Το χθεσινό ντέρμπι είχε πανομοιότυπη εικόνα με αυτή των αντίστοιχων αγώνων στις δύο προηγούμενες αγωνιστικές περιόδους. Η ΑΕΚ έπαιξε πάλι με ένα στυλ παιχνιδιού που είχε αποτέλεσμα να μη δημιουργεί πολλές φάσεις, αλλά και να μην απειλείται ιδιαίτερα στα μετόπισθεν. Ο Ολυμπιακός για τρίτη σερί χρονιά δεν την πίεσε ασφυκτικά και δεν δημιούργησε πληθώρα κινδύνων. Κι όμως, νίκησε ξανά με τον ίδιο τρόπο.
Ηταν ένα πολύ μέτριο παιχνίδι, κλασικό ελληνικό ντέρμπι, με ουκ ολίγες διακοπές και συχνά διαιτητικά σφυρίγματα. Η ΑΕΚ ήταν ακίνδυνη επιθετικά στο πρώτο εικοσάλεπτο και η πρώτη φάση που βγήκε μπροστά ήταν μια προώθηση του Γεωργέα που κέρδισε κόρνερ. Είχε συνολικά καλή αμυντική λειτουργία, όλοι οι παίκτες δούλευαν για την ομάδα, είχε κοντά τις γραμμές μεταξύ τους, αλλά εκδήλωνε επιθέσεις με δυσκολία.
Εν συνεχεία άλλαξε το σύστημα σε 4-4-2 και φάνηκε να κερδίζει τη μάχη του κέντρου. Κρατούσε καλά την μπάλα, αλλά κάτι έλειπε μεταξύ κέντρου και επίθεσης και δεν έβγαινε η τελική πάσα. Δεν βρίσκονταν εύκολα οι επιθετικοί κι ενώ η μεσαία γραμμή λειτουργούσε καλά ανασταλτικά, δεν συνέβαινε το ίδιο στον δημιουργικό τομέα.
Ο Πελετιέρι ήταν πολύ καλός, ειδικά στο πρώτο μέρος. Κάλυπτε πολλούς χώρους, βρισκόταν συνέχεια κοντά στην μπάλα, συνέδεε ιδανικά την άμυνα με το κέντρο. Δεν πιστεύω να υπάρχει έστω κι ένας που να μπορεί να τον κριτικάρει αρνητικά επειδή έκανε ένα λάθος στη φάση του πρώτου γκολ του Ολυμπιακού. Διότι ήταν μία από τις ελάχιστες κακές στιγμές του στο ματς και δεν «αμαυρώνει» τη συνολική εικόνα του.
Η ΑΕΚ έδειχνε ότι δύσκολα θα δεχόταν γκολ και αυτό θα συνέβαινε μόνο από δικό της λάθος. Μειονέκτημα στο παιχνίδι της ήταν το γεγονός ότι σχεδόν σε καμία φάση δεν έβγαζε παίκτη από πίσω. Ο Γεωργέας ανέβηκε μόνο μια-δυο φορές και ο Χουανφράν σχεδόν καθόλου. Στο β' μέρος ξεκίνησε δυνατά, είχε κατοχή στη μεσαία γραμμή και έδειχνε ικανή να δημιουργήσει επιθετικές προϋποθέσεις. Ηρθε όμως το καταστροφικό πεντάλεπτο ανάμεσα στο 61' και το 66' να κρίνει το παιχνίδι σε βάρος της. Σε αυτό το διάστημα έγιναν πολλά λάθη στο κέντρο και φάνηκαν σημάδια αποσυντονισμού. Δεν ξέρω για ποιο λόγο. Αυτό το «σκηνικό» ολοκληρώθηκε με το δεύτερο γκολ, που ήρθε μοιραία λόγω της έλλειψης αυτοσυγκέντρωσης, κι εκεί τελείωσε το ματς. Η φάση του Σκόκο από την εξαιρετική μπαλιά του Μπασινά ήταν η τελευταία ευκαιρία της. Δεν μπήκε το γκολ και σαν να μην έφθανε αυτό, ήρθε και η αποβολή του Χουανφράν να βάλει τελεία στο παιχνίδι.
Γενικά, πρέπει να υπάρξει προβληματισμός, αλλά όχι απογοήτευση στην ΑΕΚ. Είναι ομάδα με πολλές δυνατότητες, με παίκτες αρκετά ποιοτικούς, που μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Ωστόσο, νομίζω ότι πρέπει να βρεθεί η κατάλληλη χημεία και χρειάζεται περισσότερη προσπάθεια στο επιθετικό παιχνίδι. Και όταν λέω επιθετικό παιχνίδι, δεν εννοώ μόνο τους επιθετικούς, αλλά γενικά τη συνολική επιθετική λειτουργία της ομάδας. Κλείνοντας, θέλω να τονίσω κάτι για τον Γιάννη Παπαδόπουλο: έδειξε μεγάλη ωριμότητα στο παιχνίδι του, βοήθησε πολύ στον χώρο του κέντρου και με την παρουσία του δεν άφησε να φανεί το κενό ενός έμπειρου και καλού ποδοσφαιριστή όπως ο Ντουντού. Αξίζει να πάρει περισσότερες ευκαιρίες και μεγαλύτερο χρόνο συμμετοχής.