Aκουγα όλη την εβδομάδα πόσο κακό έκανε στον Παναθηναϊκό η μεγάλη νίκη στη Βρέμη εν όψει του ντέρμπι. Οτι θα ερχόταν ψυλλιασμένος ο Ολυμπιακός, ότι θα χανόταν το στοιχείο του (όποιου) αιφνιδιασμού, ότι πλέον ο Βαλβέρδε ήξερε ποια ατού να μπλοκάρει. Λες και χθες έμαθε ο ένας τον άλλον, λες και πρωτοείδε ο Βαλβέρδε τον Παναθηναϊκό στο ματς με τη Βέρντερ ή ο Τεν Κάτε τον Ολυμπιακό την προηγούμενη Κυριακή. Εγώ πίστευα αντιθέτως ότι αυτό έπρεπε να είναι το momentum του Παναθηναϊκού, να εκμεταλλευτεί τη δυναμική που απέκτησε στη Γερμανία, τη διάθεση του κόσμου, το κέρδος ενός παίκτη σαν τον Τζιόλη, την αμυντική λειτουργία που τον έβγαλε ασπροπρόσωπο... Τελικά το momentum πετάχτηκε στα σκουπίδια και η δυναμική, εκεί που πήγε να ανάψει, κάηκε κάπου στο 70', μαζί με το πανό στην εξέδρα, σε ένα σημείο που η ομάδα είχε ανέβει, είχε ρυθμό, πίεζε και ανάγκαζε τον Ολυμπιακό να μαζεύεται όλο και πιο πίσω. Ο «υπέροχος κόσμος», ο «12ος παίκτης» είναι μερικές φορές κι αυτός ντεφορμέ, σαν τους άλλους 11. Εχασε λοιπόν μεγάλη ευκαιρία ο Παναθηναϊκός, όχι απλώς να μειώσει τη διαφορά στους 2 βαθμούς, αλλά να αποκτήσει και πάλι τη νοοτροπία ομάδας που κάνει πρωταθλητισμό. Ισως να πλήρωσε την απλή, κοινή λογική: πώς να κάνεις δύο τέλεια παιχνίδια μέσα σε τέσσερις μέρες, με την ίδια ακριβώς ενδεκάδα; Πώς να κάνεις το τέλειο σλάλομ στη χιονισμένη πλαγιά δύο διαδοχικές φορές και να περάσουν τα πέδιλά σου ακριβώς από το ίδιο χιονισμένο μονοπάτι; Δύσκολο έως απίθανο.
Από την άλλη μεριά, θα μπορούσαμε να πούμε για τη χαμένη ευκαιρία του Ολυμπιακού να πάει τη διαφορά του στους οκτώ πόντους και να τελειώσει κατά κάποιον τρόπο τον Παναθηναϊκό από το κυνήγι του τίτλου, αν ο Ολυμπιακός είχε έστω και στο πίσω μέρος του μυαλού του τη νίκη. Δεν την είχε ποτέ και πουθενά αυτή τη φορά, πληρώνοντας φέτος μια αδυναμία στα εκτός έδρας παιχνίδια, που είναι σαν να σκαλίζεις γεμάτο όπλο με την κάννη στραμμένη στα γόνατά σου. Κάποια στιγμή θα ακουστεί η μπαταριά και θα τρέχεις και δεν θα φτάνεις. Ενισχυμένο κέντρο, χαφ που είχαν σαν πρώτη σκέψη να ντουμπλάρουν μαζί με τους αμυντικούς τους αντιπάλους και όχι να κάνουν κούρσα προς την περιοχή του Γκαλίνοβιτς, προσανατολισμοί που έγιναν ακόμα πιο συντηρητικοί με την έξοδο του Ζεβλάκοφ και την είσοδο του Γκαλίτσιου. Κατάλαβαν ότι το πρώτο ντέρμπι ενός παίκτη που είναι στην πραγματικότητα δεξί μπακ και παίζει αναγκαστικά στόπερ, απέναντι στον φορμαρισμένο και απρόβλεπτο Μάντζιο, μπορεί να είναι επώδυνο για τον ίδιο και ακόμα πιο επώδυνο για την ομάδα. Αρα, έπρεπε να τον βοηθήσουν για να βοηθήσουν τους εαυτούς τους. Η κλάση ή η ρέντα του Νικοπολίδη τούς επιτρέπει σήμερα να είναι 5 βαθμούς μπροστά. Οχι όμως να είναι περήφανοι για το παιχνίδι τους στην έδρα του Παναθηναϊκού, το ΟΑΚΑ ή τη Λεωφόρο, όπως συνέβαινε άλλες χρονιές, άσχετα με το αποτέλεσμα. Τότε που έρχονταν για τη νίκη κι όχι για να κρατήσουν το «Χ» με νύχια και με δόντια. Σε ένα ματς χωρίς νικητή, ο Ολυμπιακός κέρδισε τη βαθμολογική του ηρεμία. Και ο Παναθηναϊκός τον σεβασμό του Ολυμπιακού. Αλλοι θα το έλεγαν «φόβο», αλλά μάλλον η λέξη «σεβασμός» είναι πιο ταιριαστή.