Γράφει ο ΚΩΣΤΑΣ Δ. ΜΠΛΙΑΤΚΑΣ

Eίναι Φεβρουάριος του 1973 και η ποδοσφαιρική Ευρώπη έχει ήδη υποκλιθεί στον Αγιαξ, τη νέα υπερδύναμη που σαρώνει όποιον βρει στο διάβα της. Γερμανούς, Ιταλούς, Εγγλέζους. Ο Κρόιφ, ο «Κάιζερ» και η παρέα τους με το total football που εισήγαγαν ταπείνωσαν την προβλέψιμη Αρσεναλ, την Ιντερ του Φακέτι και του Ματσόλα, την Μπενφίκα του Εουσέμπιο, τη Ρεάλ Μαδρίτης. Ετυχε, επιπλέον, ο Παναθηναϊκός του Πούσκας, στη μεγαλύτερη μάλιστα στιγμή του συλλογικού ποδοσφαίρου μας, να νιώσει πρώτος τη δύναμη της νέας δυναστείας, στον τελικό του «Γουέμπλεϊ», τον Ιούνιο του 1971 (2-0).

Ολη η Ευρώπη ξεχνά το αντιτουριστικό κατενάτσιο του Χερέρα και τη γυμνασμένη αλλά βαρετή γερμανική μπάλα. Βλέπει και απολαμβάνει τον Αγιαξ από την τηλεόραση. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα, όπου γίνονται πια οι πρώτες μεταδόσεις του ΕΙΡΤ. Οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού έχουν σκαρώσει και ένα σύνθημα για να τονίσουν ότι η ομάδα τους, που με πολύ χρήμα και εντυπωσιακές μεταγραφές έχτισε ο Νίκος Γουλανδρής, είναι καλύτερη από τους «πράσινους» του «Γουέμπλεϊ»: «Φέρτε μας τον Αγιαξ». Ανάλογο ήταν το αίτημα των φιλάθλων του τρομερού τότε ΠΑΟΚ του Σάνον, ο οποίος έπαιζε την πιο καλή μπάλα απ' όλους στη χώρα μας.

Και ήρθε ο Αγιαξ... Με όλα τα αστέρια του έπαιξε στην Τούμπα εκείνο το βροχερό απόγευμα της 14ης Φεβρουαρίου 1973. Η ιδέα ήταν του Βασίλη Σεργιανίδη, γενικού αρχηγού τότε του ΠΑΟΚ, όπως γράφει ο εκλεκτός δημοσιογράφος και πρόεδρος τότε του «Δικεφάλου» Στράτος Σιμιτζής στο βιβλίο του «Τύπος και υπογραμμός».

«Ηταν μια πρόταση που ενεκρίθη από το διοικητικό συμβούλιο, αφού θα είχε ευμενή απήχηση και θα ενίσχυε το κύρος αλλά και την προβολή του ΠΑΟΚ», σημειώνει ο Στράτος Σιμιτζής. Στη Θεσσαλονίκη αλλά και σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα σήμανε συναγερμός. Τα εισιτήρια εξαφανίστηκαν τάχιστα. Και εκατό χιλιάδες να χωρούσε η Τούμπα, πάλι θα γέμιζε. Τέτοια ήταν η λαχτάρα του φιλάθλου από τη μία να δει την καλύτερη ομάδα του πλανήτη από κοντά και από την άλλη να χειροκροτήσει τον ΠΑΟΚ στο πιο σημαντικό τεστ για την αξία του. Το κακό για όσους δεν βρήκαν «μαγικό χαρτί» είναι ότι το ματς δεν μεταδόθηκε τηλεοπτικά. Η διοίκηση του ΠΑΟΚ δικαίως εξοργίστηκε με το γεγονός ότι η κρατική τότε τηλεόραση της δικτατορίας ήθελε να μεταδώσει χωρίς να πληρώσει τον αγώνα, γνωρίζοντας μάλιστα ότι ο ΠΑΟΚ είχε καταξοδευτεί για τη φιλοξενία των Ολλανδών πρωταθλητών κόσμου.

Το ματς υπήρξε συναρπαστικό. Μεγάλες μονομαχίες στη λάσπη ανάμεσα στον Σαράφη και τον Χουλσόφ, τον Ασλανίδη και τον Σουρμπίρ, αλλά και ζογκλερικά από τον Κρόιφ και τον Γιώργο Κούδα. Η ελληνική ομάδα στάθηκε επάξια απέναντι στους «ιπταμένους Ολλανδούς» και προηγήθηκε μάλιστα με τον Σταύρο Σαράφη. Ο Αγιαξ ισοφάρισε με τον Αρι Χάαν, που πολύ αργότερα πέρασε από την Τούμπα και ως προπονητής του «Δικεφάλου».

Την άλλη μέρα τόσο τα γραφεία του ΠΑΟΚ όσο και τα κεντρικά του ΕΙΡΤ κατακλύστηκαν από τηλεφωνήματα και τηλεγραφήματα διαμαρτυρίας για τη μη μετάδοση του αγώνα. «Ισως, παρά το δίκιο μας, έπρεπε να υποχωρήσουμε για το καλό των φιλάθλων της Ελλάδας αλλά και για την προβολή του ΠΑΟΚ», είπαν εκ των υστέρων οι διοικούντες τον ΠΑΟΚ. Αμα σε πνίγει το δίκιο, όμως… Εκείνη τη χρονιά ο Αγιαξ κατάφερε ό,τι και η Ρεάλ Μαδρίτης. Τρεις συνεχείς κατακτήσεις του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης.

Στον τελικό του Μαΐου του 1973 νίκησε τη Γιουβέντους 1-0 με γκολ στο 4ο λεπτό του Τζόνι Ρεπ.
Θυμάμαι, μάλιστα, ότι ο Αγιαξ έπαιζε μετά το πρώτο τέταρτο του αγώνα σαν να βαριόταν την… ίδια του την κυριαρχία. Η Γιούβε δεν έκανε ευκαιρία, παρά την παρουσία του βετεράνου Βραζιλιάνου Αλταφίνι, του Πιέτρο Αναστάζι, των νεαρών τότε Μπέτεγκα και Καούζιο και του Χέλμουτ Χάλερ. Κούδας και Κρόιφ είναι σχεδόν συνομήλικοι. Νοέμβριο του 1946 γεννημένος ο Γιώργος, Απρίλιο του 1947 ο Ολλανδός, ο οποίος έγινε ποδοσφαιριστής λόγω της επιμονής της μητέρας του, που δούλευε το 1959 καθαρίστρια στο γήπεδο του Αγιαξ στο Αμστερνταμ και πίεζε τους ιθύνοντες να πάρουν τον μικρό Γιόχαν στα τσικό. Από τα τσικό ξεκίνησε την ίδια εποχή στη Θεσσαλονίκη και ο Κούδας και ήταν ο πιο μικρός και ο πιο ταλαντούχος από τα πιτσιρίκια του Βίλι Σέφσκι.

Ο Γιώργος Κούδας μού εκμυστηρεύθηκε πριν από λίγα χρόνια ότι στη διάρκεια της δεξίωσης που έγινε μετά το ιστορικό εκείνο ματς του 1973 σε κεντρικό ξενοδοχείο της Θεσσαλονίκης, ο Κρόιφ του πρότεινε να μεσολαβήσει για μια μεταγραφή σε ομάδα του εξωτερικού. «Μπορώ να σε φέρω σε επαφή με τον πεθερό μου, που είναι μάνατζερ», είπε ο Κρόιφ στον Ελληνα άσο. Η υπόθεση, πάντως, δεν περπάτησε και ο Κούδας έμεινε στον ΠΑΟΚ. Ο… πεθερός δεν έμεινε από δουλειά. Τον επόμενο χρόνο οι Κρόιφ και Νέεσκενς πήραν μεταγραφή στην Μπαρτσελόνα.

Με τη φανέλα των «μπλαουγκράνα» οι δύο Ολλανδοί ξαναπάτησαν το χορτάρι της Τούμπας δύο χρόνια αργότερα. ΠΑΟΚ - Μπαρτσελόνα 1-0. Με γκολ του Κούδα!

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube