Στον αγώνα του Αιγάλεω με την ΑΕΛ, κορυφαίος παίκτης των γηπεδούχων -και θριαμβευτών- ήταν ο Βασίλης Σούλης. Πέτυχε 15 πόντους, μάζεψε 6 ριμπάουντ, έβαλε ακόμα και τρίποντο. Στο τέλος, έτρεξε πρώτος να πανηγυρίσει την πολύτιμη νίκη. Με το δίκιο του.
Αλλά ο Βασίλης Σούλης δεν θα 'πρεπε να παίζει στο Αιγάλεω. Αν τα πράγματα είχαν κυλήσει κατ' ευχήν, θα αγωνιζόταν τώρα στο ΝΒΑ.
Συγχωρήστε μου την υπερβολή, αλλά δυσκολεύομαι να ξεχάσω εκείνη την ομάδα-θαύμα των «χρυσών» Εφήβων του 1995. Μέσα σ' ένα αλησμόνητο 15ήμερο, οι Ελληνες τινέιτζερς κατέκτησαν τον παγκόσμιο τίτλο στο «μικρό Μουντομπάσκετ» νικώντας όλους τους αντιπάλους με ιλιγγιώδεις διαφορές και μάζεψαν 20.000 κόσμο στο γήπεδο, Αύγουστο μήνα, με τη μισή Αττική να φλέγεται από το χέρι των εμπρηστών.
Οι αισιόδοξοι είπαν τότε ότι η παρέα είχε λαμπρό μέλλον μπροστά της. Οι κυνικοί υπενθύμισαν ότι εδώ είναι Ελλάδα και προφήτευσαν γρήγορη ομαδική βουτιά προς τον κόσμο των χαμένων ταλέντων. Μάλλον οι ρεαλιστές δικαιώθηκαν παρά οι αιθεροβάμονες.
Ο σταρ εκείνης της Εθνικής Εφήβων και MVP της διοργάνωσης, Ευθύμης Ρεντζιάς, έπαιξε σπουδαίο μπάσκετ για τέσσερα-πέντε χρόνια, έθελξε με τα χρώματα της Μπαρτσελόνα, πέρασε από το ΝΒΑ, ενίσχυσε και την Εθνική Ανδρών, αλλά αποσύρθηκε νωρίς από το προσκήνιο, σχεδόν ξεχασμένος. Ο Μιχάλης Κακιούζης ήταν ο αρχηγός της «επίσημης αγαπημένης» στους θριάμβους του 2005 και του 2006. Ο Δημήτρης Παπανικολάου έπαιξε στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημά μας καμιά δεκαριά χρόνια, διακρίθηκε, αλλά βρέθηκε γρήγορα σε δεύτερο πλάνο. Ο Γιώργος Καράγκουτης και ο Νίκος Χατζής ουδέποτε δικαίωσαν τις προσδοκίες. Ο Γιώργος Καλαϊτζής σπανίως πρωταγωνίστησε στις ομάδες στις οποίες έπαιξε. Ο Βασίλης Σούλης έφτασε έως τους Ανδρες, αλλά χάθηκε από το προσκήνιο, χωρίς ν' αφήσει το στίγμα του. Ο άνθρωπος που σήκωσε πρώτος -ως αρχηγός- το τρόπαιο του 1995, Παναγιώτης Μπαρλάς, δεν έγινε ποτέ παίκτης επιπέδου Α1. Οι εφεδρικοί Δημήτρης Δέσπος, Αλέξης Παπαδάτος, Θανάσης Καμαριώτης και Γιώργος Τσιριγωτάκης έγιναν «γυρολόγοι» από τρυφερή αθλητική ηλικία, ώσπου εξαφανίστηκαν.
Πού είναι η ομάδα που θα κατακτούσε τον κόσμο; Μια γωνίτσα του μόνο κατόρθωσε να αλώσει, ίσα ίσα για να σκορπίσει καλοκαιρινά χαμόγελα σε όσους παρακολούθησαν την πορεία της εκείνες τις υπέροχες μέρες του Αυγούστου. Σήμερα, οι θριαμβευτές του 1995 είναι 32 ετών, εκτός του Παπανικολάου, ο οποίος γεννήθηκε ένα χρόνο μετά τους υπόλοιπους. Θα μπορούσαν να βρίσκονται όλοι στο διεθνές στερέωμα. Ωστόσο, λάμπουν διά της απουσίας των, όλοι εκτός του Κακιούζη και του Γιάννη Γιαννούλη, ο οποίος θα έπαιζε σε εκείνο το Μουντομπάσκετ, αν δεν ήταν τραυματισμένος.
Χαμένη γενιά; Οχι ακριβώς. Τουλάχιστον οι οκτώ από τους δεκατρείς πέρασαν κάποια στιγμή το κατώφλι της Εθνικής Ανδρών και τη βοήθησαν να ακροβατήσει ανάμεσα στους σκοπέλους των πέτρινων χρόνων της. Βρείτε τη σύνθεση της «χρυσής» (στην Ευρώπη) Εθνικής Παίδων του 1989 και προσπαθήστε να εντοπίσετε περισσότερα από ένα-δύο οικεία ονόματα: Αστεριάδης, Γεωργικόπουλος, Γιώρας, Λογοθέτης, Οικονόμου, Χατζησμάλης, Χατζόπουλος, Πολίτης, Ταμπάκης, Πιάρας, Γκαγκαουδάκης, Καλόγηρος. Γεννημένοι όλοι το 1973, πάει να πει σημερινοί 35άρηδες.