Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να παιχτεί κάθε παιχνίδι. Πονηρά, στα ίσια, δυνατά, τακτικά, στον τσαμπουκά ή όπως αλλιώς μπορείτε να φανταστείτε. Υπάρχει όμως και ένας άλλος τρόπος. Να το χτυπήσεις στα ίσια και άμα δεις ότι το χάνεις, να δεις τι μπορείς να κάνεις για να μην το χαρεί ο αντίπαλος τουλάχιστον. Αν ψάχνετε παιχνίδι της τελευταίας κατηγορίας, δεν έχετε παρά να ξαναδείτε το ματς του Ολυμπιακού με τον ΠΑΟΚ.

Αφού είχε μια μέρα λιγότερη ξεκούραση, ο Ολυμπιακός ήταν κατώτερος του ΠΑΟΚ στο πρώτο ημίχρονο. Ο Μουσλίμοβιτς έπαιρνε στον τσαμπουκά τις ατομικές μονομαχίες με τον Παπαδόπουλο, χάνοντας τη φάση μόνο όταν ο στόπερ του Ολυμπιακού έπαιρνε βοήθειες, στα πλάγια ο Σνάουτσερ και ο Αραμπατζής είχαν λιγότερα προβλήματα από όσα αναμένονταν και στο κέντρο της περιοχής ο Ντιόγο είχε κέφια, αλλά ο Χαλκιάς καθάριζε τις ψηλές, μακρινές σέντρες, ενώ ο Μπελούτσι πάλευε, αλλά δεν μπορούσε να σταυρώσει μπαλιά. Στο κέντρο και τον άξονα Πατσατζόγλου και Ντουντού έμοιαζαν να κουβαλάνε τον σταυρό του μαρτυρίου μετά τα συνεχή ματς. Τα πάντα άλλαξαν στο πρώτο λεπτό του δεύτερου ημιχρόνου.

Οταν ο ΠΑΟΚ βρέθηκε πίσω στο σκορ φάνηκε ότι δεν είχε να προσφέρει άλλη τακτική από αυτή του πρώτου ημιχρόνου. Η αποβολή του Κοντρέρας είναι αποτέλεσμα του ανοίγματος του ΠΑΟΚ στην επίθεση, όταν στον χώρο που μένει στο πλάι ο Κοντρέρας κάνει το φράγμα και παίρνει τη δεύτερη κίτρινη.

Τώρα θέλετε τη δεύτερη κίτρινη να ήταν δίκαιη, τη θέλετε άδικη, είναι περισσότερο θέμα συλλογικής συμπάθειας από εκτίμηση της φάσης. Ο Κοντρέρας κάνει το φάουλ εσκεμμένα, σηκώνει κάρτα, αλλά όχι τόσο εξόφθαλμα που να την επιβάλλει. Εκεί όμως, και όταν ο ΠΑΟΚ μένει με 10 παίκτες, το παιχνίδι πηγαίνει στη λογική που ανέφερα στην αρχή. «Ακόμα και αν το χάσουμε, τουλάχιστον να μην το ευχαριστηθούν οι αντίπαλοι».

Τη δεύτερη κίτρινη κάρτα ο Ιβιτς όχι την επιζητεί, αλλά αν δεν τη δώσει ο Κουκουλάκης μοιάζει να είναι έτοιμος να τη δείξει στον εαυτό του. Γιατί με τη δεύτερη κίτρινη κάρτα και την αποβολή για τον ΠΑΟΚ το ματς γίνεται no lose situation. Αν το χάσει, η εξήγηση είναι πια έτοιμη: «παίζαμε με εννέα».

Και αν στη μία στις τόσες κερδίσει, θα είναι το κατόρθωμα της δεκαετίας. Ταυτόχρονα, για τον Ολυμπιακό το ματς έχει γίνει no win. Αν το κερδίσουν οι παίκτες, όλοι θα λένε ότι το πήραν με τη διαιτησία, αν το χάσουν, θα είναι ξεφτίλες στην αιωνιότητα.

Το μόνο συμπέρασμα που μπορεί να βγει από το ματς είναι ότι η φράση του Νίκου Αναστόπουλου στον Γεωργιάδη στο ημίχρονο του αξέχαστου 4-0 από τον ΠΑΟΚ ζει και βασιλεύει. Ο Ολυμπιακός έχανε 1-0 και ο Αναστόπουλος είχε πει: «Κόουτς, να κάτσουμε πίσω, να το χάσουμε 1-0 και να τα ρίξουμε στη διαιτησία;». Οπως απέδειξε χθες ο ΠΑΟΚ, στην Ελλάδα, αντίθετα με τις υπόλοιπες αρχές μας, σε κάτι τέτοια κόλπα είμαστε σταθεροί.


Αν ξεπεράσουμε την προπαγάνδα για πρέσβεις που μας τιμούν στην Ευρώπη και πρωταθλητές που πρέπει να τους πάρουν τα διαβατήρια. Αν δεν έχουμε καμία διάθεση να κολλήσουμε στη μεγάλη ευκαιρία που έχουν οι Ολυμπιακοί να φωνάζουν: «Να ποιοι είναι αυτοί που διαμαρτύρονται για τη διαιτησία. Αυτοί που αποκλείονται από τον Πανσερραϊκό στο ΟΑΚΑ». Αν θέλουμε να εξετάσουμε αποστασιοποιημένα τα γεγονότα, το τι συμβαίνει με τον Παναθηναϊκό είναι σαφές.

Το γιατί ο Παναθηναϊκός μπορεί να κερδίσει ή να χάσει από οποιονδήποτε, επειδή, αντίθετα με τον Ολυμπιακό, δεν μπορεί να επιβάλει το παιχνίδι στην έδρα του, δεν χρειάζεται μεγάλο προβληματισμό. Ποιοι είναι οι αναντικατάστατοι παίκτες του Παναθηναϊκού; Ο Σιμάο και ο Ζιλμπέρτο Σίλβα. Αμφότεροι αμυντικά χαφ, που σχεδόν δεν σκοράρουν. Επειτα από αυτούς; Ο Καραγκούνης.

Απειλή από μακριά, αλλά όταν ο Παναθηναϊκός αντιμετωπίζει μία ομάδα που ταμπουρώνεται, το μακρινό σουτ επάνω σε κάποιον θα χτυπήσει. Οσο για τις διεισδύσεις του «Κάρα», αρχίζουν και σπανίζουν μετά τα 30. Ποιος άλλος έχει τη δυνατότητα του σολίστα; Του μπουκαδόρου που θα αλλάξει τη ροή ενός ματς; Ο Κλέιτον σίγουρα, αλλά για να πάρεις τέτοιον ρόλο πρέπει να έχεις την εμπιστοσύνη του βασικού. Ο Μάντζιος μπορεί, αλλά φτάνει να ξεκινάει κοντά στην περιοχή.

Ο Ρουκάβινα πιθανότατα. Με την αντίρρηση, όμως, ότι ούτε την ηλικία ούτε το ειδικό βάρος έχει για να πάρει ένα ματς όταν οι καταστάσεις έχουν στραβώσει. Ο Παναθηναϊκός του Τεν Κάτε είναι η ομάδα που μπορεί να στηθεί άψογα τακτικά στην άμυνα, να περιμένει να βγάλει την αντεπίθεση με τον Σαλπιγγίδη, τον Γκάμπριελ, τον Μουν ή τον Ρουκάβινα, αλλά αν χρειαστεί να ανοιχτεί, αν χρειαστεί να δει το ματς σαν διασκέδαση, κινδυνεύει να ζήσει αυτό που έζησε με τον Πανσερραϊκό. Να ψάχνονται οι οπαδοί του για να καταλάβουν τι συμβαίνει και τελικά να σκέφτονται: «Μήπως κάναμε καλά που τόσα χρόνια βρίζαμε τον Βύντρα;».

Γιατί αν κάποιος είναι κακοπροαίρετος μετά την ντρίμπλα του Μπαϊκαρά πάνω στον Βύντρα και το πέναλτι, άνετα μπορεί να πει: «Τι λένε τώρα αυτοί που τόσο καιρό ωρύονταν τι θα πουν αυτοί που είχαν αμφισβητήσει τον Βύντρα;». Και μετά οι άλλοι να περιμένουν το επόμενο ματς που ο Βύντρα θα είναι άριστος για να πουν: «Τι λένε τώρα αυτοί που μετά το ματς με τον Πανσερραϊκό κατηγορούσαν τον Λουκά;». Ο φιλοβυντρισμός και ο αντιβυντρισμός είναι μία εντελώς παναθηναϊκή ασθένεια.

Πρέπει να υπάρχουν άνθρωποι που ζουν είτε για να βλέπουν τον Βύντρα να διακρίνεται για να την πουν στους άλλους είτε για να τον δουν να υστερεί και να ψάχνουν στο παρελθόν μεγάλες στιγμές του Βύντρα για να τον δικαιώσουν. Οσο για εμένα, με το φτωχό μου το μυαλό το μόνο που έχω να πω είναι ότι ο Βύντρα είναι αυτό που καθένας μπορεί να δει. Ενας πολύ καλός αμυντικός, που σε κάποια στιγμή αν σκάσει τη βυντριά, αυτή θα θυμούνται όλοι.

Καλά να είμαστε, δηλαδή, όλοι και να υπάρχουμε στις εφημερίδες «για να τα λέτε και να τα γράφετε», που θα έλεγε και ένας από τους μεγαλύτερους μελετητές του ελληνικού αθλητικού Τύπου, ο Νίκος Αναστόπουλος. Ο allenatore Nicolo πρέπει να έχει διαβάσει περισσότερες αθλητικές εφημερίδες και από τζόρα αρχισυντάκτη που ξεκοκαλίζει τα ημερήσια έντυπα μπας και βρει είδηση που χάσανε οι συντάκτες του για να τους ξεχέσει. Βέβαια, από την εποχή που ο Αναστόπουλος έπαιζε μπάλα εμφανίστηκε το Ιντερνετ και οι εφημερίδες έχουν πάθει ζημιά. Ενας σύντομος απολογισμός.

Στην Ισπανία η «ABC» απέλυσε το μισό προσωπικό της. Στην Ιταλία οι δημοσιογράφοι και το τεχνικό προσωπικό της κομουνιστικής «Unita» απήργησαν και η εφημερίδα δεν κυκλοφόρησε, επειδή η διεύθυνση της εφημερίδας αποφάσισε να επιβάλει περικοπές και εβδομάδα μειωμένης απασχόλησης. Μειωμένη απασχόληση, με εβδομάδα των τριών ημερών, πρότειναν στους εργαζομένους τους οι «Financial Times», διαφορετικά θα αρχίσουν να απολύουν. Η «San Francisco Chronicle» κινδυνεύει να κλείσει.

Η «ABC» απέλυσε τους μισούς συντάκτες της. Οι «Los Angeles Times» έκαναν μέσα σε ένα χρόνο δεύτερη φορά περικοπές, αφήνοντας το προσωπικό τους στο μισό. Βοηθούμενες από την κρίση, οι μισές σοβαρές εφημερίδες του κόσμου πηγαίνουν για κλείσιμο και οι άλλες μισές κόβουν θέσεις μπας και μπορέσουν και σωθούν. Στο μεταξύ, στην Ελλάδα ασχολιόμαστε αν ο Dimarxos FM πλήρωσε τις ηχολήπτριες και αν το Ιντερνετ και τα blogs είναι το μέλλον στην ενημέρωση. Για το πρώτο ευθαρσώς να δηλώσω ότι ουδόλως με αφορά. Οποιος μπήκε με το μέσον άλλη δουλειά κάνει. Και όποιος δεν καταλαβαίνει τι γίνεται με το Ιντερνετ είναι μικρόνους.

Το Ιντερνετ θυμίζει αυτό που παλιά έλεγαν λαθρανάγνωση. Στεκόντουσαν οι τσαμπατζήδες κάτω από τα μανταλάκια που κρεμόντουσαν οι εφημερίδες και τις διαβάζανε. Τα περίπτερα, μάλιστα, είχαν ταμπελίτσες απέξω «Απαγορεύεται η λαθρανάγνωση». Με τα χρόνια ο κόσμος έβγαλε κάποια λεφτά για να έχει το φράγκο να αγοράζει την εφημερίδα και η λαθρανάγνωση σταμάτησε. Ηρθε να την ξαναζωντανέψει το Ιντερνετ.


Ετσι και εφημερίδα έχει είδηση, το Ιντερνετ θα την κάνει πόρνη, χωρίς μάλιστα να χρεώνει την είδηση. «Συνέλαβαν τον πρόεδρο του Σουδάν», είχαν χθες όλα τα ελληνικά site και blogs. Είχε το paparasblog.spot ανταποκριτή στο Σουδάν; Και το τραγικό είναι ότι μέχρι και οι εκδότες κατάλαβαν ότι δεν μπορείς να κάνεις κάτι και ανέβασαν τις εφημερίδες στο Διαδίκτυο. Μέχρι να μπατιρίσουν, να κλείσουν και οι παπάρες της ενημέρωσης του δικτύου να βγάζουν ειδήσεις για το τι έκανε το σκυλάκι τους.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube