Στις 8 Ιανουαρίου η Μπέρνις Γκαλιέγκο, 73 ετών από το Φρέσνο της Καλιφόρνια, έβγαλε σε πλειστηριασμό μία κάρτα του Baseball που είχε βρει. Η κάρτα έδειχνε την ομάδα των Cincinnati Red Stocking, ήταν από το 1869 και αρχική τιμή εκκίνησης ήταν τα 10 δολάρια. Σύντομα η κυρία Γκαλιέγκο κατάλαβε ότι τα 10 δολάρια ήταν λίγα. Απέσυρε την κάρτα από τη δημοπρασία, την έβαλε ξανά με ανώτερη τιμή εκκίνησης και τελικά πήρε 54.000 δολάρια.

Πολύ λιγότερα από τα 100 χιλιάδες δολάρια που ορισμένοι έλεγαν ότι θα έφτανε η τιμή της, αλλά φυσικά πολύ περισσότερα από τα 10 δολάρια που είχε ως μίνιμουμ προσφορά. Σε αυτό το σημείο υποκλίνομαι σε μία χώρα στην οποία αξίζει να είναι κάποιος συλλέκτης και σε μία διαδικασία η οποία ορίζει καλύτερα από κάθε άλλη τις τιμές των συλλεκτικών αντικειμένων.

Επειδή είμαι συλλέκτης σε δύο ή τρία αντικείμενα, μπορώ να διαβεβαιώσω ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι η κόλαση του κάθε συλλέκτη. Για έναν κατ’ αρχήν λόγο. Ο Ελληνας, ενώ υπερεκτιμά τα αντικείμενα που έχει, υποτιμά τα αντικείμενα του άλλου. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η Ελλάδα έχει μικρό αριθμό συλλεκτών που δεν μπορούν να διαμορφώσουν τιμές. Για την ακρίβεια, οι τιμές είναι «εκεί που θα τον δαγκώσεις».

Τρίτον, ο Ελληνας αγοράζει παιδικές αναμνήσεις και όχι αξία. Παράδειγμα τα παιδικά αναγνώσματα τύπου «Κλασικών Εικονογραφημένων» και «Μίκι Μάους». Τα ίδια αντικείμενα με απείρως καλύτερη εκτύπωση, αλλά κείμενο στα αγγλικά, μπορούν να αγοραστούν σε ένα κλάσμα της τιμής που τα βρίσκεις στην Ελλάδα. Και τέταρτον, ένας μεγάλος αριθμός από τους Ελληνες πωλητές συλλεκτικών αντικειμένων είναι απατεωνίσκοι.

Για την ακρίβεια, πουλούν κείμενο και όχι αντικείμενο. Βλέπεις προσφορές στις ηλεκτρονικές δημοπρασίες με ένα κείμενο τζιτζί. «Από το μακρινό 1972 ένα σπάνιο τεύχος της "Marvel"...» και ακολουθεί ένα ατελείωτο μπλα μπλα για ένα κόμικ που στην Ελλάδα ξεκινάει στα 10 ευρώ και στην Αμερική δεν θα ξεκινούσε ούτε στο δολάριο.

Ως collectors είμαστε για τα μπάζα. Πωλητές και αγοραστές. Γιατί -και για να πάρω αυτή τη φορά το μέρος των πωλητών- φίλος μου που έχει μαγαζί στο Μοναστηράκι μού έλεγε ότι έχει απαγορεύσει την είσοδο σε έναν από τους μεγάλους συλλέκτες στην Ελλάδα. «Κοίτα τι έκανε. Εμπαινε στο μαγαζί, έβρισκε κάτι που τον ενδιέφερε και μετά έσκιζε τη μία σελίδα και ζητούσε να το πάρει σε χαμηλότερη τιμή επειδή ήταν κατεστραμμένο». Ενα πράγμα που ως συλλέκτης ανατριχιάζεις, μια και το να μειώνεις την ποιότητα κάτι σπάνιου είναι έγκλημα.

Το μόνο που έχω να προσθέσω είναι ότι η διαφορά ανάμεσα στην Αμερική και την Ελλάδα είναι ότι αυτοί σήμερα ξέρουν ότι η κάρτα των Cincinnati Stocking στοιχίζει 54.000 δολάρια. Εδώ το μόνο που ξέρουμε είναι ότι η τιμή ενός αντικειμένου είναι όσα λείπουν από την τσέπη αυτού που το πουλάει. Και ειλικρινά ο ρόλος του ταπετσέρη της τσέπης των άλλων είναι πολύ άχαρος...


