Τώρα που ο πολυμετοχικός αποκλείστηκε από τη Βιγιαρεάλ και ουσιαστικά από Μάρτη μύρισε γι' αυτόν καλοκαίρι, μια και μόνο η διεκδίκηση της δεύτερης θέσης στο πρωτάθλημα του απέμεινε ως στόχος, λέω να δώσω ρεπό στα αγόρια μου, μέχρι να συνέλθουν από το σοκ. Σήμερα θα σου παρουσιάσω τα συμπεράσματα που έχω βγάλει εγώ για την ομάδα και τον Τεν Κάτε από την αρχή της χρονιάς μέχρι σήμερα, γιατί, αν δεν τα γράψω, θα σκάσω, λατρεμένε. Διαβάζω και ακούω δεξιά κι αριστερά ότι ο πολυμετοχικός είναι μία αλλοπρόσαλλη ομάδα, πως ο Ολλανδός με τις επιλογές του δείχνει να μην έχει ένα συγκεκριμένο σχέδιο, αλλά συγκεκριμένες εμμονές –οι οποίες κοντεύουν να τρελάνουν τη μισή Ελλάδα– και αγχώνομαι...
Να με συμπαθάς, dear, αλλά εγώ νομίζω ότι ο πολυμετοχικός είναι μια ομάδα «ανοιχτό βιβλίο», η οποία σπάνια εκπλήσσει (θετικά ή αρνητικά) κάποιον που έχει επίγνωση των δυνατοτήτων και των αδυναμιών της. Ο Τεν Κάτε είναι ένας προπονητής που έχει αντιληφθεί την αλήθεια της ρήσης για τα μεταξωτά βρακιά. Οταν ο Ολλανδός ήρθε στα μέρη μας, μέχρι και η θεία Λουκρητία κατάλαβε ότι στο μυαλό του είχε να δημιουργήσει μια ομάδα που θα μάθει να επιτίθεται. Γι' αυτό στα πρώτα παιχνίδια τον είδαμε να προσπαθεί να χωρέσει στο 4-2-3-1 στην τριάδα πίσω από τον (ο Θεός του Βερνίκου να τον κάνει) σέντερ φορ Σόουζα τον Ιβανσιτς αριστερά, τον Νίνη στη μέση και τον Κλέιτον δεξιά. Αν οι αντίπαλοι του «τριφυλλιού» σε Ελλάδα και Ευρώπη ήταν η Σελιάνα και το Περθώρι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα τα κατάφερνε...
Μπορεί και να το πάλευε, επίσης, αν είχε μία αξιόπιστη αμυντική γραμμή. Αν κάποιος θεωρεί ότι ο Νίλσον, ο Γιόσου, ο Βύντρα και ο Σπυρόπουλος μπορούν να προσφέρουν την ασφάλεια στα μετόπισθεν που χρειάζεται μια ομάδα ώστε να χωρέσουν στην 11άδα δυο-τρεις φινετσάτοι αλλά πιο «τρυφεροί» και από την καρδιά ενός μαρουλιού παίκτες, μάλλον πρέπει να διαβάζει πολύ τον Κώστα μου. Ο Τεν Κάτε, που δεν το κάνει, σύντομα κατάλαβε ότι με την άμυνα που έχει ή ο Θεός έπρεπε να βάλει το χέρι του ή δυο-τρεις τρεχαλατζήδες τα πόδια τους για να την καλύπτουν. Κάπως έτσι προέκυψε και τρίτο αμυντικό χαφ (Τζιόλης) πλάι στον Σιμάο (παρεμπιπτόντως δεν θα αργήσει η ώρα που θα τον δεις όπως στο σκίτσο) και τον αόρατο Σίλβα ή τρίτο στόπερ (Γκούμας), ανάλογα με τις ανάγκες των παιχνιδιών. Η επιλογή «στα δύσκολα μέσα όσοι τρέχουν και μαρκάρουν και έξω τα παιδιά των Hondos Center» ήταν μονόδρομος. Ανάγκα και Ολλανδοί πείθονται...
Και φτάνουμε, κεχαριτωμένε, στην ερώτηση του ενός εκατομμυρίου δολαρίων, την οποία πενήντα μάστοροι και εξήντα δημοσιογράφοι προσπαθούν ακόμα και σήμερα να απαντήσουν: «Πώς γίνεται ο πολυμετοχικός να νικάει την Ιντερ στο Μιλάνο και να χάνει από τον Εργοτέλη στο ΟΑΚΑ;». Στο Μιλάνο η ομάδα έπαιξε με πέντε πίσω (Νίλσον, Βύντρα, Γκούμας, Σαριέγκι, Σπυρόπουλος), τέσσερις στο κέντρο (Σίλβα, Σιμάο και ένα κλικ πιο μπροστά τούς Καραγκούνη, Γκάμπριελ) και τον Μάντζιο στην κορυφή της επίθεσης. Η λογική ήταν: περιμένουμε, κλείνουμε χώρους και όταν μπορούμε -χωρίς τρέλες- βγαίνουμε μπροστά.
Πάρε τώρα τους ίδιους έντεκα και βάλ' τους να παίξουν με τον Εργοτέλη, τον Θρασύβουλο και την αρμάδα του φίλου μου του Κομπότη. Ποιο πρέπει να είναι το κύριο μέλημά τους σε τέτοιου είδους παιχνίδια; Η επίθεση και όχι η άμυνα. Πόσοι από αυτούς, λατρεμένε, μπορούν να κάνουν ντρίμπλα ή διείσδυση, οι οποίες χρειάζονται όταν θες να διασπάσεις μια κλειστή άμυνα; Αν έχεις σκεφτεί πάνω από δύο, θα πας στον παράδεισο. Είσαι καλό αγόρι, με τρόπους, που δεν θέλει να πικραίνει τους συνανθρώπους του. Εμένα και τον γλυκό Λάμπρο Γκαραγκάνη αν πάρεις, φίλε αναγνώστη, και μας ζητήσεις να παίξουμε άμυνα, κουτσά στραβά θα τα καταφέρουμε. Το βραδινό σούσι αν κόψουμε και βελτιώσουμε λίγο τη φυσική μας κατάσταση, το επίπεδο του Μπίσκαν θα το φτάσουμε. Για να αμυνθείς αρκούν η θέληση, η παλικαριά και η φουστανέλα. Για να επιτεθείς, πάλι, όχι...
Θα μου πεις, όμως: «Ας έχει τότε ο Τεν Κάτε την ευελιξία να αλλάζει παίκτες και συστήματα ανάλογα με τις ανάγκες των παιχνιδιών».
Μόλις απάντησες, sugar, στο ερώτημα «γιατί ο Τεν Κάτε δεν καταλήγει σ' ένα σύστημα και ένα βασικό σχήμα;». Ο Ολλανδός δεν επέλεξε παίκτες το καλοκαίρι. Επειδή λοιπόν δεν έχει αυτούς που αγαπά, αναγκάζεται να αγαπήσει αυτούς που έχει (τις επιλογές του Αντωνίου, δηλαδή) και να λειτουργήσει περισσότερο ως κόουτς παρά ως προπονητής. Διότι αν θες να δεις αυτοματισμούς και άλλες τέτοιες ομορφιές, καταλαβαίνεις ότι θα πρέπει ο προπονητής να έχει τους παίκτες εκείνους που θα του επιτρέπουν να παίζει, είτε εντός είτε εκτός έδρας, με το ίδιο σύστημα. Εσύ τι λες; Τους έχει;
Για το rotation που κάνει ο Τεν Κάτε μη με ρωτάς, πολυαγαπημένε. Δεν ξέρω αν είναι υπερβολικό ή όχι. Περιμένω πρώτα να μαζευτούμε σε μια ταβέρνα με τα αγόρια μου και να αποφασίσουμε. Τι ακριβώς είναι το rotation, πώς μας αρέσει και τι θέλουμε τέλος πάντων. Διότι διαβάζω ότι ο Τεν Κάτε, ο οποίος το κάνει, είναι υπερβολικός, ενώ ο Βαλβέρδε, ο οποίος δεν το κάνει (μπορεί αλήθεια μ' αυτό το ρόστερ;), έχει κάψει την ομάδα του. Εχω μπερδευτεί. Ας ζητήσουμε στην τελική από τον Πεσέιρο, που είναι μετρ του είδους, να μας δώσει τα φώτα του και μετά βλέπουμε...
Οχι, dear. Δεν είναι ο mister perfect ο Ολλανδός. Και λάθη έχει κάνει και κουταμάρες και ξεροκέφαλος είναι και τον Μάτος και τον Ιβανσιτς, που είναι γοητευτικά αγόρια, δεν πολυσυμπαθεί και και και... Αλλά δεν πιστεύω ότι αυτός είναι το πρόβλημα του πολυμετοχικού, ούτε είναι τόσο περίεργες και μυστήριες οι επιλογές του. Το περίεργο είναι να γίνεται συζήτηση για τον προπονητή την ώρα που οι πολυμετοχίτες –άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο– προσπαθούν να βγάλουν την ουρά τους απέξω για να μη χρεωθούν τη φετινή αποτυχία. Λες και το μαράζι όλων ήταν να γίνουν μέτοχοι για να βγάζουν αναμνηστικές φωτογραφίες δίπλα στον «κακό τον Τζίγκερ». Για τη δική τους συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων, βέβαια, ούτε λόγος. Το μαγαζί φαίνεται ότι πάει με αυτόματο πιλότο...
Τσιγκολε-Λέτο
Οπως βλέπεις στη φωτογραφία, λατρεμένε αναγνώστη, ύστερα από απαίτηση του προέδρου ο Βαλβέρδε και ο Λέτο κάνουν ό,τι μπορούν για να ξεχάσουν τα παλιά και να δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία στη σχέση τους. Κάνε ησυχία και άκου στο βάθος ένα γνώριμο σκοπό, dear: «Σε μια ώρα θα 'χουν όλα τελειώσει, πόσο γρήγορα περνάει ο καιρός...». Δεν λέω τη συνέχεια για να μην το γρουσουζέψω, Ερνέστο μου...