Δεν προσπαθεί μόνο να φτιάξει ομάδα ο ΠΑΟΚ, αλλά και να φτιάξει ελκυστικό περιτύλιγμα, να λουστράρει το προϊόν ώστε να ζωντανέψει τις μνήμες μιας άλλης χρυσής εποχής. «Εχω να πάω στο μπάσκετ από την εποχή του Κόρφα, του Φασούλα, του Πρέλεβιτς και του Λέβινγκστον», μου έλεγε καθ' οδόν προς το γήπεδο της Πυλαίας ο 50άρης οδηγός του ταξί. «Κάποιος που δεν έζησε εκείνους τους καιρούς θα νομίζει σήμερα ότι πρόκειται για παραμύθι».
Στους διαδρόμους του γηπέδου δεσπόζουν πλέον κολοσσιαίου μεγέθους αφίσες από τα χρόνια των τίτλων και των μεγάλων ευρωπαϊκών τελικών: Τριέστε, Λωζάννη, Ναντ, Φάληρο. Στα δε τάιμ άουτ ακούγεται από τα μεγάφωνα ένα διπλό ηχητικό σποτάκι-έκπληξη.
«Βρε, κάπου την ξέρω αυτή τη φωνή», είπα μέσα μου όταν το πρωτοάκουσα.
Ο σπίκερ ακούγεται να περιγράφει δύο αλησμόνητα καλάθια. Το πρώτο είναι από κάποιο ντέρμπι με τον Αρη στα τέλη της δεκαετίας του '80, νικητήριο τρίποντο του Μπάνε Πρέλεβιτς με σουτ-προσευχή πίσω από τη σέντρα. Το δεύτερο είναι κάπως ύστερο, από το 1998, εκείνη η «βόμβα» του Πέτζα Στογιάκοβιτς απέναντι στον Ολυμπιακό στο κατάμεστο ΣΕΦ. Ασχετα από χρώματα και ομάδες, ο σπίκερ ζει για τέτοιες στιγμές, για buzzer beaters, όπως μάθαμε να λέμε στα νεοελληνικά τα καλάθια που σημειώνονται τη στιγμή που ακούγεται η κόρνα. Τα τελευταία χρόνια η φωνή μου έκλεισε «μπαμ και κάτω» μέσα σ' ένα θριαμβευτικό δευτερόλεπτο σε περιγραφές αγώνων της Εθνικής: το τρίποντο του Αλβέρτη με την Ιταλία στην Αττάλεια, αλλά και με τη Βοσνία στην Τζιρόνα, εννοείται του Διαμαντίδη με τη Γαλλία στο Βελιγράδι, του Ζήση με την Αυστραλία στο «Χαμαμάτσου», του Παπαλουκά με τη Σλοβενία και του Σπανούλη με την Κροατία πέρυσι στη Μαδρίτη. Φέτος στο Πεκίνο έμεινα με το «αχ».
Τότε, όταν ο Πρέλεβιτς έριξε στο καναβάτσο τον Αρη, θα ήμουν 23-24 ετών και νέος ακόμα στο κουρμπέτι. Θυμάμαι πόσο τυχερός ένιωθα εκείνο το βράδυ όσο αναλύαμε την καθοριστική φάση με τους διαιτητές του αγώνα στο αεροδρόμιο (ήταν βήματα). Το σουτ του Πέτζα με βρήκε πιο περπατημένο, αλλά σε πολύ δύσκολη στιγμή. Ηταν 9η Μαΐου του 1998. Αποκλείεται να κάνω λάθος στην ημερομηνία, μια και την προηγούμενη μέρα είχα αποχαιρετίσει τον πατέρα μου...
Η συγκίνηση, όπως αντιλαμβάνεστε, ήταν έντονη και με συνέλαβε απροετοίμαστο. Επειτα σκέφτηκα ότι, ειδικά στη Θεσσαλονίκη, όλοι οι φίλαθλοι της γενιάς μου έχουν συνδέσει το μπάσκετ της «χρυσής» εποχής με ισχυρά προσωπικά βιώματα. Μοιάζει πράγματι με όμορφο παραμύθι αυτό που ζήσαμε τα χρόνια της κυριαρχίας του Αρη και της αντιπαλότητας με τον ΠΑΟΚ. Οσο και αν ο χρόνος έντυσε με παλ χρώματα τις αναμνήσεις, απαλείφοντας εκφυλιστικά φαινόμενα και παρεκτροπές, δεν νομίζω ότι υπάρχει σύγκριση με τη σημερινή εποχή. Ούτε πρόκειται να ξημερώσουν ξανά μέρες σαν εκείνες, όταν ο επισκέπτης ένιωθε μια ολόκληρη πόλη να πάλλεται στον ρυθμό του ντέρμπι που ξημέρωνε.
Ζούσαμε, άλλωστε, σε μιαν άλλη χώρα. Εκεί οι αγώνες γίνονταν με οπαδούς και των δύο ομάδων στις εξέδρες...