Οσες φορές κι αν ταξίδεψα στο Ισραήλ, άκουγα το ίδιο πάντοτε σενάριο από τα χείλη των ντόπιων: «Το Τελ Αβίβ είναι μία ήρεμη, ασφαλής πόλη. Περπατήστε άφοβα και μην ακούτε τους κινδυνολόγους». Και πράγματι, η νεαρή πρωτεύουσα του ισραηλινού κράτους, μια πόλη ηλικίας ακριβώς εκατό ετών, θυμίζει λουτρόπολη της Κυανούς Ακτής. Ο επισκέπτης που θα κάνει τις βόλτες του κατά μήκος της απέραντης αμμουδιάς ή στις λεωφόρους και τα δρομάκια που βρίσκονται παραμέσα δεν αισθάνεται την παραμικρή απειλή. Τα εστιατόρια και τα μπαρ σφύζουν από ζωή, ενώ τα θεόρατα ξενοδοχεία που στολίζουν την ακροθαλασσιά υποδέχονται καθημερινά εκατοντάδες επισκέπτες.
Πέφτεις για ύπνο ξένοιαστος, έτοιμος να χλευάσεις και να χαρακτηρίσεις υστερικό όποιον μιλάει για έλλειμμα ασφάλειας και παραπονιέται για τα μέτρα ασφαλείας. Τη νύχτα ακούς μες στον ύπνο σου σειρήνες, αλλά υποθέτεις ότι πρόκειται για το συνηθισμένο σάουντρακ των μεγαλουπόλεων. Το πρωί ξυπνάς, ανοίγεις την τηλεόραση και βλέπεις διαμελισμένα πτώματα. «Παγιδευμένο αυτοκίνητο ανατινάχτηκε τα ξημερώματα στην οδό τάδε», ενημερώνει σκυθρωπός ο εκφωνητής. Την οδό τάδε την είχες περπατήσει μόλις το προηγούμενο βράδυ.
Οταν ο Γιάννης Ιωαννίδης ταξίδεψε στο Ισραήλ ως ομοσπονδιακός προπονητής άφησε για λίγο την αποστολή στο Τελ Αβίβ και ταξίδεψε με τον Νίκο Φιλίππου στους Αγίους Τόπους, για το καθιερωμένο προσκύνημα. «Είναι απολύτως ασφαλές», τον διαβεβαίωσαν οι ντόπιοι. «Πάρτε ένα ταξί και ξεκινήστε άφοβα». Οταν έφτασαν εκεί, βρήκαν τους δρόμους κλειστούς και αντίκρισαν σκηνές πανικού. Ενας Παλαιστίνιος καμικάζι είχε σκορπίσει τον τρόμο σε κεντρικό κατάστημα της Ιερουσαλήμ, αφήνοντας πίσω του δεκαπέντε τραυματίες.
Το Ισραήλ δεν υπήρξε ποτέ απόλυτα ασφαλές για τον ανυποψίαστο επισκέπτη, πόσω μάλλον για τους ίδιους τους κατοίκους του, Ισραηλινούς, Παλαιστίνιους ή άλλους. Στις μέρες μας, η κυβέρνηση της χώρας προχώρησε ένα -θρασύτατο- βήμα παραπέρα, βομβαρδίζοντας ανηλεώς τη Λωρίδα της Γάζας και εκτελώντας εν ψυχρώ εκατοντάδες αμάχους, ανάμεσά τους και πολλά παιδιά.
«Δεν υπάρχει πρόβλημα», πασχίζουν ξεδιάντροπα να καθησυχάσουν τις ξένες αποστολές τα αφεντικά του ευρωπαϊκού μπάσκετ, πειρατές και νόμιμοι. Οχυρωμένοι πίσω από κανονισμούς καμωμένους για «κανονικές συνθήκες», ξιφουλκούν από τα λαμπερά τους γραφεία και απειλούν όσους τολμούν να φέρουν αντίρρηση: «Να πάτε κανονικά να παίξετε, αλλιώς θα τιμωρηθείτε».
Περίπου ογδόντα χιλιόμετρα από την πόλη, όπου χθές αγωνίστηκε ο Αρης με τη Μπνέι Χασαρόν για το EuroCup, οι φλόγες του πολέμου τυλίγουν αθώους, ενόχους, υποψιασμένους και ανυποψίαστους. Η εισήγηση ορισμένων τολμηρών για αθλητικό μποϊκοτάζ του Ισραήλ όσο διαρκεί η αιματοχυσία έπεσε φυσικά εις ώτα μη ακουόντων, μια και το χαϊδεμένο παιδί της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής έχει τα ισχυρότατα ερείσματά του. Θα συνεχίσει να τα έχει όσο στηρίζει το στερέωμα με ζεστό χρήμα.
Οι ίδιοι άνθρωποι, οι οποίοι κάποτε εξόρισαν τους φτωχούς Σέρβους στο πυρ το εξώτερον του παγκόσμιου αθλητισμού, αγκαλιάζουν σήμερα τους Ισραηλινούς σαν να έχουν απέναντί τους παρεξηγημένους παλιόφιλους. «Νο πρόμπλεμ», διαβεβαιώνουν τους διαμαρτυρόμενους, τους ευαίσθητους, τους τρομαγμένους και τους δύσπιστους. Τέτοιο, πρόμπλεμ δηλαδή, θα αποκτήσουμε μόνο όταν η αδέσποτη ρουκέτα σκάσει μέσα σε γήπεδο μπάσκετ.
Ακόμα και τότε, βέβαια, θα ευθύνονται οι παλιοχαρακτήρες οι Παλαιστίνιοι...