Δεν έχω συνέλθει ακόμα από το προχθεσινό μεθύσι, λατρεμένε αναγνώστη. Ηταν το πρώτο της χρονιάς και ομολογώ ότι το απόλαυσα. Ο εθνικός σπορτκάστερ να είναι καλά, που έδωσε το έναυσμα για να ξεκινήσει το γλέντι. Μόλις ο θείος Αμάραντος άκουσε ότι ο Κώστας μου, παρέα με τον Γιάτσεκ, θα περιέγραφαν το ντέρμπι του πολυμετοχικού με την ΑΕΚ, μόνο που δεν λιποθύμησε από τη χαρά του…
Ο θείος έβαλε το cd του Νταλάρα και άρχισε να τραγουδά εκστασιασμένος: «Μου ξανάρχονται ένα ένα, Euro δοξασμένα…». Ο καλός μου θυμήθηκε τις μεγάλες στιγμές των αγοριών μου στο τελευταίο Euro, όταν είχαν γράψει ιστορία, συμπληρώνοντας μοναδικά ο ένας τον άλλο στην περιγραφή. Ο Κώστας μου ήταν ο τέντζερης και ο Γιάτσεκ το καπάκι. Mon Dieu, Βερνίκος, Γκμοχ και Νταλάρας έκαναν πιο όμορφο το κυριακάτικο βράδυ μου. Τόση συγκίνηση πώς να την αντέξω ο καψερός;
Σκέφτομαι, dear, πως αν ο Κώστας μου δεν ήταν τόσο ψυχοπονιάρης για να αφήνει τους Λιαλιάτσηδες και τους Βλάχους να περιγράφουν κι αυτοί κάνα ματς και δεν επέλεγε ο ίδιος μόνο τα παιχνίδια-φιλέτα, το «Πάρτι της ζωής σου» θα είχε τελειώσει τώρα. Εμ, βέβαια, χρυσέ μου, ποιος νομίζεις ότι θα έβλεπε τον Παυλόπουλο και τον «Λε-Πα» στον Alter, όταν κάθε Κυριακή στην πίστα της ΝΕΤ θα ήταν κοτζάμ εθνικός σπορτκάστερ; Θα άφηνες εσύ ποτέ τον αστακό για την αθερίνα;
Πάντως, επειδή δεν θέλω να τον αδικώ τον Κώστα μου, πρέπει να παραδεχτώ ότι ήταν εξαιρετικός. Ούτε κανένα Μαυρέα πήρε το μάτι του αυτή τη φορά ούτε μάδησε τη μαργαρίτα για να βρει αν ο τερματοφύλακας της ΑΕΚ λέγεται Σάχα ή Σαχά. Στο «Σάχα» κάθισε η μπίλια απ' την αρχή και εκεί έμεινε. Το μόνο πρόβλημα που είχε το καμάρι μου ήταν όταν έπαιρνε την μπάλα ο Πλιάτσικας. Ο Βασίλης ήταν φρεσκοκουρεμένος και χωρίς το πλατινέ μαλλί του πια έφερνε λίγο στον Ενσαλίβα. Με το δίκιο του ο Κώστας μου τους μπέρδεψε καμιά δεκαριά φορές. Σαν δυο σταγόνες νερό έμοιαζαν τα χρυσά μου...
Μετά το κυρίως πιάτο, το οποίο περιελάμβανε εθνικό σπορτκάστερ, ακολούθησε το επιδόρπιο του Πουρουπουπού. Για να πω την αμαρτία μου, κατέβαλα φιλότιμες προσπάθειες για να καταφέρω να παρακολουθήσω την «Αθλητική Κυριακή» μέχρι το τέλος, όμως δεν τα κατάφερα. Τα αυτιά μου είχαν αρχίσει να βουίζουν. Απ' τη μια ήταν η Αννούλα η Καραμανλή, η οποία έβηχε χειρότερα και απ' τον Γιάννη Λοβέρδο, όταν ακόμα έκανε πρωινάδικο, και απ' την άλλη τα παράσιτα απ' το κινητό του γλυκού Παύλου με τρέλαιναν.
Μέχρι να του έρθει το ευλογημένο μήνυμα απ' τον πρόεδρο των βρακοφόρων με τη μαντινάδα της εβδομάδας, η ηχορύπανση δεν παλεύεται κάθε φορά. Ο Πουρουπουπού έχει ανοικτό το κινητό του, δημιουργώντας έτσι ένα μοναδικό ακουστικό αποτέλεσμα, το οποίο σε συνδυασμό με τη φωνή του Κατσαρού την ώρα που λέει «σωστά», σου κόβει την ανάσα. Αν ο Παύλος μου δεν ήταν τόσο ευαίσθητος, μπορεί και να του υπενθύμιζα ότι υπάρχει και το φαξ για να κάνει τη δουλειά του. Δεν το κάνω, όμως, για να μην τον πληγώσω. Η ΕΡΑ του Αρι και του Μίλτου τον χρειάζεται ακμαίο κι όχι μουρτζούφλη.
Το κλου της βραδιάς συνέβη όταν οι παρουσιαστές της εκπομπής προανήγγειλαν το ρεπορτάζ με τις δηλώσεις του Κύρου Βασσάρα. Σκέφτηκα, sugar, ότι ασφαλώς επρόκειτο για τη δημοσιογραφική επιτυχία της δεκαετίας. Τελικά και εγώ και τα αγόρια μου με τη χαρά μείναμε. Ο Βασσάρας βγήκε απ' τα αποδυτήρια, χάρισε το πιο αστραφτερό χαμόγελό του σε καμιά δεκαπενταριά δημοσιογράφους που τον είχαν περικυκλώσει και μετά κόπων και βασάνων έκανε την εξής βαρυσήμαντη δήλωση: «Καλή χρονιά, παιδιά. Εντάξει, σας ευχαριστώ πολύ». Ανθρακες ο θησαυρός, πολυαγαπημένε…
Να μην ξεχάσω και το πουλέν μου, τον αρρενωπό Νίκο Οικονομόπουλο. Ο Νίκος πραγματικά έκλεψε –όπως συνηθίζει άλλωστε– την παράσταση με τις καίριες παρεμβάσεις του και τις καταπληκτικές ερωτήσεις του. Αυτή τη φορά ο τυχερός της βραδιάς, τον οποίο ο καλός μου «μαστίγωσε» με τις ερωταπαντήσεις του (πάντα μέσα στις ερωτήσεις του Οικονομόπουλου βρίσκεται καλά κρυμμένη και η απάντηση), ήταν ο Σαλπιγγίδης.
Ο Νίκος μου τον πλησίασε και χωρίς οίκτο του πέταξε το γάντι: «Τώρα η διαφορά από τον Ολυμπιακό και τον ΠΑΟΚ μεγάλωσε. Δεν τα παρατάτε, όμως, έτσι;». Ο Δημητράκης, που είναι παιδί με χιούμορ, έδωσε τόπο στην οργή και απάντησε τελικά, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού του τα χειρότερα. Διότι είναι πολύ πιθανόν πέντε «τελικούς» (sic) πριν από τη λήξη του πρωταθλήματος και με τη διαφορά του πολυμετοχικού απ' τον σωκρατικό να έχει φτάσει στους 14 βαθμούς, ο Οικονομόπουλος να τον ξαναπετύχει και να αμολήσει τη ρουκέτα του: «Η διαφορά παραμεγάλωσε. Υπάρχουν, ωστόσο, ακόμα μαθηματικές ελπίδες. Δεν τα παρατάτε ακόμα, έτσι;».
Αν ο Θεός του Βερνίκου διέθετε το χιούμορ της Ντέπυς Γκολεμά, πιστέ μου αναγνώστη, μία συγκεκριμένη φάση του ντέρμπι θα έπρεπε να είχε διαφορετική εξέλιξη. Κλείσε τα μάτια και θυμήσου, dear. Είναι η στιγμή που η ΑΕΚ κερδίζει κόρνερ και πηγαίνει ο Μπασινάς να το εκτελέσει. Ο Κυργιάκος πιάνει την κεφαλιά και ο χρόνος σταματάει. Τα κλάσματα του δευτερολέπτου που μεσολάβησαν φάνηκαν στον Κώστα μου, τον «Ζουν», τον Πιτιακούδη και τα άλλα παιδιά αιώνες. Μέχρι να καταλήξει η μπάλα στο δοκάρι, τα χρυσά μου πήγαν κι ήρθαν.
Ο χειρότερος εφιάλτης πέρασε μπροστά απ' τα μάτια τους. Γκολ έπειτα από συνδυασμό Αγγελή – «Αλανιού» δεν θα χωνευόταν με τίποτα. Το μόνο που θα απέμενε μετά θα ήταν ο «ιπτάμενος κηπουρός» στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» να αποκρούσει βολίδα του Μάντζιου και στη συνέχεια να πάρει την μπάλα να ντριμπλάρει τον μισό πολυμετοχικό και με σουτ απ' τη σέντρα να κρεμάσει τον Γκαλίνοβιτς, χαρίζοντας στο 93' τη νίκη στον σωκρατικό. Και μόνο που το σκέφτομαι, ο Κώστας μου ανατριχιάζει…
«Χε-Λάκης ο γλυκούλης»
Πρόκειται για τη νέα υπερπαραγωγή της θείας Λουκρητίας, που σε λίγους μήνες θα βγει στους κινηματογράφους. «Ο Χε-Λάκης ο γλυκούλης» είναι ένας προπονητής αδικημένος απ' τη μοίρα και τη ζωή, επειδή το ταλέντο του ποτέ δεν αναγνωρίστηκε. Αν υπήρχε αξιοκρατία σε αυτή τη χώρα, λατρεμένε, σήμερα θα μιλάγαμε για εκείνον και όχι για τον Τεν Κάτε ή τον Ντούσαν. Ατιμη κοινωνία...