Ο κατάλογος που δημοσιεύει κάθε χρόνο η Deloitte & Touch για τις 20 πλουσιότερες ομάδες στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο μάλλον έχει δημιουργήσει μια παραπλανητική εικόνα για την οικονομική δυναμική του. Μία εικόνα που οπωσδήποτε θα διαφοροποιηθεί καθοριστικά τη χρονιά που διανύουμε. Σε αυτόν τον σχετικό κατάλογο παρουσιάζονται τα έσοδα των ομάδων, που είναι βέβαια σημαντικό μέγεθος, αλλά δεν είναι ένα στοιχείο που μπορεί -μόνο του- να δώσει την ακριβή οικονομική κατάστασή τους.
Φυσικά, όταν μία ομάδα έχει ετήσια έσοδα της τάξης των 370 εκατομμυρίων ευρώ, έχουμε να κάνουμε με ένα αξιοσημείωτο επιχειρηματικό μέγεθος. Ομως, εκτός από την οικονομική ανάπτυξη που γνωρίζουν –ή, πιο σωστά, γνώριζαν μέχρι τώρα– οι μεγάλες ομάδες, φαίνεται ότι αυτή η εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου έχει απομακρύνει το παιχνίδι από τον κόσμο.
Ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος έλεγε χθες στον NovaΣΠΟΡ FM 94,6 πόση εντύπωση του έκανε η παρουσία της Γιουνάιτεντ στο ξενοδοχείο στο Μιλάνο, όπου διέμενε η ομάδα, σε σχέση με την εικόνα που παρουσίαζε η ίδια ομάδα δέκα ή έξι χρόνια πριν. Πολύ περισσότερο απόμακρη, σαν ένα προϊόν που δεν μπορείς να το αγγίξεις -όπως παλιά- παρά μόνο αν πληρώσεις.
Νομίζω ότι αυτό το φαινόμενο ήταν η φυσική εξέλιξη της εμπορευματοποίησης του παιχνιδιού, μια και οι μεγάλες ομάδες συχνότατα πια -για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των χορηγών- μεταμορφώνονται σε ένα είδος περιπλανώμενων θιάσων, ένα είδος τσίρκου που δεν θέλει να ψυχαγωγήσει, αλλά να βρει πελάτες για τους διαφημιστές. Ολο και περισσότερο, παρακολουθώντας τις ομάδες αυτού του επιπέδου, θυμάμαι μία αμερικανική παροιμία που λέει «όταν αγαπάς τα ζώα, δεν κάνεις ρεπορτάζ σε τσίρκο». Είναι αρκετοί που θεωρούν ότι η παρούσα οικονομική κρίση ίσως ξαναφέρει το παιχνίδι πιο κοντά στον κόσμο.
Οι ομάδες δεν θα μπορούν να κυνηγούν τα εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο με την ευκολία που το έκαναν μέχρι τώρα, μια και οι αγορές συρρικνώνονται μαζί με την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Η λίστα των 20 πλουσιότερων μπορεί να δημιουργούσε μία «θετική» εικόνα, αλλά ήταν εικόνα πλασματική. Αρκεί να επισημάνουμε τα 3 δισ. ευρώ χρέη που έχουν συνολικά οι τέσσερις ισχυρότερες αγγλικές ομάδες. Αυτά τα χρέη στη σχετική λίστα δεν φαίνονται, όπως και η απληστία στην οποία παραδόθηκαν πολλές ομάδες.
Ας πούμε, η νέα οικονομική πραγματικότητα έχει μεταβάλει σε κάποιο βαθμό την οικονομική συμπεριφορά των ομάδων. Και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που μπορεί να μην περνάει από το μυαλό κάποιων. Πώς γίνεται, για παράδειγμα, η πιο εμπορική ομάδα του κόσμου να ψάχνει εδώ και ενάμιση μήνα χορηγό για τη φανέλα της και να μη βρίσκει. Βέβαια, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, διότι γι' αυτήν πρόκειται, θα μπορούσε να βρει μία εταιρεία που θα έδινε χρήματα για να διαφημιστεί στη φανέλα της, αλλά το ποσό παίζει ρόλο.
Η Μάντσεστερ ψάχνει τουλάχιστον όσα της έδινε η AIG, αλλά έτσι όπως είναι τα πράγματα, ποια εταιρεία μπορεί να δώσει 16-20 εκατομμύρια τον χρόνο;
Οι άνθρωποι της Γιουνάιτεντ ξεκίνησαν ψάχνοντας χορηγό από τις χώρες του Αραβικού Κόλπου, όπου υπήρχε ρευστότητα από τα χρήματα που συγκεντρώθηκαν από τις πολύ υψηλές τιμές πώλησης πετρελαίου, και προχώρησαν στην Ινδία, τη χώρα με τον δεύτερο υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στον κόσμο πέρυσι, και τώρα προχωρώντας ανατολικά έχουν φθάσει μέχρι τη Μαλαισία και συζητάνε με την αεροπορική εταιρεία της χώρας. Γιατί; Για να εξασφαλίσουν μία χορηγία για τη φανέλα.
Και, τέλος πάντων, ακόμα και αν η Air Asia -επειδή γι’ αυτήν την εταιρεία πρόκειται- συμφωνήσει με τη Γιουνάιτεντ, πόσο όφελος μπορεί να αποκομίσει σε μία περιοχή του κόσμου, στην οποία, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του διεθνούς γραφείου εργασίας, 145 εκατομμύρια άνθρωποι φέτος θα βρεθούν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας; Και η περιπέτεια της Γιουνάιτεντ για τη χορηγία είναι ένα πολύ μικρό μέρος των δυσκολιών που θα προκαλέσει η οικονομική κρίση ακόμα και στους ισχυρούς.
Έρχονται οι εξετάσεις
Στην ελληνική ποδοσφαιρική επικαιρότητα είναι ορισμένα θέματα που δεν γίνονται πρωτοσέλιδα, παρά μόνο όταν είναι πολύ αργά. Το παράδοξο του φαινομένου έχει να κάνει με τη φύση και τη σπουδαιότητα αυτών των θεμάτων.
Τα οποία είναι πολύ σημαντικά, αλλά δεν είναι ζητήματα από αυτά που ευνοούν αντιπαραθέσεις και πλακίτσες μεταξύ των οπαδών. Ασε που αρκετές φορές χρειάζονται και μία κάπως ειδικότερη γνώση για να τα προσεγγίσει κάποιος και να τα κατανοήσει. Φυσικά, όλη αυτή η προσέγγιση έχει να κάνει και με την αξιολόγηση που κάνουν οι αθλητικές εφημερίδες για τα πρωτοσέλιδά τους, τους κράχτες για τους αναγνώστες. Ομως, πολύ συχνά τα πρωτοσέλιδα δημιουργούν λάθος εντυπώσεις που καταδικάζουν, άδικα, όλο το περιεχόμενο της εφημερίδας.
Εδώ και μία πενταετία η ΟΥΕΦΑ αποφάσισε να εισαγάγει το σχέδιο αδειοδότησης στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο με συγκεκριμένους στόχους. Να δημιουργήσει ένα -όσο το δυνατόν- ομοιογενές περιβάλλον ανταγωνισμού ανάμεσα σε ομάδες που θα είχαν οπωσδήποτε ένα μίνιμουμ χαρακτηριστικών και παράλληλα θα είχαν καλή οικονομική κατάσταση.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο σε κάποια φάση συμμόρφωσης με το σχέδιο αδειοδότησης προβλέπεται και η υιοθέτηση των διεθνών λογιστικών προτύπων. Το σχέδιο αδειοδότησης ήταν μία επιβεβλημένη κίνηση για την ΟΥΕΦΑ από τη στιγμή που οι ομάδες μετεξελίχθηκαν σε επιχειρήσεις, ιδιόμορφες μεν, αλλά επιχειρήσεις. Στο τέλος αυτής της περιόδου οι ελληνικές ομάδες της Σούπερ Λίγκας θα πρέπει, ιδιαίτερα εκείνες που θα πάρουν μέρος στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, να πληρούν όλες τις προϋποθέσεις του συγκεκριμένου σχεδίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι 9 από τις 16 ομάδες της Σούπερ Λίγκας δεν πληρούν ακόμα όλες τις προϋποθέσεις, ιδιαίτερα αυτές που αφορούν τα χρέη και το γήπεδο. Και αν αφορά ομάδα που πρόκειται να πάρει μέρος σε ευρωπαϊκή διοργάνωση, θα μείνει απέξω και εμείς θα έχουμε πρωτοσέλιδα. Τότε κάποιοι θα τρέχουν ενώ θα μπορούσαν πέντε χρόνια τώρα να είχαν φροντίσει να βάλουν τάξη στο μαγαζί τους. Αλλά η ιστορία αυτή θα μοιάζει με την περίπτωση των τελών κυκλοφορίας, που πολλοί τα αφήνουν για την τελευταία στιγμή και μετά ζητούν παράταση. Μόνο που εδώ δεν θα έχουν να κάνουν με το ελληνικό Δημόσιο.
Δουλειές με ουσία
Ακόμα και να μην το επιδιώκεις κάποια στιγμή θα συμβεί. Μια σύγκριση σε κάποιες από τις επιλογές της κρατικής και της ιδιωτικής τηλεόρασης που αφορούν τον πολιτισμό. Η κρατική τηλεόραση, η οποία χρηματοδοτείται απ' όλους εμάς για να μην αναγκάζεται να ανταγωνιστεί τα ιδιωτικά κανάλια με τους δικούς τους όρους –τους όρους της αγοράς-, θα έπρεπε να σχεδιάζει και να υλοποιεί παραγωγές που δεν είναι «εμπορικές» και που βοηθούν στην εκπαίδευση, την επιμόρφωση, την προαγωγή της γνώσης.
Η χρηματοδότηση της κρατικής τηλεόρασης απ' όλους εμάς θα την προστάτευε από τη στροφή στον εκχυδαϊσμό και το κακό γούστο, το κιτς και την ηλιθιότητα. Αντί, όμως, η κρατική τηλεόραση να κάνει το ποιοτικό, επιλέγει το χυδαίο, με την αιτιολογία ότι είναι κερδοφόρο. Επιλέγει την παραγωγή της Γιουροβίζιον, η οποία έχει τόση σχέση με τη μουσική όση ο τηλεφωνικός κατάλογος με τη λογοτεχνία. Και από την άλλη, βλέπει κάποιος παραγωγές, όπως αυτή του ΣΚΑΪ για τους «μεγάλους Ελληνες», και αντιλαμβάνεται ότι ορισμένες επιλογές είναι και θέμα παιδείας και αισθητικής εκείνων που διοικούν.