Τις προάλλες στο ραδιόφωνο τα είχα βάλει με τη Δυτική Πελοπόννησο. Η συζήτηση είχε αρχίσει με τον Κάρπετ να λέει ότι η Καλαμάτα είναι ωραία –που σε γενικές γραμμές είναι– και εμένα να αποφασίζω να βγω στην κόντρα: «Αλλά η δυτική πλευρά της Καλαμάτας είναι σαν το Περιστέρι...». Το ένα έφερνε το άλλο και σε δύο λεπτά εγώ είχα βγάλει όλη τη δυτική παραλία της Πελοποννήσου σκάρτη και με ενθουσιασμό συνέχιζα την επίθεση εναντίον της βόρειας ακτής.

Ηταν αντικειμενικό; Εν μέρει ναι. Νομίζω ότι η δυτική πλευρά της Πελοποννήσου μπορεί να έχει μερικές αξιόλογες ακτές τύπου Ζαχάρως, αλλά σε γενικές γραμμές και κυρίως αρχιτεκτονικά δεν σκίζει... Για την ακρίβεια, η εικόνα που πάντα μου έρχεται στο μυαλό είναι τσιμεντόβεργες να εξέχουν από τις ταράτσες, υπόσχεση πανωσηκώματος και προίκας «όταν θα παντρευτεί η μεγάλη».

Από την άλλη, όμως, καταλάβαινα ότι και η επίθεση ήταν υπερβολική. Μπορεί ο Πύργος ποτέ να μην αναφερθεί στην ίδια αναπνοή με το Μονακό, αλλά... νισάφι. Δεν είναι και τα περίχωρα του Λάγκος. Τι με είχε πιάσει λοιπόν και τα είχα βάλει με τη Δυτική Πελοπόννησο; Αυτό που με είχε χτυπήσει ήταν το «οικονομίδειο άχθος». Το ζόρι που τραβάει η γενιά μου, η οποία μεγάλωσε ακούγοντας τον Γιώργο Οικονομίδη και τη Ρένα Ντορ στα «Χαρούμενα Ταλέντα».

Εκείνες τις πολύ μακρινές εποχές, στα τέλη της δεκαετίας του '50, κάθε «καλή» μικροαστική οικογένεια έπρεπε τις Κυριακές να κάνει δύο πράγματα. Πρώτον, να στείλει το ψητό στον φούρνο και το μεσημέρι, όταν το έπαιρνε πίσω για να το φάει, προτού το πρώτο πιρούνι τρυπήσει το ψητό, το ραδιόφωνο να έχει ζεσταθεί και να παίζει τα «Χαρούμενα Ταλέντα».

Τα «Χαρούμενα Ταλέντα» ήταν μία εκπομπή στο φορμάτ των άπειρων ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών που την ακολούθησαν. Ο Οικονομίδης έλεγε το «γεια» του σε όλη την οικογένεια, έλεγε ένα αστείο με τον Τοτό και μετά προχωρούσε στην πρόσκληση ενός ταλέντου από το κοινό. «Τι θα μας πεις;», ρωτούσε ο Οικονομίδης. «Την πρώτη μας νύχτα», απαντούσε το ταλέντο. «Μαέστρο, την πρώτη μας νύχτα», έδινε την εντολή ο Οικονομίδης στον Μουζάκη.

Ακολούθως το ταλέντο γκάριζε κάνοντας τον Βογιατζή, μετά το ρεφρέν ο κόσμος στο στούντιο χειροκροτούσε, ο Οικονομίδης ευχόταν καλή σταδιοδρομία στο ταλέντο και το ταλέντο έλεγε «ευχαριστώ». Η οικογένεια Πανούτσου, όπως εκατοντάδες άλλες χιλιάδες κυριλέ οικογένειες της Ελλάδας, γελούσαν με το νούμερο, καταπίναμε το ψητό και πηγαίναμε για το επόμενο ταλέντο και την επόμενη μπουκιά.

Στο μεταξύ, όμως, σε κάποια στιγμή, συνήθως πριν αρχίσει να τραγουδάει, ο Οικονομίδης είχε ρωτήσει το ταλέντο: «Από ποιο μέρος είσαι;». Και σε ό,τι έχω ιερό, ό,τι μα ό,τι και να απαντούσε το ταλέντο, από το να έλεγε «είμαι από το Αλιβέρι» μέχρι «είμαι από το Κουραδονήσι των Σποράδων», ο Οικονομίδης απαντούσε: «Χα, χα, χα. Αγαπάω το όμορφο Κουραδονήσι».

Και τον Πύργο; Ναι. Ο Οικονομίδης αγαπούσε τον «πανέμορφο Πύργο». Και την Πτολεμαΐδα; Μη γελάσω... Ο Οικονομίδης τη λάτρευε. Απ' όπου και να ήσουν, από το Λαύριο, από το Αθήκι Κορινθίας, από την Κουτσούφλιανη, ο Οικονομίδης όχι μόνο είχε πάει, αλλά όλα τα είχε βρει ωραία. Και να ήταν μόνο ο Οικονομίδης, πάει στο διάολο. Θα το είχα ξεχάσει. Ελα που η μόδα συνεχίζεται και σήμερα στο ραδιόφωνο με τις εκπομπές που βγάζουν τηλεφωνήματα.

Ελα που σήμερα οι ακροατές έχουν τόσο ξεσαλώσει, που το λένε μόνοι τους: «Ελα, Γιώργο, σε παίρνω τηλέφωνο από το όμορφο Κορδόγυφτο. Να έρθεις καμιά φορά, Γιώργο, στο Κορδόγυφτο, να φάμε καρυδωμένη προβατίνα». Και αντί ο Γιώργος να πει «ούτε απ'έξω», του λέει «θα 'ρθουμε, θα 'ρθουμε» και παίρνει θάρρος ο επόμενος από τη Ζουρλιανή Σερρών να πάρει και αυτός τηλέφωνο.

Ολα αυτά, το πόσο νούμερα είμαστε οι Ελληνες και πόσο θέλουμε να ακούμε αυτά που γουστάρουμε και μας κολακεύουν, τα σκεφτόμουνα διαβάζοντας τη συνέντευξη Τύπου του Πάμπλο Γκαρσία. Προσέξτε, λοιπόν, τι Οικονομίδη ξηγιέται ο Πάμπλο.

«Είμαι πολύ ευχαριστημένος που είμαι μέλος του ΠΑΟΚ, με την οικογένειά μου να είναι πολύ χαρούμενη... Σίγουρα οι οπαδοί μας είναι η μεγάλη διαφορά. Δεν έχω δει τέτοιους οπαδούς είτε στην Ευρώπη είτε στη Λατινική Αμερική, πιο παθιασμένους, πιο φανατικούς με την ομάδα τους. Είναι απίστευτοι... Υπάρχουν διαιτητές και διαιτητές. Αυτοί που καταλαβαίνουν το παιχνίδι μου και αυτοί που δεν το καταλαβαίνουν... Πριν από το παιχνίδι με τον Ολυμπιακό είδαμε τον διαιτητή να μιλάει με τους παίκτες του και να έχει γελάκια μαζί τους. Επίσης, βλέπουμε ότι στα εντός έδρας παιχνίδια του Ολυμπιακού το κάθε άγγιγμα δίνεται φάουλ... Σε ένα φάουλ που είχε γίνει πάνω στον Σορλέν στον αγώνα με τον Ολυμπιακό, αν το έκανα εγώ, θα με τιμωρούσαν με τρεις αγωνιστικές».

Και ρωτάω και εγώ με το φτωχό μου το μυαλό. Να πούμε ότι ο Γκαρσία δεν έπρεπε να τιμωρηθεί για την μπουνιά εκτός φάσης από το βίντεο; Να πούμε ότι έχασε και τα δύο δόντια που είχε πει ο οδοντίατρος από τη Θεσσαλονίκη; Να το πούμε. Να προσθέσουμε ότι του ξαναβγήκαν; Γκαρσία είναι αυτός και μπορεί να έγινε. Αλλά στο ίδιο ματς που ο Γκαρσία μιλάει για το φάουλ στον Σορλέν, έχει σκάσει μία αγκωνιά στο κεφάλι του Μπελούτσι και τον στέλνει με τα αίματα στη μούρη. Ηταν πιο σκληρό το φάουλ στον Σορλέν και μας διέφυγε;


Εχετε δει μερικούς ποδοσφαιριστές που η μπάλα πάει άουτ και την κυνηγούν σαν τρελοί, ενώ είναι βέβαιο ότι δεν την προλαβαίνουν; Και έχετε παρατηρήσει που η κερκίδα μετά τους χειροκροτά, ενώ αυτοί επιστρέφουν τρέχοντας στη θέση τους; Για το χειροκρότημα τρέχουν και όχι για την μπάλα. Ορισμένοι μπορούν να λένε εξωτική μέχρι και την Πτολεμαΐδα. Εγώ δεν το αντέχω.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube