Ενα πράγμα που χρόνια με προβλημάτιζε είναι το πώς στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα έχουμε ένα πέναλτι ανά τέσσερα ματς και στο ελληνικό πρωτάθλημα, στις εκπομπές των διαιτητοκριτικών, βλέπουμε ότι πρέπει να δίνονται δύο πέναλτι ανά παιχνίδι. Λογική εξήγηση μέχρι στιγμής δεν υπήρχε. Μέχρι το προχθεσινό ματς της ΑΕΚ με τον Ολυμπιακό, όταν το αίνιγμα ξεδιαλύνουν ο Παντελής Καφές, ο Νίκος Κούλης και ο Ραφίκ Τζεμπούρ.
Οι περισσότεροι θα θυμούνται τη φάση που ο Παντελής Καφές συγκρούεται στη μεγάλη περιοχή με τον Αβραάμ Παπαδόπουλο. Και θα τη θυμούνται γιατί είναι η μοναδική φάση στο ματς που θα μπορούσε να δοθεί πέναλτι. Ή μήπως δεν είναι; Γιατί προηγουμένως στο πρώτο ημίχρονο ο Τζεμπούρ κάνει ένα μπάσιμο στην περιοχή του Ολυμπιακού, πάει να περάσει ανάμεσα σε Παπαδόπουλο και Τοροσίδη και τρώει μία σπρωξιά που τον στέλνει στις διαφημιστικές πινακίδες. Ορθιο. Και προσέξτε, εδώ είναι το κομβικό σημείο. Ορθιο. Ο Τζεμπούρ μπαίνει, τρώει τη σπρωξιά, αλλά επειδή δεν είναι ικανή να τον ρίξει κάτω, βγαίνει όρθιος από το γήπεδο. Αν είχε πέσει;
Αν είχε πέσει, η φάση θα αναλυόταν στις τηλεοράσεις μέχρι ναυτίας. Σήμερα θα λέγανε «καλά με τη φάση του Καφέ, που είναι αμφισβητούμενη, αλλά με τη φάση του Τζεμπούρ, που ήταν ο ορισμός του πέναλτι;». Η εξήγηση για τα τρία πέναλτι ανά ματς στο ελληνικό πρωτάθλημα είναι ότι οι παίκτες πέφτουν. Σημαδεύουν τον αντίπαλο και κουτουλάνε πάνω του. Δεν τους κάνουν πέναλτι. Πάνε για το πέναλτι και όταν κάποιος έρμος αμυντικός βρίσκεται κοντά τους, βουτάνε και αρχίζει η κουβέντα. «Δες εδώ. Ο αντίπαλος τον σπρώχνει και αναγκάζεται να πέσει». «Οχι. Τον τραβάει και πέφτει». «Λάθος. Τον προσβάλλει και πέφτει».
Και θα υπάρχουν και αυτοί που δεν νομίζουν ότι είναι πέναλτι. «Το πόδι του επιθετικού πήγε στο πόδι του αμυντικού και όχι το αντίστροφο». «Η μπάλα δεν βρίσκεται στην κατοχή του επιθετικού, ενώ η γενική κατεύθυνση του αμυντικού δεν είναι συμβατή με την αντίστοιχη του αντιπάλου». Στο τέλος αυτοί που θέλουν τη φάση να είναι πέναλτι θα συνεχίζουν να το πιστεύουν και αυτοί που δεν θέλουν θα λένε «δεν είναι».
Ο μόνος κανόνας για να δίνεται πέναλτι από πέσιμο του επιθετικού είναι αν εμπίπτει στο «αξίωμα Τζεμπούρ». Επεσε επειδή δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος ή επειδή βρήκε την ευκαιρία να πέσει; Αυτό που κατ' ευφημισμόν και για να μη γράφεται με καραγκιοζιλίκι γράφεται «κέρδισε το πέναλτι». Αν οι παίκτες σταματούσαν να πέφτουν στο πρώτο ακούμπημα, θα είχαμε και λιγότερα επεισόδια, γιατί με τις βουτιές εξαγριώνεται η κερκίδα. Και μην πάμε στο εύκολο επιχείρημα «ας μην τα δίνουνε οι διαιτητές». Πρώτα ο παίκτης που βουτάει φταίει και μετά ο διαιτητής. Το «θέατρο» είναι από τις μεγάλες κατάρες του ελληνικού ποδοσφαίρου και ο μόνος τρόπος να περιοριστεί είναι να μην κρύβονται πίσω από την τηλεοπτική κουρτίνα οι θεατρίνοι.
Aς πούμε λοιπόν ότι ο Φελπς δεν κάπνιζε φούντα. Σκεφτείτε τι θα είχε κάνει το παιδί. Θα είχε πάρει 47 χρυσά μετάλλια, θα είχε κατεβάσει το ρεκόρ στα 100 ελεύθερο στα 4 δευτερόλεπτα και στον ελεύθερο χρόνο του θα είχε εφεύρει το τηλεκοντρόλ με τα εννέα κουμπιά. Επειδή όμως ο Φελπς έπεσε θύμα των ναρκωτικών, στα 24 του είναι ο μεγαλύτερος κολυμβητής όλων των εποχών, με οκτώ στα οκτώ χρυσά στους Ολυμπιακούς του Πεκίνου και μια χαρά φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν.
Για να φανεί πόσο γελοίο είναι να συγκαταλέγεται η ινδική κάνναβη στα απαγορευμένα φάρμακα της ΔΟΕ. Και με το χέρι στην καρδιά ρωτήστε κάθε προπονητή που έχει αρκετή μόρφωση για να μην προσπαθεί να ανοίξει το βιβλίο στη ράχη για να το διαβάσει. Ρωτήστε τον «τι προτιμάς να κάνει ο αθλητής σου μετά τον αγώνα για να ηρεμήσει; Να πιει τρεις μπίρες ή να καπνίσει φούντα χωρίς καπνό; (όπως έκανε ο Φελπς στη φωτογραφία)». Και αν δεν σας απαντήσει το δεύτερο, δεν ξέρει τι λέει.
Επειδή λοιπόν για μια ακόμα φορά θα γίνει η προσπάθεια από τους πονηρούς να τα μπλέξουν και να πούμε «γιατί τώρα δεν κατηγορούν τον Φελπς, όπως κατηγορούσαν τη Φανή μας, την Κατερίνα μας, τον Κώστα μας, την Αθανασία μας και σχεδόν όλους του αρσιμπαράδες;», υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά στα απαγορευμένα. Υπάρχουν αυτά που απαγορεύονται επειδή ο αθλητής τα παίρνει για να έχει παράνομο αβαντάζ έναντι των αντιπάλων του και αυτά που απαγορεύονται για να διατηρείται το clean cut είδωλο της ΔΟΕ.
Οπως ο Γιώργος Παπανδρέου έμαθε γρήγορα ότι ο πολιτικός πρέπει να είναι υποκριτής και μάζεψε τις δηλώσεις του για νομιμοποίηση της ινδικής κάνναβης, έτσι και η ηγεσία της ΔΟΕ για να φτάσει εκεί που είναι κάτι ξέρει από υποκρισία. Για να έχει, λοιπόν, τις συντηρίκλες με το μέρος της κόλλησε την ινδική κάνναβη στα απαγορευμένα και οι Ολυμπιακοί παραμένουν το θέαμα για όλη την παγκόσμια οικογένεια, κάτι σαν ταινία του Ντίσνεϊ. Οπου ακόμα και οι κακοί έχουν πλάκα και οι καλοί δεν πίνουν, δεν καπνίζουν και δεν το κάνουν πριν παντρευτούν.
Η πραγματική όμως ζωή είναι άλλη ιστορία και πιο εύκολα τα φτιάχνει ο Βωβός με κορμοράνο, παρά κάθεται να παίξει και δεύτερο ματς ένας Αγγλος που έχει συμπληρώσει μια εβδομάδα στην Ελλάδα πρεΜατ Νταρμπισάιρ. Η εμφάνιση όμως του Νταρμπισάιρ στην Τούμπα θα είναι και μια δοκιμασία ενηλικίωσης. Πώς οι νεαροί Ταμίλ παίρνουν μέρος σε ταυρομαχίες σαν άσκηση ενηλικίωσης, έτσι και με τον Νταρμπισάιρ ο Βαλβέρδε πρέπει να του δώσει εντολή να εκτελέσει το πρώτο κόρνερ που θα κερδίσει ο Ολυμπιακός στην πλευρά της θύρας 4Α. Το τεστ μπορεί να ονομάζεται «Της Μαλαματίνας». Ετσι και ο Νταρμπισάιρ μπορέσει να εκτελέσει το κόρνερ και η μπάλα φτάσει στην περιοχή, έχει την ψυχή να αγωνίζεται στην Ελλάδα.
Αφού το θέμα ήρθε στους καινουργιοφερμένους, μια αναφορά στον Λίνο του ΠΑΟΚ. Η αρχική μου εντύπωση ήταν ότι το πλέον ενδιαφέρον στοιχείο του Λίνο ήταν η ομοιότητα του με τον Κουμόρτζι. Τους αγοράζεις και έχεις δύο υπέροχα bookends για εγκυκλοπαίδειες. Το ματς όμως με τον Εργοτέλη το «καθαρίζει» ο Λίνο με τις δύο σέντρες που βγάζει για να μπουν τα γκολ. Τέτοιες σέντρες δεν έχουν βγει από την εποχή που ο Γεωργάτος αγόραζε τσατσάρες.
Το περίεργο είναι ότι στο προηγούμενο ματς η μεγάλη αδυναμία του Λίνο ήταν η κοντή πάσα. Οπότε ποιο μπορεί να είναι το συμπέρασμα; Οτι έχουμε έναν παίκτη με μαγικές πλάγιες σέντρες, αλλά όταν χρειάζεται να δώσει την πάσα των τριών μέτρων, τη δίνει στον αντίπαλο. Το συμπέρασμα είναι ότι όσο λάθος είναι να βγάλεις έναν παίκτη σκάρτο στην πρώτη εμφάνισή του, τόσο λάθος είναι και να τον κάνεις θεό μετά τη δεύτερη. Για να βγάλεις συμπέρασμα για έναν παίκτη το όριο είναι η δεύτερη σεζόν. Αν και στη δεύτερη ο παίκτης δεν τραβήξει, πάει να πει ότι δεν κάνει.
Το μόνο στοιχείο που από το δεύτερο ματς μπορείς να βγάλεις ασφαλή συμπεράσματα για έναν παίκτη είναι το κοντρόλ. Το αξίωμα «Αλβες», που για να κοντρολάρει την μπάλα χρειαζόταν μια απόσταση ίση με αυτήν που χωρίζει το Σύνταγμα από την Ομόνοια. Ο μόνος παίκτης μεγάλης ομάδας που πλησίασε το κοντρόλ του «ζαρκαδιού της Αλ Αχλί» ήταν ο Μπόρχα, «η κόμπρα του Ισημερινού». Επίσης ένας παίκτης που έχει δυνατότητα να ξεπεράσει τη μονάδα «Αλβες» είναι ο Μαϊστόροβιτς. Αλλά όταν είσαι στόπερ, το κοντρόλ είναι μπόνους και όχι προαπαιτούμενο.
Tο «προαπαιτούμενο» το έγραψα επειδή είχαμε μια κουβέντα στο γραφείο για το «απότοκον». Μπορεί και να ακούσαμε λάθος, αλλά υπάρχει η αίσθηση ότι στην τελευταία «Αθλητική Κυριακή» ο Πουρουπουπού είπε «απότοκον». Αν το είπε, προκηρύσσω τον ετήσιο διαγωνισμό «Babiniotis», στον οποίο νικητής θα είναι ο αθλητικογράφος που θα γράψει ή θα πει την πιο εκκεντρική λέξη στην καθαρεύουσα. Ας δούμε, λοιπόν, ποιος θα είναι ο εκλεκτός της ειμαρμένης.