Όλα ξεκίνησαν σε ένα ιταλικό εστιατόριο. Σε τέτοια μέρη γεννιούνται συνήθως οι μεγάλες επαναστάσεις. Αυτή η επανάσταση όμως δεν ήταν κοινωνική. Ήταν προσωπική. Και ήταν από αυτές που ο καθένας από εμάς επιχειρεί να κάνει κάθε χρόνο τέτοιες μέρες. «New year’s resolution» το αποκαλούν και αν για κάθε μια από αυτές τις αποφάσεις που πάρθηκαν αρχές του νέους έτους και δεν υλοποιήθηκαν ποτέ, είχα ένα μακαρόνι, τώρα θα είχα φτιάξει μακαρονάδα για τουλάχιστον έξι ενήλικες, δυο μικρά παιδιά και ένα μικρό κατοικίδιο ζώο.

«Θα θέλατε παρμεζάνα στα ζυμαρικά σας;» μου είπε ο σερβιτόρος. «Όχι μ’ αρέσει να καίω τον ουρανίσκο μου από βίτσιο» σκέφτηκα να του απαντήσω, αλλά τελικά είπα ένα «ναι» και γλύτωσα από το απορημένο βλέμμα που θα μου έριχνε. Είχα αρχίσει ταυτόχρονα να δουλεύω στο μυαλό μου όλες αυτές τις τολμηρές αποφάσεις που έπρεπε να πάρω. «Έτοιμες οι φλογέρες με κοτόπουλο» είπε πάλι ο σερβιτόρος που είχε κάτι το ενοχλητικό πάνω του αλλά δεν μπορούσα να διακρίνω τι. Ίσως να ήταν εκείνη η κονκάρδα που φόραγε στο πέτο, με μια φωτογραφία της Άννας Βίσση. «Η Θεά επέστρεψε» έγραφε πάνω. «Δεν υπάρχει σωτηρία για σένα αγόρι μου» σκέφτηκα την ώρα που δοκίμασα μια μπουκιά από τις φλογέρες κοτόπουλο. «Για μισό λεπτό. Δεν υπάρχει ίχνος κοτόπουλου στις φλογέρες» είπα στον νεαρό φαν της Βίσση. «Το γνωρίζω κύριε. Έχουν απλά το σχήμα. Δεν διαβάζετε τα μικρά γράμματα στο μενού;». Να μια απόφαση για την νέα χρονιά που μόλις πήρα. Από εδώ και πέρα θα διαβάζω τα μικρά γράμματα. Και ας πάθω επιληψία προσπαθώντας να ακολουθήσω τη μικροσκοπική γραμματοσειρά στις διαφημίσεις των αυτοκινήτων και των τραπεζών.

Μου φάνηκε αδύνατον να συνεχίσω το σχεδιασμό μου για τη νέα χρονιά κάτω από αυτές τις συνθήκες. Ίσως αργότερα όταν γυρνούσα στο σπίτι να τα κατάφερνα καλύτερα. Πλήρωσα το λογαριασμό και σηκώθηκα να φύγω. « Σας ευχαριστούμε πολύ. Σας εύχομαι να έχετε μια καταπληκτική χρονιά» είπε ο νεαρός φαν της Βίσση που μου έκλεινε την πόρτα προς την έξοδο. Η επόμενη σκηνή πέρασε μπροστά από τα μάτια μου, σαν αληθινή (αφού όταν μυριστώ γκαντέμη σπάνια κάνω λάθος). Ένα κέρμα να φεύγει από το χέρι μου, να προσγειώνεται στη σχισμή του τζουκ μποξ και ταυτόχρονα να αρχίσει να ακούγεται από τα ηχεία ο Moby. «That’s when I reach for my revolver…» τραγουδούσε ο συμπαθής καράφλας την ώρα που έλυνα (όχι με ειρηνικό τρόπο, όπως επιβάλλει το πνεύμα των ημερών) τις διαφορές μου με το κεφάλι του νεαρού φαν της Βίσση. «Patience young skywalker» είπε μέσα στο μυαλό μου μια φωνή από έναν γαλαξία όχι και τόσο μακρινό. «Να σαι καλά» του είπα τελικά και έφυγα με ταχύ βήμα.

Μόνο τα Φώτα μας έμειναν και τις «φάγαμε» τις γιορτές. Ευτυχώς. Χωρίς τον πολύχρωμο φωτισμό το μυαλό θα καθάριζε από την χαρούμενη ψευδαίσθηση και οι στόχοι που έπρεπε να μπουν, θα φαίνονταν πιο εύκολα στον ορίζοντα. Υπήρχε όμως και ένα άλλο πρόβλημα. Δεν μπορούσα να λειτουργήσω κάτω από συνθήκες πίεσης και συνήθως οι βιαστικές αποφάσεις δεν είναι και οι καλύτερες. Την τελευταία φορά που με πίεσαν να αποφασίσω για κάτι γρήγορα, βρέθηκα οδηγός σε ένα άσπρο αμάξι που κουβάλαγε κάτι τενεκεδάκια από πίσω. «Just Married» έγραφε μια ταμπέλα, ενώ κάτι τύποι μου πέταγαν ρύζι.

Μετά από ένα δεκάλεπτο περπάτημα, βρήκα επιτέλους που είχα παρκάρει, και πήρα το δρόμο προς το σπίτι. Οι σκέψεις για τη νέα χρονιά ήρθαν στο μυαλό μου σαν καταιγίδα. «Όχι δεν θα κόψω το κάπνισμα. Όχι δεν θ’ αρχίσω γυμναστήριο. Όχι δεν θα γίνω πιο κοινωνικός. Όχι δεν θα σταματήσω να αφήνω αναμμένο το θερμοσίφωνα. Όχι δεν θα σταματήσω να φοράω διαφορετικό χρώμα κάλτσες. Αυτές βρήκα τι να κάνω;» Αποφάσεις δεν είναι και αυτές;

*Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο SMS της Κυριακής 4/01/09

Προσευχές, μετάνοιες, λιτανείες και εξομολογήσεις στο: Deepthoughts2008@hotmail.com
Εχουμε ανοίξει καιρό τώρα και σας περιμένουμε.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube