Αντίθετα με τα κανονικά, που έχουν μόνο έναν νικητή, τα «Οσκαρ Ατυχίας» των ελληνικών ομάδων πρέπει να κατακτώνται από όλες τις ομάδες μέχρι και από δύο φορές τη σεζόν. Με το που θα χτυπήσει ένας παίκτης στην προπόνηση, η ομάδα θέτει υποψηφιότητα για το Οσκαρ, με το που θα χτυπήσει δεύτερος, το κατακτά, ενώ πάνω από δύο τραυματισμοί είναι αρκετοί για έναν περιποιημένο αγιασμό, να φύγουν τα δαιμόνια που χτυπάνε στους δικέφαλους και τους προσαγωγούς. Πριν λοιπόν και για τον Ολυμπιακό γραφτεί ότι πρέπει να πάρει Οσκαρ Ατυχίας επειδή τραυματίστηκαν ο Μπελούτσι και ο Ντομί, ας ξαναδούμε το θέμα.

Με τον τραυματισμό του Ντομί ο Ολυμπιακός δεν έχει πρόβλημα. Γιατί στην ίδια θέση, έστω και με άλλα χαρακτηριστικά, αγωνίζεται ο Λεονάρντο. Αν ο Βαλβέρδε δεν θέλει τόσο επιθετικό πλάγιο μπακ, μπορεί να βάλει τον Πάντο. Αν δεν θέλει τον Πάντο, μπορεί να βάλει τον Τοροσίδη, που έχει παίξει τη θέση στην Εθνική, ή ακόμα και τον Ζεβλάκοφ, που στην ανάγκη παίζει και αριστερά. Ο τραυματισμός του Ντομί μπορεί να ήταν αναμενόμενος, αφού όπως οι τυχεροί του εθνικού λαχείου ο Γάλλος στο ένα από τα τρία κολλητά ματς θα βγει τραυματίας, αλλά δεν είναι καθοριστικός. Στους πλάγιους και τους στόπερ ο Ολυμπιακός δεν έχει πρόβλημα. Με τον Μπελούτσι όμως τι γίνεται;

Για το ότι ο Ολυμπιακός έχει μείνει με ενάμιση φορ, με τον ταλαιπωρημένο Ντιόγο και τον λίγο Μήτρογλου, υπάρχει και μια δικαιολογία: το καρδιακό πρόβλημα του Κοβάσεβιτς. Ο Ολυμπιακός θα είχε έναν ακόμα φορ, έτυχε το κακό και ας πούμε ότι τον Ιανουάριο δεν βρέθηκε αντικαταστάτης του Σέρβου. Στου Μπελούτσι, όμως, τη θέση ποιος παίζει; Οχι μόνο γιατί ο Μπελούτσι είναι ο μόνος πασαδόρος στην κορυφή του 4-5-1, αλλά επειδή δίνει το σύνθημα στους υπόλοιπους παίκτες της επίθεσης να πρεσάρουν.

Με την απώλεια του Μπελούτσι ο Ολυμπιακός είναι υποχρεωμένος να αλλάξει και στυλ παιχνιδιού, διότι ακόμα και αν ο Οσκαρ αγωνιστεί στην κορυφή, το πρέσινγκ δεν μπορεί να γίνει, αφού είναι στυλ παιχνιδιού που γίνεται μόνο ομαδικά. Οσο για τους πλάγιους επιθετικούς, η ιστορία είναι τόσο πονεμένη όσο και τα κόκαλα του Τζόρτζεβιτς, που στα 37 του χρειάστηκε να παίξει τρία ματς σε οκτώ μέρες επειδή δεν μπορούσε ο Λέτο.

Κανένας δεν μπορεί να κάνει κουμάντο στην τσέπη του άλλου και ήταν δικαίωμα του Σωκράτη Κόκκαλη να αποφασίσει ότι εφόσον το πρωτάθλημα έχει κριθεί, για το Κύπελλο και το ΟΥΕΦΑ δεν άξιζε να γίνουν μεταγραφές τον Ιανουάριο. Σκεφτείτε όμως τον κουρασμένο Ολυμπιακό των τελευταίων εβδομάδων, προσθέστε άλλα δύο δύσκολα ματς και ξανασκεφτείτε πώς θα μοιάζει. Ο Ντιόγο θα στηρίζει τον Ντουντού ή το αντίστροφο; Πάντως με τη σεζόν να πλησιάζει στο τέλος της φαίνεται πόσο ο Ολυμπιακός χρειαζόταν στηρίγματα.


Oταν μια ομάδα παίρνει 597 εισιτήρια και δεν βγάζει ούτε ένα στην κυκλοφορία, έχει τον απόλυτο έλεγχο της διακίνησής τους. Από τη στιγμή που γίνονται επεισόδια, είναι βέβαιο ότι η Αστυνομία μπορεί να ρωτήσει τις διοικήσεις πού τα έδωσαν και μετά να αρχίσει να την ψάχνει την ιστορία. Ολα τα προηγούμενα σε σχέση με τα επεισόδια στον τελικό του Κυπέλλου του μπάσκετ, που αν οι διοικήσεις του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού δεν έχουν ευθύνη για ό,τι συνέβη, κανένας ποτέ δεν θα είναι υπεύθυνος.

Αν φυσικά υπάρχουν ακόμα Αστυνομία και Υπουργείο Δημόσιας Τάξης για να ασχολούνται. Γιατί τα επεισόδια του τελικού του μπάσκετ στο φινάλε αφορούν όποιον ήθελε να πάει γνωρίζοντας ότι θα πλακωθεί. Στα υπόλοιπα, όμως, που συνέβησαν μέσα στην εβδομάδα που πέρασε, το αν βρισκόσουν μπλεγμένος ήταν καθαρά θέμα τύχης.

Γιατί και στην επίθεση στο Alter η ασφάλεια του κάθε περαστικού δεν εξαρτάτο από την Αστυνομία αλλά από τη διάθεση αυτών που πυροβολούσαν με τα Καλάσνικοφ. Ευτυχώς τα παλικάρια και καλά σκόπευαν και δεν είχαν διάθεση να καθαρίσουν κάποιον, γιατί η τελευταία που θα μπορούσε να εξασφαλίσει την ασφάλεια των πολιτών ήταν η Αστυνομία.

Η επίθεση κατά του καθηγητή της Εγκληματολογίας Γιάννη Πανούση έχει μια τραγική ειρωνεία. Η επίθεση οργανώθηκε στο κτίριο της Νομικής που προστατεύεται από το πανεπιστημιακό άσυλο. Μία επίθεση που σκοπό έχει τη φίμωση, οργανωμένη κάτω από την υποτιθέμενη προστασία του ελεύθερου λόγου, δείχνει πόσο η λογική έχει ξεφτιλιστεί.

Ανησυχητική για τη λογική της και όχι για την τεχνική της ήταν η απόπειρα με το αυτοκίνητο-βόμβα στη Citybank. Τεχνικά η απόπειρα ήταν ξεπερασμένη. H χρήση λιπάσματος για εκρηκτική ύλη ανήκει στη χρυσή εποχή του IRA τη δεκαετία του '70. Αν δεν κάνω λάθος, η έκρηξη βασίζεται στη συσσώρευση μεθανίου που εκλύεται από το λίπασμα και ο λόγος που χρησιμοποιείτο ήταν ότι στην αγροτική Ιρλανδία της εποχής ήταν εύκολο να βρεθεί η πρώτη ύλη. Επίσης, είναι από τις γνωστότερες ύλες κατασκευής εκρηκτικού επειδή η συνταγή είχε αναφερθεί στον «Anarchist Cookbook», ένα βιβλίο που γράφτηκε από έναν πιτσιρικά Αμερικανό ονόματι Will Powell.

Στα ελληνικά είχε μεταφραστεί ως «Ο τσελεμεντές του αναρχικού» και ως εκδοτικός οίκος αναφερόταν ο «Αγιος Θεράπων», ενώ στην πραγματικότητα το βιβλίο είχε βγάλει ένας εκδοτικός οίκος σε πάροδο της Σόλωνος. Το βιβλίο είχε βοηθηθεί επειδή η πρώτη έκδοσή του είχε απαγορευτεί τα πρώτα μεταδικτατορικά χρόνια. Βγήκε όμως και ξαναβγήκε χωρίς η απαγόρευση να εφαρμοστεί. Το βιβλίο είναι η βίβλος στις φαντασιώσεις ενός Αμερικανού τινέιτζερ και ύμνος στην αναξιοπιστία.

Εκτός από τα εκρηκτικά που οι πιθανότητες είναι 10% να τινάξεις το σπίτι σου στον αέρα και 90% να χαραμίσεις ένα μια χαρά κλεμμένο αυτοκίνητο, όπως έκαναν αυτοί που προσπάθησαν να τινάξουν τη Citibank, οι ψυχότροπες ουσίες είναι όλο το καλαμπούρι. Από τις μπανανόφλουδες που αν τις ψήσεις στον φούρνο υποτίθεται ότι θα στρώσεις κεφάλι, μέχρι το δέρμα ενός βατράχου, που άμα το ξεράνεις και το φας θα δεις τον Χριστό φαντάρο. Φυσικά τίποτα δεν δουλεύει και κανένας δεν κινδυνεύει. Εκτός φυσικά από τους βατράχους.

Αντίθετα με τις βόμβες από τις οποίες η Citibank μάλλον δεν πρέπει να ανησυχεί, μία άλλη ιστορία είναι περισσότερο επικίνδυνη. Για τη Citibank, αλλά περισσότερο για τον κόσμο. Μία ιστορία phissing, δηλαδή παράνομης προσπάθειας απόκτησης προσωπικών στοιχείων. Χθες για δεύτερη φορά μέσα σε μία εβδομάδα πήρα ένα e-mail από την Eurobank. Τουλάχιστον αυτό μπορεί να πιστέψει κάποιος όταν όχι μόνο δει το mail με το λογότυπο της Eurobank, αλλά και τη διεύθυνση newsalert@eurobank.gr.

Το μήνυμα ζήταγε τα στοιχεία του λογαριασμού μου με τη Eurobank ώστε να μπορεί να ελεγχθεί η ασφάλειά τους. Χθες ήρθε νέο μήνυμα «συναγερμού» και πάλι με αντικείμενο την ασφάλεια του λογαριασμού. Ηταν εύκολο να καταλάβω ότι επρόκειτο για απάτη, μια και δεν έχω λογαριασμό στην τράπεζα. Επικοινώνησα με την τράπεζα και μου είπαν ότι ξέρουν το πρόβλημα με το bogus mail και να μην απαντήσω δίνοντας προσωπικά στοιχεία. Μία συμβουλή μάλλον περιττή, αφού για να φτάσεις να πάρεις τηλέφωνο σε μια εταιρεία και να ρωτάς αν ισχύει το mail, τη δουλειά την έχεις ψυλλιαστεί από μόνος σου.

Σε αυτό το σημείο να υπογραμμιστεί μία ιδιοτυπία της ελληνικής κοινωνίας και του κράτους. Αν κάποιος κατηγορήσει έναν άλλον ως απατεώνα στην τηλεόραση, το ραδιόφωνο ή τις εφημερίδες, διακινδυνεύει να φάει αγωγή. Αν κάνει το ίδιο στο Ιντερνετ, μια χιλιάδα προοδευτικοί σκούζουν ότι έτσι καταπιέζεται η ελευθερία του λόγου. Τώρα σε ποια λογική η δυσφήμηση στο ένα Μέσο είναι παράνομη και στο άλλο θα πρέπει να είναι νόμιμη, μόνο στους κατεστραμμένους εγκεφάλους μπορεί να δικαιολογηθεί. Εδώ αν κόψεις χαρτάκια και τα κολλάς στις κολόνες κατηγορώντας την πρώην σου ότι ήταν τσουλί, θα σε τρέχουν στα δικαστήρια. Το να κάνεις κάτι ανάλογο στο Ιντερνετ, όπου θεωρητικά όλοι μπορούν να το δουν, λένε ότι πρέπει να επιτρέπεται...


Σε αυτό το σημείο να πω ένα πράγμα που διαολίζει. Τα mail που κάποιος γράφει «εμείς». Τα «δεν θέλουμε να σε δούμε να κατεβαίνεις στο Καραϊσκάκη» και «Η κοινωνία σάς έχει βαρεθεί εσάς τους δημοσιογράφους». Ο μόνος λόγος που κάνει κάποιον να μιλάει στο πρώτο πληθυντικό εκφράζοντας τη γνώμη άλλων είναι ότι και ο ίδιος το καταλαβαίνει ότι η γνώμη του είναι τόσο ασήμαντη, που χωρίς τον πληθυντικό κανείς δεν θα της έδινε σημασία.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube