«Πάμε πλατεία Μαβίλη» είπα στον ταξιτζή. «Τι θα κάνεις εκεί φίλε; ποτάκι, ποτάκι;». «ΟΧΙ» του απάντησα. Είχε κλείσει η φωνή μου από το κρύωμα και με το ζόρι μιλούσα. «Εκεί μένεις;». «ΟΧΙ» του απάντησα. «Πω, πω φίλε μου, αυτό που λέμε νταμπλ άουτ ε;». Χαμογέλασα για να μην του χαλάσω την εντύπωση ότι είχε πει κάτι αστείο. «Τότε πας να φας βρώμικο ε;». Το τρίτο «όχι» που εισέπραξε ήταν αναπόφευκτο. «Καλά φίλε μου, ό,τι κάνει κανείς καλό είναι» είπε αφού προφανώς του είχαν τελειώσει τα αστειάκια. Περάσαμε μπροστά από ένα βενζινάδικο. Δύο κοπελίτσες γύρω στα 20 στέκονταν απ’ έξω. «Πω πω φίλε μου τα είδες τα γκομενάκια; Θες να σταματήσουμε να τα γεμίσουμε …αμόλυβδη;» είπε αλλά φυσικά δεν σταμάτησε και συνέχισε με πατημένο το γκάζι.
Σταμάτησε να μιλάει μετά από λίγο και άρχισα να σκέφτομαι το e-mail που είχα λάβει. Ή μάλλον ένα από τα e-mail που είχα λάβει. Είχα ζητήσει 5 θετικά mail για να μπορέσω να δημοσιεύσω το σκονισμένο διήγημα που ήταν ξεχασμένο στη ντουλάπα. Είχα λάβει πάνω από 30. Όλα είχαν δρομολογηθεί λοιπόν μέσα στις επόμενες ημέρες θα άρχιζε να δημοσιεύεται κομμάτι κομμάτι. Εκείνο το mail όμως στριφογυρνούσε συνεχώς στο μυαλό μου. Μήπως είχα γίνει απρόσεχτος τελευταία; Μήπως ήμουν αρκετά νηφάλιος; Όπως και να έχει παραλίγο να έχουμε πρόβλημα.
Διαβάστε από πού πηγάζει αυτή μου η ανησυχία.
Το mail το έστειλε ο Ηλίας Κωστόπουλος. Και είναι άξιος αντίπαλος.
« ...Αποφάσισα να ανέβω από τις σκάλες και να μην χρησιμοποιήσω το ασανσέρ. Η εμπειρία μου στις μυστικές αποστολές μού έχει δείξει ότι ο καθρέφτης πίσω από πολλά ασανσέρ κρύβει μια κάμερα παρακολούθησης και το τελευταίο που ήθελα ήταν να φανερώσω την ταυτότητα μου. Στάθηκα μπροστά από την πόρτα του σπιτιού του βγάζοντας από την τσέπη μου δύο συνδετήρες. Εφάρμοσα τις οδηγίες του εγχειριδίου "πως να παραβιάζετε μια πόρτα με δύο συνδετήρες" που είχα κατεβάσει από το internet σε pdf και μπήκα γρήγορα στο διαμέρισμα. Το βλέμμα μου καρφώθηκε στο αναμμένο λαμπάκι του διακόπτη του θερμοσίφωνα. Την έκατσα...είναι μέσα και κάνει μπάνιο, σκεφτηκα κάνοντας μεταβολή για να φύγω. Παρατήρησα όμως την απόλυτη ησυχία που υπήρχε. Κινήθηκα με το περπάτημα της γάτας που είχα μάθει στο στρατό (και μετά σου λένε ότι ο στρατός δεν σου μαθαίνει τίποτα) και σιγουρεύτηκα οτι έλειπε. Είχε ξεχάσει τον θερμοσίφωνα αναμμένο. "Πόσο μαλάκας είναι" σκέφτηκα ενώ προσπαθούσα να θυμηθώ αν έκλεισα τον δικό μου μετά το μπάνιο που είχα κάνει.
Είχε κάνει το λάθος να αποκαλύψει ότι η πολύτιμη ιστορία ήταν κρυμμένη στην σκονισμένη ντουλάπα οπότε ήξερα που θα έψαχνα. Δεν δυσκολεύτηκα να την εντοπίσω αφού απο τις τρεις ντουλάπες αυτή ήταν η πιο σκονισμένη. Άνοιξα την πόρτα και άρχισα το ψάξιμο. Τουλάχιστον δέκα dvd με επεισόδια το lost υπήρχαν εκεί μέσα. Πόσο καμμένος μπορεί να είναι. Αντί να παίζει championship manager κάθεται και βλέπει lost. Είχα αρχίσει να εκνευρίζομαι αφού δεν έβρισκα τίποτα άλλο εκτός από σαβούρα. Μήπως ήταν ψέματα αυτό που είπε για την σκονισμένη ντουλάπα σκέφτηκα. Τελικά δεν ήταν ψέματα! Πίσω από ένα παλιό τεύχος του metal hammer υπήρχε ένα μικρό τετράδιο με δερμάτινη επένδυση. Στο εξώφυλλο έγραφε με καλλιτεχνικά γράμματα "Το ξεχασμένο διήγημα του Θανάση Ράλλη". Επιτέλους ήταν δικό μου!
Ξαφνικά το άνοιγμα της πόρτας διέκοψε την συγκίνησή μου. Χώθηκα μες στην ντουλάπα αφήνοντας την πόρτα της λίγο ανοιχτή για να έχω οπτική επαφή. Τον είδα να μπαίνει μέσα με αργό βήμα κρατώντας έναν μπαλτά από τον οποίο έσταζε αίμα. Μου κόπηκε η ανάσα στη σκέψη του τι θα είχε κάνει αυτός ο απολίτιστος ψυχάκιας. Αφού έκλεισε τον θερμοσίφωνα μουρμουρίζοντας χριστοπαναγίες, ακούμπησε τον μπαλτά στο μικρό κομοδίνο, πάτησε το play του στερεοφωνικού και κάθισε στην πολυθρόνα μπροστά στο τζάκι βάζοντας ένα ποτήρι ουίσκι με λίγο πάγο και κόκα-κόλα. "Opium desire or will..." τραγουδούσε ο τύπος μέσα από τα ηχεία ενώ εγώ αναρωτιόμουν πως θα φύγω.
Ύστερα από αρκετά λεπτά, ο Θανάσης φαινόταν πως είχε αποκοιμηθεί. Τώρα ήταν η ευκαιρία! Άνοιξα προσεχτικά την πόρτα της ντουλάπας και κινήθηκα, πάλι με το περπάτημα της γάτας, προς την έξοδο. Δυο μέτρα πριν φτάσω στην πόρτα ακούστηκε ο συναγερμός από τον ανιχνευτή κίνησης που είχε ενεργοποιήσει όταν μπήκε μέσα. Διάολε! φώναξα και τον είδα να αρπάζει τον ματωμένο μπαλτά από το κομοδίνο.
-Σε παρακαλώ μην με σκοτώσεις.
- Ώστε ήρθες να κλέψεις την ιστορία μου.
-Δεν θα την κλέψω, απάντησα με τρεμμάμενη φωνή ακουμπώντας το ξεχασμένο διήγημα του Θανάση Ράλλη στο πάτωμα. Λυπήσου με!
-Ποτέ. Ετοιμάσου να συναντήσεις τον δημιουργό σου είπε σηκώνοντας τον μπαλτά ψηλά.
Ενστικτωδώς όρμισα στο παράθυρο, σπάζοντας το τζάμι του, και βούτηξα στο κενό. Από τα μάτια μου περνούσε όλη η ζωή μου (27 χρόνια μόνο αυτά έχω ζήσει?) μέχρι που προσγειώθηκα στην καρότσα ενός απορριμματοφόρου. Γκαντεμιά σκέφτηκα. Έχασα το διήγημα!
Ύστερα από καμιά ώρα έφτασα σπίτι. Ανυπομονούσα να κάνω ένα καυτό ντους. Είδα ότι είχα ξεχάσει αναμμένο τον θερμοσίφωνα. Συμβαίνουν αυτά. Τουλάχιστον δεν θα περίμενα να ζεσταθεί το νερό.
Υ.Γ. Είμαι ξαπλωμένος στο καναπέ μου συνοδεύοντας το τσιγάρο μου με ένα ποτήρι drambuie με λιγο πάγο. Από τα ηχεία ακούγονται οι "Tarihan" να παίζουν το "Wo Die Alten Walder Rauschen" ενώ σκέφτομαι αφορμές για λιγα avant-gard ταξίδια του μυαλού»
Αυτό ήταν το mail του Ηλία. Θέλετε να δοκιμάσετε κι εσείς;
Προσευχές, μετάνοιες, λιτανείες και εξομολογήσεις στο: Deepthoughts2008@hotmail.com