Οταν μια ανακοίνωση ξεκινάει «Αποτελεί καθήκον και ελάχιστη υποχρέωσή μας να ευχαριστήσουμε και να συγχαρούμε το σύνολο των χιλιάδων οργανωμένων και μη φιλάθλων μας που βρέθηκαν χθες στο κατάμεστο σχεδόν Αλκαζάρ», όπως ήταν η ανακοίνωση της ΠΑΕ Λάρισας. Οταν η ανακοίνωση συνεχίζει «Δημιουργώντας ατμόσφαιρα αντάξια ενός ντέρμπι, συνέβαλλαν με τη συμπεριφορά τους τα μέγιστα στην περιφρούρηση της ομαλής διεξαγωγής του αγώνα χωρίς την παρουσία αστυνομικών δυνάμεων εντός του αγωνιστικού χώρου».

Και η ανακοίνωση προσθέτει: «Ταυτόχρονα με τη θετική διάθεση και τη συνεργασία τους συνέδραμαν στη διατήρηση αυτής της ομαλότητας και πέριξ του γηπέδου, τόσο πριν από την έναρξη όσο και μετά τη λήξη του». Για να φτάσει στο «Μεμονωμένο περιστατικό όπως η επίθεση ορισμένων σε συγκεκριμένο δημοσιογραφικό θεωρείο καταδικάζεται απερίφραστα και φυσικά δεν πρόκειται να επαναληφθεί» αλλά για να τελειώσει με το «... σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αμαυρώσει την εικόνα ενός κοινού που κοσμεί με την παρουσία του το ελληνικό ποδόσφαιρο, δείχνει τον δρόμο και αξίζει το καλύτερο για την ομάδα του», τι μπορείς να πεις αν αυτό το κείμενο θεωρείται συγγνώμη; Στην καλύτερη των περιπτώσεων «καλύτερα να μην την έκανες, ρε φίλε». Αφού για την επίθεση οπαδών της Λάρισας σε δύο δημοσιογράφους στα θεωρεία η ανακοίνωση «συγγνώμης» της ΠΑΕ με το μόνο που ασχολείται είναι να εκθειάζει το κοινό της ομάδας, βάζοντας δύο κουβέντες και με το ζόρι για το επίμαχο περιστατικό χωρίς να ξεχάσει να το χαρακτηρίσει «μεμονωμένο» προσθέτοντας ότι δεν θα επαναληφθεί, σαν να ομολογεί η ΠΑΕ ότι έχει έλεγχο στους οπαδούς που έκαναν το επεισόδιο.

Οι αντιδράσεις του ΠΣΑΤ, που έγιναν από ανακοίνωσή του θα έχουν νόημα αν δεν μείνουν λόγια στο χαρτί. Γιατί πρώτον η Λάρισα δεν έδειξε καμία έμπρακτη μεταμέλεια με αυτή την ανακοίνωση με μπόλικο ύμνο στους οπαδούς της και με ένα κερασάκι συγγνώμης. Δεύτερον γιατί η επίθεση έγινε δυνατή μετά από απόφαση της Λάρισας σε συνεργασία με την Αστυνομική Διεύθυνση της πόλης να μην υπάρξει αστυνομική δύναμη στον αγωνιστικό χώρο. Οπότε την ασφάλεια του χώρου αναλάμβανε θεωρητικά ο Κώστας Πηλαδάκης, αλλά επειδή αν δεν κάνω λάθος δεν είναι θεσμός, η ευθύνη παρέμεινε στα χέρια της αστυνομίας. Θα έχει λοιπόν ενδιαφέρον η αιτιολόγηση της απόφασης του διευθυντή της αστυνομίας Λάρισας να εκχωρήσει την ασφάλεια του χώρου στην ΠΑΕ και τον Κώστα Πηλαδάκη και αν η απόφαση συνοδευόταν από γραπτή δέσμευση ή πρακτικό. Αν όχι ο διευθυντής είναι ουσιαστικά υπεύθυνος για την επίθεση και μια περιποιημένη αναφορά στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης είναι απαραίτητη, όταν ιδιαίτερα σήμερα η εικόνα της αστυνομίας δεν είναι ακριβώς ιδανική.


Το να πάρω θέση στη διαμάχη Νίκου Αναστόπουλου - Σούλη Παπαδόπουλου είναι σαν να έχουν τσακωθεί οι αρχάγγελοι Γαβριήλ και Μιχαήλ και να ζητάς από τον πιστό χριστιανό να διαλέξει. Πώς να διαλέξει ο χριστιανός; Και οι δύο ξηγιούνται πανοπλίες, ρομφαίες και χριστιανικό τσαμπουκά και οι δύο άμα πάρουν ανάποδες βρέχει φωτιά στη στράτα σου και οι δύο έχουν τον σατανά όπως έχουν ο allenatore Nicolo και ο Σούλης τον Χατζάρα. Απλά πέσανε στην κέντα. Η οποία κέντα έγινε μετά από ματς της Προοδευτικής με τον Αρη όταν -Σκόρδα, συγχώρεσέ με- ο δεύτερος έπαιζε στη Β' Εθνική. Στη συνέντευξη Τύπου κάτι είχε πει ο allenatore που το πήρε στραβά ο Σούλης και είχε απαντήσει «Τον κύριο Αναστόπουλο τον είχα εγώ ίνδαλμα. Στο δωμάτιό μου είχα αφίσα του». Να προσθέσουμε μια λεπτομέρεια. Τρία πράγματα τρελαίνουν τον άντρα μετά τα 40. Οταν του πέφτει το πουλί και το μουστάκι ή όταν αρχίζουν να καρφιτσώνουν αφίσες του. Και το μουστάκι του allenatore μόνο ντούρο δεν είναι πια. Σε αυτά είναι να μη γίνει η αρχή. Λέει ο πρώτος, για παράδειγμα ο Σούλης, ότι σου κόλλησε αφίσα στο δωμάτιο και μετά ακολουθούν οι υπόλοιποι. Ο Χατζάρας, ο Γκουλής, ο Τεννές, μέχρι να φτάσει να το πει και ο κυρ-Γιάννης Κόλλιας. Οπότε ο «Αναστό» αποφάσισε να κόψει το κακό στη ρίζα. «Καλά, πόσων χρονών είναι αυτός και μου κόλλαγε και την αφίσα στο δωμάτιο;». Κάπου τσίμπησε και ο Σούλης και από τότε η σχέση των δύο ανδρών είναι άσ' τα να πάνε...

Οπότε ο διάλογος που έγινε μετά το ματς του Πιερικού με την Καβάλα του allenatore, με τη δεύτερη να κερδίζει 3-1 είναι κοντά στο νορμάλ. Πρώτα μίλησε ο «Αναστό». «Οι αλλαγές στο δεύτερο ημίχρονο έδωσαν το κάτι παραπάνω και κυριαρχήσαμε πλήρως. Πήραμε τρεις βαθμούς, αλλά δεν κάναμε και κάτι το σπουδαίο και δεν χρειάζεται να χοροπηδάμε. Μας ενδιαφέρει να πετύχουμε την άνοδο και να πανηγυρίσουμε τον Μάιο». Κάποιος θα μπορούσε να το περάσει στο ντούκου, αλλά όχι ο Σούλης. Γιατί στην εισαγωγή του allenatore υπήρχαν θανάσιμες προσβολές. Το πρώτο κομμάτι με τις «αλλαγές στο δεύτερο ημίχρονο που δίνουν το κάτι παραπάνω» σημαίνει ότι πρώτο το αετίσιο μάτι του κόουτς κόβει την κατάσταση, βρίσκει τις λύσεις και τις κάνει ενώ ο άλλος στον πάγκο κοιμάται. Το δεύτερο κομμάτι σημαίνει ότι «επειδή κερδίσαμε τα χάπατα δεν θα κάτσουμε να πανηγυρίζουμε. Για εμάς μόνος λόγος πανηγυρισμού είναι η άνοδος στη Σούπερ Λίγκα». Η πρόκληση ήταν πρωτοφανής και αν ο Σούλης Παπαδόπουλος δεν ήθελε να τον φωνάζουν «κατσίφλωρα και ξεφτιλισμένο» έπρεπε να την αντιμετωπίσει. Το έκανε επάξια.

«Η Καβάλα δεν είχε χάσει τον έλεγχο στο πρώτο ημίχρονο. Την μπάλα είχε χάσει... Και στο δεύτερο ημίχρονο τη διαφορά δεν την έκαναν οι αλλαγές του κυρίου Αναστόπουλου, αλλά ο επόπτης. Το είδατε όλοι. Οσο για τους πανηγυρισμούς που λέει, και πέρυσι ήταν να πανηγυρίσει με τον Εθνικό Αστέρα και τον Ιωνικό. Αλλά δεν πανηγύρισε. Ο Σούλης, όμως, πανηγύρισε και για τον Βόλο και για τον Πιερικό». Εδώ έχουμε μια αντεπίθεση που στηρίζεται στην ιστορία. Επίσης έχουμε αναφορά στο τρίτο πρόσωπο χρησιμοποιώντας το μικρό. «Ο Σούλης...». Μια κίνηση που δεν έχει τολμήσει ούτε ο Δάκης ούτε η Μαρινέλλα.

Υπάρχουν καθοριστικές στιγμές στην ιστορία που τις καταλαβαίνουμε αργότερα. Ας πούμε τα κομπιούτερ. Πότε πήρατε πρέφα ότι υπάρχουν; Οι πιο ψαγμένοι να το πήραν στα τέλη της δεκαετίας του '70 με το Ζ1 Spectrum, που για να παίξει τα «μυγάκια» έπρεπε να του φορτώσεις την κασέτα. Η καθοριστική λοιπόν στιγμή στην ιστορία της Ελλάδας ήρθε χθες, όταν ο Δημήτρης Μπαλής πήρε θέση για την κρίση.

Στην αρχή του χθεσινού κειμένου του ο Δημήτρης μας επισημαίνει ότι τα παιδιά πρέπει να βρίσκονται πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός μας και όχι μόνο με δυσάρεστα γεγονότα όπως τον θάνατο του Αλέξανδρου. Μία θέση που δύσκολα σηκώνει αντίρρηση, εκτός αν κάποιος πει ότι θα πρέπει να πυροβολάμε τα παιδιά συχνότερα. Μετά όμως ο Δημήτρης ρίχνει τη βόμβα: «Αν θέλουμε το μέλλον να είναι καλύτερο από το παρελθόν μας, θα πρέπει να σκεφτούμε καλύτερα τα θέματα της παιδείας και της οικογένειας, δύο έννοιες που έχουν χάσει πολύ από τη σημασία τους στο όνομα μιας ελευθερίας και δημοκρατίας που ορισμένοι, λίγοι, προσπαθούν να επιβάλουν στην κοινωνία». Πέσ' τα ρε Χρυσόστομε. Πεσ' τα για αυτούς τους λίγους που προσπαθούν να μας καταπιέσουν με τη δημοκρατία και την ελευθερία. Και ο Δημήτρης τα λέει με παραδείγματα: «Επειδή ασχολούμαι με τα κοινά ενός δημοτικού σχολείου, μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι ο διευθυντής δυσκολεύεται να βάλει τα παιδιά σε σειρά στην ώρα της προσευχής». Βαγγελίστρα μου! Και μετά «Οπως με την ίδια δυσκολία επιχειρεί να κλείσει την πόρτα μετά τις 8:15 το πρωί μετά την προσευχή για να αρχίσει το μάθημα... Και ο διευθυντής αναγκάζεται να είναι φύλακας τελικά με το κλειδί στο χέρι... Οταν οι γονείς κάνουν παράπονα ότι ο δάσκαλος έχει αδυναμία, ο διευθυντής λέει κάτι το απλό. "Κάντε μια καταγγελία και δώστε τη να την προωθήσω. Εγώ δεν μπορώ να κάνω τίποτα παραπάνω από μια σύσταση στον δάσκαλο". Λαμπρά, και μετά τρέχουν οι σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων να βγάλουν άκρη».


Τώρα ειλικρινά. Διαβάσατε άλλη σαφέστερη ανάλυση για τα αίτια των επεισοδίων από του Δημήτρη; Και ποια είναι η λύση; Να μπαίνουν τα παιδιά πιο γρήγορα στη σειρά στην ώρα της προσευχής, να κλείνει πιο εύκολα η πόρτα στις οκτώ και τέταρτο και κυρίως να μπορεί ο διευθυντής να μαστιγώνει τους δασκάλους.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube