Μερικές εκτιμήσεις τώρα για τη διοίκηση και τον κόσμο του Παναθηναϊκού. Αυτό που παλιά λέγανε ενσταντανέ. Η αποτίμηση της στιγμής που μοιάζει με αναμνηστική φωτογραφία, αλλά στο μέλλον μπορεί να γίνει σημαντική όταν διορθώνονται λάθη.

Το πιο θετικό στοιχείο της διοίκησης του Παναθηναϊκού είναι ότι δεν πέφτει εύκολα στην μπίχλα. «Αμάν, αμάν, τι πάθαμε. Πάει και αυτός ο χρόνος και κούπα δεν θα δει η προθήκη μας. Φέρτε μου το φτερό για τα ράφια να αυτοκτονήσω». Η διοίκηση του Παναθηναϊκού έχει το σπάνιο για την Ελλάδα προσόν να μην πέφτει σε υστερίες. «Ο Παναθηναϊκός μπορούσε να προκριθεί. Η Βιγιαρεάλ ήταν καλύτερη και προκρίθηκε δίκαια», είπε μετά το ματς ο Βέλιτς. Από τις σπάνιες δηλώσεις που ό,τι ομάδα και να είσαι συμφωνείς. Ναι. Ο Παναθηναϊκός μπορούσε να προκριθεί. Ναι.

Η Βιγιαρεάλ είναι καλύτερη ομάδα. Επίσης μετά τον αποκλεισμό κανείς δεν ασχολήθηκε με το παρελθόν. «... του χρόνου καλύτερα», είπε ο Νίκος Πατέρας. «Κοιτάζουμε το μέλλον», δήλωσε ο Αντωνίου. Στήριξη σε σημείο που έχεις την εντύπωση ότι πιο πιθανό ήταν οι παίκτες να πληρώσουν πρόστιμο για τον αποκλεισμό από τον Πανσερραϊκό αν προκρινόντουσαν παρά τώρα που χρειάζονται στήριξη του ηθικού τους. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, αλλά πολύ μικρό σε σχέση με το παρελθόν, στη διοίκηση του Παναθηναϊκού είναι η ενότητα. Κάπου το καταλαβαίνεις ότι μερικοί ταιριάζουν περισσότερο από ό,τι ταιριάζουν με άλλους.

Οτι Βγενόπουλος και Βαρδινογιάννης είναι σαρξ εκ σαρκός του ίδιου χώρου, ότι ο Πατέρας είναι λίγο πιο τζερτζελεδιάρης αλλά και πάλι ταιριάζει και ότι πάντα στις αποτυχίες του Παναθηναϊκού τα αυτιά των ρεπόρτερ τεντώνονται περισσότερο όταν μιλάνε οι Γιαννακοπουλαίοι. Οτι, αν είναι να έρθει το καρφί, θα είναι είτε από τον Παύλο είτε από τον Θανάση. Οσο για τις οικονομικές δυνατότητες του Παναθηναϊκού, κανένα πρόβλημα. Η ομάδα της διοίκησης μπορεί να μην είναι πιο πλούσια από τον Αμπράμοβιτς, αλλά δεν τρώει και τον προπονητή της για να κρατήσει έναν ακόμα χρόνο ένα δανεικό παίκτη. Ονόματα δεν λέμε, υπολήψεις δεν θίγουμε, αλλά σε 10 χιλιόμετρα απόσταση κάτι τέτοιο γίνεται.

Με τον Παναθηναϊκό να είναι ουσιαστικά εκτός κούρσας τίτλου πριν από τη λήξη του πρώτου μέρους του πρωταθλήματος, με την ομάδα να αποκλείεται σε διπλά ματς από τα δεύτερα του Πανσερραϊκού και έπειτα από μια καλή πορεία στην Ευρώπη, αλλά όχι και την καλύτερη, ο κόσμος θα είχε το δικαίωμα να ωρύεται. Αντε να έχει μουρμουρίσει. Ο λόγος είναι ότι η σημερινή διοίκηση προέκυψε μετά την περσινή πίεση του κόσμου στον Τζίγκερ. Οπότε αν ο κόσμος αποδοκίμαζε θα ήταν σαν να αποδοκίμαζε τις επιλογές του.

Το αποτέλεσμα είναι μια ανοχή που σπάνια εμφανίζεται σε μεγάλη ομάδα. Μια ανοχή όμως που μοιάζει και με πολιτισμό. Γιατί και το χειροκρότημα μετά το ματς με τη Βιγιαρεάλ έμοιαζε ειλικρινές και το ότι δεν έγιναν καφρίες εναντίον όσων αντιτάχθηκαν στην οικοδόμηση του γηπέδου είναι έκπληξη. Αν ο κόσμος συνεχίζει να πηγαίνει στο γήπεδο, αν η διοίκηση κρατήσει και του χρόνου τον Τεν Κάτε, αυτό που ο Φιλιππίδης ονόμαζε «μεσομακροπρόθεσμο» σχεδιασμό θα αποκτήσει ουσία.


Δεν ξέρω αν οφείλεται στην ηλικία ή σε τρόπο ζωής, αλλά νομίζω ότι με τον Χενκ Τεν Κάτε βλέπουμε τα ίδια πράγματα. Ακόμα και στις εκφράσεις συμφωνούμε. Πριν ακόμα γίνει η συνέντευξη Τύπου είχα στείλει το κείμενο που ανάμεσα στα άλλα ανέφερε ότι οι παίκτες του Παναθηναϊκού μπορούσαν να φύγουν «με ψηλά το κεφάλι» και ότι τη διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες έκανε «η ποιότητα». Οτι το ίδιο είπε ο Τεν Κάτε στη συνέντευξη Τύπου από την πλευρά μου προδιαθέτει για άθλια δημοσιογραφία. Γιατί πώς να κάνεις κριτική σε ένα άνθρωπο με τον οποίο συμφωνείς. Αντε λοιπόν να γράψω για ένα πράγμα που από θέση ο Τεν Κάτε είναι δύσκολο να ακουμπήσει. Μια αποτίμηση των παικτών του Παναθηναϊκού που έπαιξαν στο προχθεσινό ματς. Ξεκινώντας από την άμυνα.

Γκαλίνοβιτς. Με τον χρόνο σταμάτησε να κάνει τις γκέλες της πρώτης περιόδου του στον Παναθηναϊκό. Πιάνει σχεδόν τα πάντα που πιάνονται, πολύ λίγα από αυτά που κάνουν τις εμφανίσεις «αξέχαστες» και μόνο μειονέκτημά του είναι οι έξοδοι. Εχει την μπουνιά στην μπάλα εύκολη, μια τεχνική που είναι ασφαλής, αλλά δεν ηρεμεί την άμυνα.

Νίλσον. Πολύ γυμνασμένος, πολύ σοβαρός, πολύ «της ομάδας», αλλά με ελαττώματα. Πουλάει πάσες, σπάνια κάνει το overlapping και το μεγαλύτερο, δεν φοβίζει τον αντίπαλο. Ακόμα και αν ο αντίπαλος επιθετικός κοπεί από τον Νίλσον, δεν θα φοβηθεί να ξαναδοκιμάσει.

Σαριέγκι. Με τον χρόνο και αυτός βελτιωμένος. Ψηλά είναι πολύ καλός, χαμηλά λιγότερο, με μεγαλύτερο προτέρημα ότι θα βγει στην μπάλα σαν στόπερ και δεν θα πλακώσει τις πισωπεταλιές σαν τα λίμπερο. Το μεγαλύτερο ελάττωμά του είναι αντίστοιχο με του Γκαλίνοβιτς. Ακόμα και τα μάτια του μεταφέρουν τον πανικό στους συμπαίκτες του.

Βύντρα. Ο πιο προικισμένος αμυντικός του Παναθηναϊκού. Παίζει στο κέντρο, παίζει στα δύο πλάγια, βγαίνει στον αντίπαλο, έχει τσαμπουκά, καλύπτει με το σώμα την μπάλα και θα ήταν ένας από τους μεγαλύτερους αμυντικούς στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου αν… Αν δεν έκανε τις επάρατες «βυντριές». Η φάση του ακυρωμένου γκολ της Βιγιαρεάλ με τον Βύντρα να διαβάζει λάθος τα φάλτσα είναι χαρακτηριστική. Πάμε τώρα στα χαφ.

Ζιλμπέρτο Σίλβα. Τον βλέπεις και τον χαίρεσαι. Παικτικά αλλά και από συμπεριφορά. Κόβει, κλείνει διαδρόμους, ανοίγει την μπάλα στους πλαϊνούς όταν κάνουν κίνηση, κατεβαίνει να πάρει την πάσα και δεν μουρμουράει όταν δεν του τη δίνουν και παίζει μόνο για την ουσία. Το ελάττωμά του είναι ότι δεν έχει διάθεση για υπερβάσεις. Για έναν αρχηγό της «σελεσάο», ένα ματς εναντίον του Θρασύβουλου ή ακόμα και για τα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ δεν είναι λόγος για ψαλίδια.

Σιμάο. Τα καλά παιδιά του δασκάλου –στη συγκεκριμένη περίπτωση του προπονητή– προχωράνε στη ζωή, αλλά όχι και στο ποδόσφαιρο. Κάποια στιγμή ο Τεν Κάτε πρέπει να του πει ότι αν κάνει λάθος πάσα δεν είναι και έγκλημα. Για να μπορεί να παίρνει και κάποιο ρίσκο. Για την ώρα είναι ένας φοβερός κόφτης με πάσες υαλοκαθαριστήρα.

Γκάμπριελ. Στη Βραζιλία τα παιδιά βάζουν πόδια και όποιος χάνει παίζει μπακ. Μετά του βγαίνει το όνομα ότι είναι μπακ, αλλά αυτός θέλει πάντα να παίζει στην επίθεση. Η ιστορία του Γκάμπριελ μοιάζει με του Λεονάρντο του Ολυμπιακού, του Ράμος που έπαιζε στην ΑΕΚ και μερικών χιλιάδων Βραζιλιάνων που είναι οι ερμαφρόδιτοι του ποδοσφαίρου. Γρήγοροι και καλοί χειριστές της μπάλας, αλλά όχι αρκετά για να παίζουν στην επίθεση και ικανοποιητικοί κόφτες, αλλά όχι αρκετά για να γίνουν αμυντικοί.

Καραγκούνης. Τον κατηγορούν ότι παίζει παλιομοδίτικο ποδόσφαιρο με το να τρέχει συνεχώς την μπάλα. Η Εθνική όμως πήρε το Euro παίζοντας καρακατενάτσιο που αν το έβλεπε θα τρόμαζε και ο Χελένιο Χερέρα. Το περίεργο, παλιομοδίτικο στυλ Δομάζου ποδόσφαιρο που παίζει έχει το πλεονέκτημα ότι μπλέκει τους καινούργιους ποδοσφαιριστές που δεν είναι συνηθισμένοι σε τέτοιους αντιπάλους. Και εκτός των άλλων η «τυπάρα» είναι ο μόνος παίκτης του Παναθηναϊκού με αίσθηση της ιστορίας.

Σαλπιγγίδης. Το ίδιο με τον Σιμάο. Από τη διάθεση να ακούσει τον προπονητή του έχει βλάψει τον εαυτό του. Γιατί με το να τρέχει στα πλάγια, να πρεσάρει τα στόπερ και να γυρίζει ακόμα και πίσω για να δώσει βοήθειες δεν είναι αρκετά ξεκούραστος και με καθαρό κεφάλι για να τελειώσει φάσεις.

Μάντζιος. Παίκτουρας. Φτάνει η ομάδα να παίζει παιχνίδι που του ταιριάζει. Το οποίο είναι να στέκεται έξω ή κοντά στην περιοχή, να παίρνει την μπάλα στα πόδια και να την καλύπτει περιμένοντας συμπαίκτη ή τελειώνοντας με σουτ. Αχρηστος. Αν η ομάδα παίζει κίνηση και αναπτύσσεται σε «βεντάλια». Είναι και ο λόγος που η Γερμανία, αντίθετα με τον λιγότερο ταλαντούχο Γκέκα, ήταν κακή επιλογή στην καριέρα του.

Βαβρζίνιακ. Μπορείς να τον σκεφτείς ύστερα από 20 χρόνια. Να είναι ένας αξιοπρεπής οικογενειάρχης στο Γκντανσκ ή όπου αλλού έχει γεννηθεί, να κληρώνεται ο Παναθηναϊκός με πολωνικές ομάδες και οι ρεπόρτερ να τον παίρνουν για γνώμη. Και την άλλη μέρα όσοι 20άρηδες οπαδοί του Παναθηναϊκού τη διαβάζουν να ρωτάνε «Πότε έπαιζε αυτός;». Από αυτούς τους αξιοπρεπείς παίκτες που συνεχίζουν να βγάζουν οι ομάδες της Ανατολικής Ευρώπης, που ποτέ δεν θα κάνουν το μεγάλο λάθος, αλλά και ποτέ δεν θα γίνουν highlight. Ο Παναθηναϊκός μπορεί να είναι ήσυχος που τον έχει, αλλά πρέπει να είναι και η οροφή των δυνατοτήτων του συμπαθούς Πολωνού.

Οσο για τους αναπληρωματικούς που έπαιξαν, ο Χριστοδουλόπουλος είναι από τους σπάνιους Ελληνες παίκτες με καλή τεχνική και ανοικτό διασκελισμό, αλλά επίσης από εκείνους που αντιμετωπίζουν το ποδόσφαιρο σαν τη σκοποβολή. Δηλαδή σαν ατομικό άθλημα. Ο Ρουκάβινα είναι γρήγορος, επίσης τεχνίτης, αλλά και αυτός μοιάζει να έχει τα κουσούρια του Χριστοδουλόπουλου. Με το πρόσθετο μειονέκτημα ότι όντας ξένος το αποτέλεσμα τον ενδιαφέρει λιγότερο.


Οσο για τον Τεν Κάτε, το επαναλαμβάνω ότι είναι από τους πιο ψαρωτικούς tacticians στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Μπορώ -όπως πιθανότατα και αυτός– μετά το ματς να βρω λάθη του, αλλά σηκώνω τα χέρια ότι πριν από το ματς θα μπορούσα να σκεφτώ καλύτερα την τακτική. Το αν έπρεπε να βγάλει τον Σίλβα ή τον Σιμάο για να βάλει στη θέση τους τον Μάτος είναι συζητήσιμο. Το αν αυτό θα άλλαζε την κατάσταση, δυστυχώς για τον Παναθηναϊκό, όχι...

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube