Aκεφος ο Γκαλέτι. Βαρύς –και ορισμένες στιγμές «ασήκωτος»– ο Κοβάσεβιτς, που βολόδερνε πέριξ της μεγάλης περιοχής του Λεβαδειακού. Οταν βρισκόταν μέσα, είτε δεν τον έβρισκε η μπάλα είτε εκείνος την έχανε στο κοντρόλ –εξαίρεση η κεφαλιά του 3ου λεπτού. Ρυθμός; Δύο ταχύτητες κάτω από τα συνηθισμένα στάνταρ των «ερυθρολεύκων» στο Καραϊσκάκη. Νίκη-διεκπεραίωση. Κάτι σαν συντήρηση. Τι χρειαζόταν ο Ολυμπιακός για να ολοκληρώσει την αγγαρεία, δίχως καρδιοχτύπια; Τρία πράγματα: στοιχειώδη σοβαρότητα στην άμυνα, Μπελούτσι, «ζωντανό» Λέτο. Κι αν η ζωντάνια του Αργεντινού ορισμένες φορές ξοδεύτηκε σ' εκείνες τις απόπειρές του που σε κάνουν να αναρωτιέσαι μήπως θέλει να διαπεράσει σαν ακτινογραφία τα σώματα δύο ή τριών αντιπάλων, κάποιες φάσεις τις «ακτινογράφησε», ο ίδιος, σωστά. Η ασίστ στον Μπελούτσι ήταν «πάρε-βάλε». Ο Λέτο στον ρόλο που συνήθως διαδραματίζει ο Μπελούτσι –όταν παίζει ο Ντιόγο. Δεν θα ήταν δόκιμο να πούμε «και Μπελούτσι σε ρόλο Ντιόγο», διότι εσχάτως ο Φερνάντο κάνει κάμποσες δουλίτσες στο γήπεδο. Και τις κάνει καλά.

Η χθεσινή εμφάνιση του Ολυμπιακού ήταν τόσο ασυνήθιστη, με γνώμονα τα εντός έδρας στάνταρ του, όσο και οι φανέλες του Λεβαδειακού όταν επισκέπτεται το Καραϊσκάκη. Στο περσινό αντίστοιχο παιχνίδι η ομάδα ντύθηκε σαν την Μπορντό, φέτος οι φανέλες της θύμιζαν εθνική Ολλανδίας. Προφανώς οι Βοιωτοί αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι να παραταχθούν με πράσινα στο Φάληρο. Αν πρόκειται για απόπειρα... εξευμενισμού των «ερυθρολεύκων», τότε το κόλπο πιάνει μία στις δύο. Πέρυσι με τα α λα Μπορντό οι φιλοξενούμενοι έφαγαν τέσσερα.

Στην Τούμπα επιβεβαιώθηκε μια διαπίστωση, έστω κι αν αυτό συνέβη –εν μέρει– σε... λάθος αγώνα. Ηταν και είναι «φως φανάρι» πως έτσι όπως παίζει ο ΠΑΟΚ πολύ δύσκολα ηττάται, αλλά κινδυνεύει συχνά με «Χ». Χθες δημιούργησε, όχι ακριβώς πολλές, αλλά πάντως περισσότερες ευκαιρίες απ' όσες (λίγες) κάνει συνήθως.

Η ισοπαλία, όμως, κατέφθασε. Η «χλομή» εμφάνιση του «Δικέφαλου» στο δεύτερο μέρος θα καταγραφόταν στα ακαδημαϊκά, ήσσονος σημασίας θέματα συζήτησης, εάν η κεφαλιά του Αναστασάκου δεν έστελνε την μπάλα στο μοναδικό σημείο, στο οποίο το υψωμένο χέρι του Αμπάρη θα μπορούσε να αναδειχθεί σε «χέρι του Θεού» για την ομάδα του ευσεβούς κόουτς Κωστένογλου. Λίγες στιγμές ηχεί τόσο αληθινή και κυριολεκτική η έκφραση «τόσα μέτρα τέρμα και κοίτα πού την έστειλε». Οταν, όμως, αυτό γίνεται στο 93', τι (άλλο) να πεις;

Ο φετινός ΠΑΟΚ διαθέτει σοβαρότητα, πίστη, ενθουσιασμό, ρεαλισμό, αγωνιστική ταυτότητα –έστω κι ανεπαρκώς γοητευτική, για το μάτι. Δεν έχει όμως πολλές εναλλακτικές λύσεις κι αυτό το έλλειμμα βαραίνει όταν απουσιάζουν ορισμένα «βαριά χαρτιά» της ομάδας. Ηταν αναμενόμενο ότι σε βάθος χρόνου το βάρος αυτό θα εξελισσόταν σε... βαρίδι. Στον αντίποδα, ο Αστέρας Τρίπολης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «ΠΑΟΚ» των... χαμηλότερων βαθμίδων της ελληνικής ποδοσφαιρικής «ιεραρχίας». Ομάδα «σφικτή», ρεαλίστρια, έτοιμη να αξιοποιήσει ανά πάσα στιγμή την εκτελεστική δεινότητα του Τσέζαρεκ. Δεν είναι μικρό πράγμα δύο διαδοχικά «Χ», εκτός έδρας, με Παναθηναϊκό και ΠΑΟΚ. Δύο «Χ», για την επίτευξη των οποίων η ομάδα της Τρίπολης χρειάστηκε να «απαντήσει» σε γκολ των υπέρτερων αντιπάλων –τόσο στο ΟΑΚΑ όσο και στην Τούμπα. Η ικανότητα του Αστέρα να το κατορθώνει αυτό με... μισή ευκαιρία μπορεί να θεωρηθεί και ρέντα ή εύνοια της τύχης. Και η ρέντα συχνά φεύγει τόσο εύκολα όσο έρχεται. Θα ήταν, όμως, μεγάλη επιπολαιότητα –αλλά και αδικία σε βάρος του Αστέρα– να μη συνεκτιμηθεί η ικανότητα της ομάδας αυτής να «κυνηγά την τύχη» της. Αν μη τι άλλο, να μη χάνει την αυτοσυγκέντρωση και την ψυχραιμία της, όταν κάποιος αντίπαλος –υπέρτερος και γηπεδούχος, συνάμα– προηγείται στο σκορ. Φυσικά η προσφορά του Κωστένογλου θα αποτιμηθεί αργότερα, όμως είναι ήδη προφανές πως στην τωρινή συγκυρία η παρουσία του στον πάγκο βοήθησε πολύ. Πείτε το «ευεργετικό ταρακούνημα», πείτε το «αύρα» –η ουσία δεν αλλάζει.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube