τα χαφ, όλα δεκτά. Αλλά κι αυτός έχει περάσει πολλές εβδομάδες ανομβρίας, που δεν πιστοποιούν ένα «φονιά» επιθετικό.
Στην Ελλάδα μάς αρέσει να λέμε και κάτι άλλο: για τον επιθετικό που «τρώει ξύλο», που «τα βάζει με δύο σέντερ μπακ», που «ανοίγει διαδρόμους». Ε, τα βαρέθηκα αυτά. Οποιος θέλει να ανοίγει διαδρόμους, χαλιά μπουχάρα και ταπετσαρίες, ας πάει στην Γκαλερί Μοιραράκη. Εγώ τον επιθετικό τον θέλω να βάζει γκολ.
Με τη φτέρνα, το καλάμι, τη σπάλα. Δεν με ενδιαφέρει αν κατοικοεδρεύει στη μεγάλη περιοχή, αν δεν έχει καλή ντρίμπλα, αν είναι μονοδιάστατος ή με περιορισμένο ρεπερτόριο κινήσεων. Βάζει την μπάλα στο πλεκτό; Μου φτάνει και μου περισσεύει. Μπορώ να έχω έναν επιθετικό και να ξέρω ότι θα μου δώσει 15 γκολ σίγουρα μέσα στη χρονιά; Είναι μια καλή μαγιά για να φέρει νίκες και μετά θα ψάξω τον παρτενέρ του, τα γκολ από τα χαφ κι αυτά των αμυντικών από στημένες φάσεις.
Ολα τα υπόλοιπα είναι άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε. Να διαφημίζουμε την πραμάτεια μας μπας και πάρουμε κάνα φράγκο από μελλοντική μεταγραφή, να χαίρονται οι οπαδοί μας, να πουλάμε φανέλες στην μπουτίκ. Κάπως έτσι έχουμε βγάλει τον Σέρχιο Κόκε επιθετικό κλάσης, ενώ πετυχαίνει 5,5 γκολ τη χρονιά -τα μισά από πέναλτι- και χρεώνουμε την κακή του συγκομιδή στην ανεπάρκεια του Ντελόρτε, την αναποτελεσματικότητα του Βλοντάρτσικ, την απουσία του Παπάζογλου. Κάπως έτσι θεοποιούμε την τεχνική και τις ομορφιές του Μάντζιου, κλείνοντας τα μάτια στον μέσο όρο γκολ που πετυχαίνει ανά χρονιά.
Αν κοστολογείς τον Μάντζιο 4 ή 5 εκατομμύρια επειδή φέτος έβαλε αρκετά γκολ στο Τσάμπιονς Λιγκ, ο μόνιμα ριγμένος και υποτιμημένος Σαλπιγγίδης, που κάθε χρόνο είναι ο πρώτος σκόρερ της ομάδας, γιατί να μην κοστίζει τα διπλά; Ή τα τριπλά; Επειδή δεν μπορεί να κάνει τον αντίπαλο χαζό; Και τι να το κάνω άμα βάζει τα γκολάκια του; Ο Ισμαέλ Μπλάνκο δεν θα αποκτήσει ποτέ την ταχύτητα του Μέσι, ούτε την τεχνική του Βίγια. Δεν θα κοστολογηθεί ποτέ με τα λεφτά του Μπερμπάτοφ, ούτε θα γίνει «σημαία» κάποιας ομάδας, όπως ο Ραούλ. Εχει, όμως, ένα χάρισμα που δεν αγοράζεται ούτε πωλείται.
Είναι πάντα εκεί που πρέπει, οπλισμένος κι ετοιμοπόλεμος. Δεν χρειάζεται να δώσει άλλες εξετάσεις, τις έχει περάσει με άριστα. Αν δεν τον θέλει ο Ντούσαν, αν δεν ανέχεται ένα πειθαρχικό πταίσμα ή εμφανίζει ξανά τα γνωστά προβλήματα που παραδοσιακά έχει με τις «βεντέτες» και τους Λάτιν, κακό θα κάνει όχι μόνο στον εαυτό του, αλλά και στην ομάδα που προπονεί. Εκτός αν οι αρμοδιότητές του είναι τόσο διευρυμένες πλέον, που μπορεί να εκποιήσει ένα τόσο σημαντικό περιουσιακό στοιχείο της ΑΕΚ.