«Στάθηκε απέναντί της ως ίσος προς ίσο». Aκουσα το –σύνηθες σε αυτές τις περιπτώσεις– κλισέ σε χθεσινό τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων. Ως εισαγωγή της αναφοράς του παρουσιαστή στον αγώνα Παναθηναϊκός - Βιγιαρεάλ. Θυμήθηκα με πόση αισιοδοξία είχε γίνει δεκτή εδώ στην Ελλάδα η είδηση ότι οι «πράσινοι» κληρώθηκαν με τη Βιγιαρεάλ. Την πιο επιθυμητή αντίπαλο, μετά την πορτογαλική Σπόρτινγκ. Εκ των υστέρων, όμως...
Εκ των υστέρων το ρίχνουμε σε αυτά τα «ως ίσος προς ίσο», λες και ο Παναθηναϊκός αναμετρήθηκε με την Μπάγερν ή τη Ρεάλ. Εν τέλει, όμως, τι νομίζετε; Ευσταθεί αυτό το «ίσος προς ίσο»; Δεν θα το έλεγα. Ο Παναθηναϊκός ήταν μαχητικός κι έκανε ό,τι μπορούσε στη συγκεκριμένη βραδιά, αλλά αυτό το «ό,τι» δεν σκιαγράφησε καμία εικόνα ισότητας. Ούτε καν φαινομενικής. Η Βιγιαρεάλ έδειξε αυτό που είναι: ομάδα πολύ πιο ποιοτική. Αυτή «έκανε παιχνίδι» στο γήπεδο, αυτή κέρδισε -απολύτως φυσιολογικά- την πρόκριση.
Μέχρι το 49' ο Παναθηναϊκός είχε ως βασικό -αν όχι μοναδικό- μέλημα τη διαφύλαξη του χρυσού μηδέν στα μετόπισθεν. Αν θέλετε το λέτε «ατολμία», αλλά για τους επιεικείς –ή απλώς ρεαλιστές– υπάρχει και άλλη επιλογή: η λέξη «αυτογνωσία». Οι επιεικείς –ή ρεαλιστές– μπορούν να επικαλούνται τη φάση της επίτευξης του δεύτερου γκολ των Ισπανών. Λίγο «ξεμύτισε» ο Παναθηναϊκός, ένα, δυο λαθάκια έγιναν, να 'σου η άψογη εκμετάλλευση του κενού χώρου εκ μέρους των Ισπανών, ιδού το 1-2.
Μπορεί η Βιγιαρεάλ να μη διαθέτει μέταλλο μεγάλης ευρωπαϊκής ομάδας κι αυτό το έλλειμμά της να φάνηκε στο ολιγόλεπτο «πελάγωμά της», όταν ο ΠΑΟ πίεσε για να ισοφαρίσει. Διαθέτει όμως πλεόνασμα ποιότητας κι αυτό πιστοποιήθηκε στα 84-85 από τα 90 λεπτά του αγώνα. Σε τελική ανάλυση, όσο κι αν η Βιγιαρεάλ στερείται «βαριάς φανέλας», δεν βαραίνει δα το κεφάλι σου από την προσπάθεια να θυμηθείς πότε ήταν που έχασε «στο τσακ» την πρόκριση σε τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ. Πριν από λίγα χρονάκια ήταν.
Τι χρειαζόταν ο Παναθηναϊκός για να προκριθεί; Πολλά. Καλύτερο Σίλβα, λιγότερο κακό Νίλσον, αποτελεσματικό Γκάμπριελ στην επανάληψη, ίσως κάποιο... επικό σουτ του Καραγκούνη, ίσως περισσότερες στημένες φάσεις. Πάνω απ’ όλα όμως χρειαζόταν αντίπαλο κατώτερο της Βιγιαρεάλ. Εστω, μια ντεφορμαρισμένη –για τα καλά- Βιγιαρεάλ. Ε, δεν την είχε. Ο συγκεκριμένος Παναθηναϊκός, η ασταθής φετινή ομάδα, ως εδώ μπορούσε να φθάσει, ως εδώ έφθασε. Και μπράβο του, εάν αναλογιστούμε ότι τα τελευταία χρόνια μαστιζόταν από ένδεια ευρωπαϊκών επιτυχιών.
Απορίες του είδους «μα καλά, γιατί να μη φθάσει ψηλότερα μια ομάδα που νικά 3-0 στη Βρέμη και 1-0 στο Μιλάνο» συγχέουν τρεις διαφορετικές παραμέτρους: άλλο πράγμα είναι το τι μπορούν να πετύχουν οι ελληνικές ομάδες στο ζενίθ τους, άλλο το μέσο ευρωπαϊκό μπόι τους (σε βάθος χρόνου ή σε μια συγκεκριμένη σεζόν) κι άλλο το ναδίρ τους. Το γεγονός ότι ο Παναθηναϊκός κέρδισε την πρώτη θέση στον όμιλό του δεν εξάλειψε τις αδυναμίες οι οποίες απορρέουν από την ιδιότητα της ομάδας που ακόμα «ψάχνεται» -κάτι που φαίνεται ολοκάθαρα στις εγχώριες διοργανώσεις.
Ούτε βελτίωσε (η πρωτιά στον όμιλο) την ποιότητα των παικτών του «τριφυλλιού». Ούτε ανέβασε το «ελάχιστο εγγυημένο» ύψος του ευρωπαϊκού πήχη, αυτό που υπερβαίνουν στα σίγουρα οι «πράσινοι». Ακόμα κι αν υπάρχει τέτοιο «ελάχιστο εγγυημένο» ύψος, η Βιγιαρεάλ προεξέχει και μάλιστα πολύ. Η πρόκριση σε βάρος της ήταν στόχος υπό προϋποθέσεις εφικτός. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν ήταν «εγγυημένη» η επίτευξή του.
Η απάντηση στο ερώτημα «γιατί να μην προκριθούν σε βάρος της Βιγιαρεάλ οι θριαμβευτές της Βρέμης και του Μιλάνου» επιδέχεται και έμμεσες απαντήσεις υπό τη μορφή υπενθυμίσεων. «Γιατί», ρωτήσατε; Για τον λόγο για τον οποίο ο ΠΑΟ, προτού θριαμβεύσει επί της Βέρντερ και της Ιντερ, ηττήθηκε 3-1 στην Κύπρο δίχως να κάνει ευκαιρία. Για τον λόγο για τον οποίο και ο Ολυμπιακός μπορεί να νικά 5-1 την Μπενφίκα και 4-0 τη Χέρτα, αλλά –στην περίοδο της αγωνιστικής κάμψης του– να γίνεται παιχνιδάκι στα χέρια της Σεντ Ετιέν. Για τον λόγο για τον οποίο ο (παλιότερος) Παναθηναϊκός προκρινόταν στους «16» θριαμβεύοντας επί της Γιουβέντους με 3-1 και λίγο αργότερα γευόταν δύο ήττες από τη Στουρμ Γκρατς.
Διότι, εν ολίγοις, στις ευρωπαϊκές αναμετρήσεις η ψαλίδα που χωρίζει το «κοίτα τι μπορώ να κάνω» από το «κοίτα τι μπορώ να πάθω» έχει πολύ μεγάλο άνοιγμα. Διότι στις ευρωπαϊκές εξετάσεις των ομάδων μας πολλά είναι θέμα timing και καλής ή όχι περιόδου –ημών και των αντιπάλων. Διότι όσες αγωνιστικές αδυναμίες σου καταχωνιάστηκαν σε μια ξεχωριστή βραδιά, μπορεί να βγουν στο προσκήνιο σε άλλες. Διότι –κάτι ειδικότερο– η ελλιπής «ακτινογράφηση» του αντιπάλου και η επιπόλαιη διάγνωση των ικανοτήτων του μπορεί να κοστίσουν πολύ: θυμηθείτε απλώς τι έπαθαν Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός με την Ανόρθωση. Οι «πράσινοι» είχαν τις ευκαιρίες να επανορθώσουν, οι «κόκκινοι» όχι.
Αντιλαμβάνομαι ότι οι οπαδοί του ΠΑΟ θα ήθελαν κάτι παραπάνω στην Ευρώπη ως αντίβαρο στις εγχώριες αποτυχίες αλλά και στις περσινές επιτυχίες του Ολυμπιακού στο Τσάμπιονς Λιγκ. Θα ήταν, πράγματι, μέγα βάλσαμο η δυνατότητα να λένε στους «γαύρους»: «Τόσα χρόνια είχατε να ζήσετε χαρές στο Τσάμπιονς Λιγκ, το καταφέρατε πέρυσι φθάνοντας στους "16", φέτος όμως την πατήσατε και η Πανάθα για πλάκα πήγε στους "8"». Το -εκ παραδόσεως προνομιακό, για τους «βάζελους»- ευρωπαϊκό πεδίο θα προσέφερε τον απαιτούμενο αέρα για βαθύτερη ανάσα.
Μήπως όμως είναι αμελητέα η ανάσα –και δεν εννοώ από οικονομικής πλευράς- που ήδη παίρνει ο Παναθηναϊκός με τη φετινή διαδρομή του στο Τσάμπιονς Λιγκ; Καθόλου...
Πέρα από τις επικοινωνιακές διελκυστίνδες και τα παιχνιδάκια... ετεροκαθορισμού, πέρα από τα διάφορα «εμάς, ρε, μας απέκλεισε πέρυσι κοτζάμ Τσέλσι» και τα «ναι, ρε, αλλά φέτος στο ΟΥΕΦΑ σάς τσάκισε η Σεντ Ετιέν κι όχι η φιναλίστ του θεσμού, Ρέιντζερς», υπάρχει μια αυθύπαρκτη επιτυχία: φέτος ο Παναθηναϊκός ανέκτησε μια ευρωπαϊκή ταυτότητα που είχε χάσει τα τελευταία χρόνια. Χρόνια με ελάχιστα πλατιά χαμόγελα, με βαριές ήττες σε Μάντσεστερ, Βαρκελώνη, Βρέμη, Ούντινε και Παρίσι (το 4-0 από την Παρί Σεν Ζερμέν).
Χρόνια κατά τα οποία κάθε άλλο παρά ανανεώθηκαν τα «διαπιστευτήρια» του ΠΑΟ ως «ομάδας-πρέσβη». Κι ως γνωστόν, στον τομέα των ευρωπαϊκών εντυπώσεων ό,τι δεν ανανεώνεται ξεφτίζει. Θα ήταν λάθος, λοιπόν, αυτή η επιτυχία της ομάδας να καταπλακωθεί από τη δυσφορία για τα εγχώρια. Αλλο αν, προσωπικά, δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι το λάθος αυτό θα αποφευχθεί στον τελικό απολογισμό των φίλων της ομάδας...