Θυμάμαι πριν από μία πενταετία, τουλάχιστον, όταν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και η Τσέλσι του Μουρίνιο κυνηγούσαν τον ίδιο ποδοσφαιριστή. Η Γιουνάιτεντ (που λίγο πριν είχε δει τον εκτελεστικό της διευθυντή, Πίτερ Κένιον, να δελεάζεται από τα εκατομμύρια του Αμπράμοβιτς και να πηγαίνει στην Τσέλσι) παρακολουθούσε τον ποδοσφαιριστή για μία διετία και ήταν πολύ κοντά στην απόκτησή του αλλά την τελευταία στιγμή η Τσέλσι –χάρη στο πορτοφόλι του ιδιοκτήτη της– μπαίνει σφήνα, δίνει 18 εκατομμύρια ευρώ και τον φέρνει στο Λονδίνο.

Η προσφορά των «μπλε» ήταν πολύ μεγαλύτερη από εκείνη που ετοιμαζόταν να κάνει η Γιουνάιτεντ και οι άνθρωποι της ομάδας του Μάντσεστερ κατηγόρησαν τον Κένιον για εκείνη την απώλεια, διότι αυτός ήταν που είχε κάνει τις πρώτες επαφές με την ομάδα αυτού του ποδοσφαιριστή, την PSV. Ο ποδοσφαιριστής στον οποίο αναφερόμαστε είναι ο Αριεν Ρόμπεν. Η Γιουνάιτεντ ήθελε να φέρει στην ομάδα της έναν τέτοιο ποδοσφαιριστή, έτσι ώστε –σύμφωνα με τον σχεδιασμό του Φέργκιουσον– να έχει στη μία πλευρά τον Ρονάλντο και στην άλλη τον Ολλανδό.

Εκείνη την εποχή το προσωνύμιο που συνόδευε τον Ρόμπεν ήταν «ο ιπτάμενος Ολλανδός». Ενα προσωνύμιο που, παρά το εντυπωσιακό μπάσιμό του, δεν μπόρεσε να δικαιώσει όσο καιρό έμεινε στην Αγγλία λόγω των συχνών τραυματισμών του, που του επέτρεψαν να παίξει τα μισά σχεδόν από τα ματς πρωταθλήματος μέσα σε μία τριετία. Και εκεί που φαινόταν ότι ο Μουρίνιο είχε φορτώσει έναν προβληματικό ποδοσφαιριστή στην Τσέλσι, έρχεται μία πρόταση από τη Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία θέλει να αποκτήσει τον Ολλανδό με τα διπλά χρήματα απ' όσα έδωσε η Τσέλσι για να τον αποκτήσει.

Ο Μουρίνιο, που είχε ήδη αγοράσει τον Μαλουντά και που άρχιζε να αλλάζει το αγωνιστικό στυλ της ομάδας, δεν έφερε αντίρρηση. Οι Ισπανοί, που προσπαθούσαν να κάνουν μία μεγάλη μεταγραφή μετά την «πόρτα» που είχαν φάει από τη Μίλαν και τον Κακά, βρήκαν στο πρόσωπο του Ρόμπεν το μόνο «μεγάλο» διαθέσιμο όνομα. Ο Καλντερόν προσπαθούσε απεγνωσμένα να φτιάξει το προφίλ του και να καθησυχάσει τον κόσμο της «Βασίλισσας», που ανησυχούσε με το αγωνιστικό πρόσωπο της ομάδας.

Ετσι, ξόδεψε σχεδόν 36 εκατομμύρια ευρώ (η 5η μεγαλύτερη μεταγραφή στην ιστορία της Ρεάλ) για να φέρει τον Ρόμπεν και τα προβλήματά του στο «Μπερναμπέου». Με δεδομένο το ιστορικό του Ολλανδού και το γεγονός ότι η Ρεάλ δεν είναι από τις ομάδες που μπορούν να κάνουν υπομονή με έναν ποδοσφαιριστή, μέχρι να προσαρμοστεί και να αποδώσει όσα περιμένουν από αυτόν, θα περίμενε κάποιος ότι ο Ρόμπεν θα έβρισκε μόνιμη θέση στον πάγκο μέχρι να φύγει. Ομως, τα πράγματα εξελίχτηκαν τελείως διαφορετικά.

Ο Ρόμπεν άλλαξε διατροφή, τρόπο εκγύμνασης, οι τραυματισμοί εξαφανίστηκαν και άρχισε να παίζει καλά. Κι αυτό ήταν μόνο η αρχή την περασμένη σεζόν. Ο Ρόμπεν παιχνίδι με παιχνίδι βελτιώνεται. Κι αυτό φαίνεται από τον τρόπο που παίζει, τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει, τη βοήθεια που δίνει στο σκοράρισμα. Δεν νομίζω να είχε σε άλλη χρονιά της καριέρας του περισσότερες διακρίσεις «man of the match».

Είναι πρώτος σε ασίστ στη Ρεάλ, πράγμα κάπως περίεργο για έναν αριστεροπόδαρο που έπαιζε –αποκλειστικά σχεδόν– δεξιά, πριν από τον ερχομό του Ράμος, ο οποίος δεσμεύθηκε ότι θα τον χρησιμοποιεί από αριστερά για να αξιοποιήσει τις πάσες του και το ταλέντο του να παίρνει τη σωστή απόφαση την κατάλληλη στιγμή. Αν δεν χάσει αυτόν τον αγωνιστικό ρυθμό, είναι σίγουρο ότι θα είναι ο ποδοσφαιριστής της χρονιάς για τη Ρεάλ.

Και με δεδομένο ότι είναι μόλις 25 χρόνων (παρά το γεγονός ότι δείχνει πολύ μεγαλύτερος) μπορεί να καλύψει όλο εκείνο το χαμένο χρονικό διάστημα των τραυματισμών και να θυμίζει όλο και περισσότερο έναν Μπέντζαμιν Μπάτον του ποδοσφαίρου, που αναγεννήθηκε φορώντας τα λευκά της Ρεάλ Μαδρίτης.

Οχι στο σάλαρι καπ

Η ΟΥΕΦΑ και ο πρόεδρός της, Μισέλ Πλατινί, εδώ καιρό συζητούν ή, για την ακρίβεια, προτίθενται να συζητήσουν το ενδεχόμενο της επιβολής περιορισμών τόσο στα ποσά που μπορεί να ξοδέψει κάποια ομάδα για τις μεταγραφές όσο και στα χρήματα που δίνει για μισθούς και συμβόλαια των ποδοσφαιριστών της. Το ζήτημα δεν είναι καινούργιο, έχει απασχολήσει το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και παλαιότερα. Ο Πλατινί, όμως, από την περίοδο που διεκδικούσε τη θέση του προέδρου της ΟΥΕΦΑ είχε υποσχεθεί πως θα κάνει ό,τι μπορεί για να μειώσει τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στους οικονομικά ισχυρούς και τους αδύναμους του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.

Το σάλαρι καπ ήταν και η επίσημη πρόταση που είχε καταθέσει η βρετανική προεδρία της Ε.Ε. τον Δεκέμβριο του 2005 και είναι μία ρύθμιση που εφαρμόζεται τόσο στο ΝΒΑ όσο και στο πρωτάθλημα μπέιζμπολ των ΗΠΑ. Πολλοί πιστεύουν ότι η υιοθέτηση αυτών των περιορισμών θα βοηθήσει τις μικρές και μεσαίες ομάδες σε μία περίοδο οικονομικής κρίσης όπως αυτή που διανύουμε. Βέβαια, θα βοηθήσει και αρκετές μεγάλες ομάδες που έχουν ανοίγματα και που θα δουν τα έσοδά τους να μειώνονται.

Χθες, όμως, η ευρωπαϊκή ένωση συλλόγων τάχθηκε κατά της εισαγωγής τέτοιων περιορισμών, με την αιτιολογία ότι το πρόβλημα των υψηλών συμβολαίων ήταν κάτι που το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο αντιμετώπιζε και παλιότερα, αλλά δεν το εμπόδισε να αναπτυχθεί. Αξίζει να αναφέρουμε εδώ ότι το είδος του περιορισμού που συζητείται αφορά το ποσό που ξοδεύουν οι ομάδες για μισθούς και συμβόλαια, το οποίο δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 50% των συνολικών εσόδων της ομάδας.

Βέβαια, στην ένωση των συλλόγων το πάνω χέρι το έχουν οι αγγλικές ομάδες, οι οποίες δεν έχουν καμία πρόθεση να δεχθούν περιορισμούς, από τη στιγμή που έχουν την οικονομική δυνατότητα να δίνουν περισσότερα χρήματα από κάθε άλλον ευρωπαϊκό σύλλογο και να συγκεντρώνουν στο νησί τους καλύτερους ποδοσφαιριστές. Φυσικά, οι αγγλικές ομάδες πατάνε πάνω στην πολύ καλή συμφωνία πώλησης τηλεοπτικών δικαιωμάτων που έχουν, την καλύτερη σε όλη την Ευρώπη.

Η ένωση των ευρωπαϊκών συλλόγων, παρ' όλα αυτά, τάχθηκε υπέρ των θέσεων της ΟΥΕΦΑ και της ΦΙΦΑ για την απαγόρευση των μεταγραφών ποδοσφαιριστών κάτω των 18 και επίσης ζητεί την τροποποίηση του άρθρου 17 του κανονισμού της ΦΙΦΑ, με το οποίο μπορούν οι ποδοσφαιριστές να εξαγοράζουν τα χρόνια του συμβολαίου που τους απομένουν.

Υπάρχει διαφορά νοοτροπίας

Πολλές φορές επαναλαμβάνεται η διαπίστωση, ιδίως όταν συζητάμε το θέμα της αξιοποίησης των νεαρών και ταλαντούχων ποδοσφαιριστών. Ή μάλλον πιο σωστά της εξέλιξής τους. Κι αυτό που συζητάμε είναι ότι οι νεαροί ταλαντούχοι ποδοσφαιριστές δεν παίρνουν χρόνο συμμετοχής ώστε να αποκτήσουν αγωνιστικές εμπειρίες και να εξελιχθούν ως ποδοσφαιριστές. Χθες διάβαζα κάποιες δηλώσεις που έκανε σε αγγλικές εφημερίδες ο Ζιλμπέρτο Σίλβα που έπαιξε με την εθνική Βραζιλίας κόντρα στους Ιταλούς στο φιλικό του «Emirates».

Ο Σίλβα είπε ότι κατανοούσε τον προπονητή του Αρσέν Βενγκέρ, ο οποίος δεν του έδινε αρκετό χρόνο συμμετοχής, μια και η ομάδα είχε αρκετούς νεαρούς ποδοσφαιριστές που έπρεπε να πάρουν χρόνο συμμετοχής για να εξελιχθούν. Εδώ η δικαιολογία είναι ότι υπάρχει πίεση από τον κόσμο και ότι δεν μπορούν να ρισκάρουν οι προπονητές τη χρησιμοποίηση νεαρών ποδοσφαιριστών. Ενώ στην Αγγλία, ε; Τι πίεση να έχει ο Βενγκέρ στην Αρσεναλ; Αλλωστε, εδώ παίζουμε μπάλα απαιτήσεων, όχι σαν το κλοτσοσκούφι που παίζουν στην Αγγλία.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube