Οσο περνά ο καιρός, όλο και περισσότερο –τουλάχιστον σε εκείνους που κοιτούν λίγο έξω από την αυλή τους– φαίνεται ότι η οικονομική κρίση επηρεάζει σοβαρά και το ποδόσφαιρο. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το φετινό μεταγραφικό παζάρι θα είναι το μικρότερο από κάθε άλλη χρονιά. Η έλλειψη ρευστότητας στις ομάδες είναι φανερή και οι περισσότερες προτιμούν είτε ελεύθερους, είτε νέους, είτε ποδοσφαιριστές σε τιμή ευκαιρίας. Παραδοσιακά τα περισσότερα χρήματα στις δύο μεταγραφικές περιόδους ξοδεύονται (τα τελευταία χρόνια) στην Αγγλία.

Εκεί όπου διεξάγεται το δημοφιλέστερο, ακριβότερο και πλουσιότερο πρωτάθλημα του κόσμου. Εκεί όμως που οι τρεις από τις τέσσερις μεγαλύτερες ομάδες έχουν χρέη τα οποία ξεπερνούν τα 3 δισ. ευρώ. Μικρότερα χρέη έχουν οι υπόλοιπες ομάδες στην Πρέμιερσιπ, οι οποίες όμως έχουν τα υψηλά «σίγουρα» έσοδα της συμφωνίας πώλησης τηλεοπτικών δικαιωμάτων, τα καλά έσοδα από το αποτελεσματικό μάρκετινγκ και μέχρι πριν από λίγο καιρό και τα υψηλά έσοδα από τα εισιτήρια. Οπως δείχνουν οι μέχρι τώρα κινήσεις των τεσσάρων μεγάλων του αγγλικού ποδοσφαίρου, το παζάρι του Ιανουαρίου θα είναι πολύ φτωχό, με μία μόνο εξαίρεση, τη Μάντσεστερ Σίτι, η οποία φέρεται έτοιμη να δαπανήσει ένα ποσό περίπου 100 εκατομμυρίων στερλινών.

Οι Αραβες ιδιοκτήτες της (ένθετη φωτό) δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας, αλλά σε λίγο καιρό θα διαπιστώσουν ότι εκείνο που χρειάζονται περισσότερο από όλα είναι έναν άνθρωπο που να γνωρίζει πώς πρέπει και πού να ξοδευτούν αυτά τα χρήματα. Ειδικά σε μία τόσο δύσκολη εποχή. Θυμίζω πως όταν οι Αραβες μπήκαν στο αγγλικό ποδόσφαιρο, τα οικονομικά δεδομένα ήταν τελείως διαφορετικά. Και αυτό υπό προϋποθέσεις μπορεί να προκαλέσει και την εξίσου ηχηρή αποχώρησή τους.

Με οδυνηρές συνέπειες, όχι μόνο για τη Μάντσεστερ Σίτι. Επιστρέφω στην εικόνα της μεταγραφικής κίνησης του Ιανουαρίου για να επισημάνω απλώς πως ούτε ο «Κροίσος» της Πρέμιερσιπ, ο Αμπράμοβιτς, δείχνει πρόθυμος να ξοδέψει, ούτε η Γιουνάιτεντ, που προτίμησε να αγοράσει δύο νεαρούς Σέρβους 17 και 21 ετών, αλλά ούτε και η Αρσεναλ. Η Λίβερπουλ εδώ και καιρό έχει οικονομικά προβλήματα εξαιτίας των ανοιγμάτων που έκαναν οι ιδιοκτήτες της και δεν μπορεί ούτε και αυτή να ξοδέψει χρήματα.

Από την άλλη, υπάρχει και μία ακόμα παράμετρος που επηρεάζει τις κινήσεις των αγγλικών ομάδων στο μεταγραφικό παζάρι, κυρίως όσον αφορά στόχους έξω από το νησί. Και αυτή η παράμετρος έχει να κάνει με την υποτίμηση της στερλίνας, που –σχεδόν– είναι ίση με ένα ευρώ πλέον. Το γεγονός αυτό υποβαθμίζει σε μεγάλο βαθμό την αγοραστική δύναμη και την υπεροχή που είχαν οι αγγλικές ομάδες κινούμενες στην ευρωπαϊκή και τη διεθνή αγορά. Οι αγγλικές ομάδες, πέρα από τους περιορισμούς που θέτουν τα προβλήματα ρευστότητας, δεν θα μπορούν να προσφέρουν και δελεαστικά συμβόλαια, όπως έκαναν στο παρελθόν, για να δελεάσουν τους πιθανούς μεταγραφικούς στόχους τους.

Η εικόνα αυτή δημιουργεί μία νέα κατάσταση στην ευρωπαϊκή, κατ' αρχήν, αγορά, μια και αφήνει χώρο στις ομάδες και άλλων ευρωπαϊκών χωρών να μπουν (όσες έχουν τα χρήματα για να το κάνουν) με πολύ περισσότερες απαιτήσεις στο μεταγραφικό παζάρι. Γερμανοί και Ιταλοί κατά πρώτο λόγο, αλλά και Ισπανοί θα μπορούν να διεκδικήσουν ποδοσφαιριστές που σε άλλες συνθήκες θα κατευθύνονταν χωρίς συζήτηση στην Πρέμιερσιπ. Δεν είναι ακόμα καθαρό αν αυτή η κατάσταση θα έχει και αντίστροφη πορεία.

Αν δηλαδή δημιουργηθούν οι συνθήκες που θα επιτρέψουν και ένα κύμα εξόδου ποδοσφαιριστών από τις αγγλικές ομάδες προς άλλα πρωταθλήματα, κυρίως της Ιταλίας και της Ισπανίας. Είναι πιθανόν η οικονομική κρίση να δημιουργήσει μία εικόνα ισότητας στη μεταγραφική αγορά, με την αποδυνάμωση της αγοραστικής δύναμης των αγγλικών ομάδων. Και αυτή θα είναι μία από τις λιγότερο οδυνηρές πλευρές της οικονομικής κρίσης, η οποία επηρεάζει και το ποδόσφαιρο.

Η κατάρα της μονομέρειας

Στα μάτια μου, πολλές φορές, είναι απαράδεκτος ο τρόπος που οι Ελληνες ποδοσφαιρόφιλοι αντιμετωπίζουν το παιχνίδι, τις ομάδες τους και τη σχέση του ελληνικού με το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Σε παλαιότερες εποχές, όταν το μονοπώλιο της πρόσβασης στην πληροφόρηση ήταν ένα προνόμιο των ΜΜΕ, τότε μία τέτοια προσέγγιση θα την καταλάβαινα. Τώρα που με το Διαδίκτυο όλοι έχουν πρόσβαση σε πηγές που έχουν και οι δημοσιογράφοι, έχουν και την πληροφόρηση και τα ερεθίσματα για να διαμορφώνουν μία περισσότερο ολοκληρωμένη άποψη.

Κι όμως. Η μονομερής προσέγγιση σε όλα τα ζητήματα είναι περισσότερο διαδεδομένη από ποτέ. Πρόκειται για μία κατάσταση που καλλιεργείται. Το κοινό εκπαιδεύεται. Με τις οπαδικές εφημερίδες που υποστηρίζουν τη «δική» τους αλήθεια, η οποία είναι καλύτερη από τις «αλήθειες» των άλλων. Με την απουσία των φιλάθλων των αντιπάλων από τα γήπεδα. Στο γήπεδο πάμε πλέον να δούμε την ομάδα μας μόνο εμείς που την υποστηρίζουμε. Οι άλλοι δεν έχουν θέση στο γήπεδό «μας» (η αποδοχή της εξορίας των φιλάθλων της αντίπαλης ομάδας από το γήπεδο θα εκπαιδεύσει τους οπαδούς να εξορίσουν και κάθε αντίθετη άποψη από τον ορίζοντα ενός δημόσιου διαλόγου).

Με την εκπαίδευση που παρέχει η εκπομπή της δημόσιας τηλεόρασης με τίτλο «Αθλητική Κυριακή», με τους εκπροσώπους των ομάδων που με το πρόσχημα της ανάλυσης υπερασπίζονται τα συμφέροντα των τριών μεγάλων. Ούτε εκπρόσωποι Τύπου να 'ταν. Η μονομέρεια είναι μία ιδιότητα επίκτητη. Οσο περισσότερο σε εκπαιδεύουν –από το σχολείο με την άφτιαστη μέθοδο της παπαγαλίας– να μην αποδέχεσαι την αντίθετη άποψη, να μη σκέφτεσαι κριτικά, να μη ζυγίζεις τα επιχειρήματα, να μην απαιτείς καλύτερη ποιότητα στην ενημέρωση, να παίρνεις μόνο τη θέση που υποστηρίζουν οι περισσότεροι (για να νιώθεις ασφαλής), να θεωρείς την ανεκτικότητα μειονέκτημα και τον «τσαμπουκά» αρετή, να θεωρείς την προσπάθεια χάσιμο χρόνου και την ιδιοτέλεια αρετή, όταν οι άνθρωποι εκπαιδεύονται με αυτόν τον τρόπο, ανάλογες θα είναι και οι αντιδράσεις τους. Το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι που κάποιοι έχουν αναγάγει σε κάτι πολύ σπουδαιότερο, μόνο και μόνο γιατί οι ίδιοι με αυτόν τον τρόπο έχουν περισσότερα οφέλη. Ο περιβάλλων χώρος ενός παιχνιδιού σταδιακά μεταβάλλεται σε αρένα μονομέρειας, μισαλλοδοξίας και φανατισμού. Και αυτό έχει συνέπειες.

Το γενικό πρόσταγμα

Η «κοινή» δήλωση Βαρδινογιάννη – Βγενόπουλου δείχνει πάνω απ' όλα ότι το γενικό πρόσταγμα το έχουν οι μέτοχοι, οι οποίοι δίνουν και τις κατευθύνσεις. Ούτε οι φίλαθλοι, ούτε οι εφημερίδες, αλλά ούτε ο προπονητής. Και ότι όλοι –και του προπονητή συμπεριλαμβανομένου– κρίνονται. Και η αποτίμηση των θετικών και των λαθών τους θα γίνει τον καιρό που οι μέτοχοι θα επιλέξουν ή που έχει οριστεί. Ο κ. Βγενόπουλος, όσον αφορά τον προπονητή, είχε ανακοινώσει πως θα κριθεί τον επόμενο χρόνο.

Οταν θα έχει και την ευθύνη –μαζί με τον τεχνικό διευθυντή– του αγωνιστικού σχεδιασμού. Γιατί τις μεταγραφές του καλοκαιριού δεν τις έκανε ο προπονητής, του οποίου φυσικά αποστολή είναι να δουλεύει με το υλικό που έχει στα χέρια του. Αλλά και να επισημαίνει τις ανεπάρκειές του και τις ελλείψεις του. Ισως στις υποχρεώσεις του προπονητή να περιλαμβάνεται και η αποδοχή των συστάσεων των μετόχων. Στον ΠΑΟ τα πάντα είναι υπό έλεγχο. Οι σπασμωδικές αντιδράσεις (εδώ και τώρα μεταγραφές, άχρηστος ο τεχνικός διευθυντής, «περίεργος» ο προπονητής, να τον αλλάξουμε) αποκαλύπτουν προβληματική οργάνωση, αδράνεια και αμηχανία σε διοικητικό επίπεδο. Και αυτό είναι εκείνο που οι μέτοχοι του ΠΑΟ, τουλάχιστον οι δύο μεγαλύτεροι, θέλησαν να δείξουν –με την προχθεσινή δήλωσή τους– ότι δεν υφίσταται. Γιατί πολλή «γκρίνια» ακουγόταν τελευταία για μεταγραφές, διαιτησία και αδυναμία των μετόχων να προστατέψουν την ομάδα.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube