Πριν από λίγες ημέρες, με αφορμή το ισοπεδωτικό μπάσιμο των Αράβων από το Αμπου Ντάμπι στο αγγλικό ποδόσφαιρο, έγραφα ότι αξίζει να τους παρακολουθήσουμε από κοντά, επειδή οι ενέργειές τους θα αλλάξουν την εικόνα του ποδοσφαίρου που έχουμε μέχρι σήμερα. Και πρόκειται για αλλαγές που πιστεύω ότι θα κάνουν κακό στο παιχνίδι, το οποίο έχει παρασυρθεί σε μία διαδικασία παγκοσμιοποίησης, η οποία τρέχει με ιλιγγιώδη ρυθμό. Το κακό είναι ότι το παιχνίδι και όσοι το αγαπούν, δεν μπορούν να αντιδράσουν.
Ειδικά για το αγγλικό ποδόσφαιρο τώρα ξεκινά μία ακόμη φάση αλλαγών του, η τέταρτη από το 1992, όταν και υπογράφηκε η πρώτη συμφωνία πώλησης τηλεοπτικών δικαιωμάτων στο BSKYB του Μέρντοχ. Μέχρι και το τέλος του καλοκαιριού είχαμε συνηθίσει να μιλούμε και να γράφουμε γα την ομάδα των τεσσάρων. Τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, την Αρσεναλ, τη Λίβερπουλ και την Τσέλσι. Την ομάδα των τεσσάρων ισχυρών, οικονομικά και αθλητικά. Τέσσερις ομάδες που ίσως, με την εξαίρεση της Τσέλσι, έχουν με το μέρος τους και την παράδοση.
Αυτή η τετράδα τα τελευταία χρόνια έχει φέρει και μια ισορροπία ανάμεσα στα «κέντρα εξουσίας» του αγγλικού ποδοσφαίρου. Τον Βορρά και τον Νότο. Με την είσοδο των Αράβων η ισορροπία αυτή ανατρέπεται προς όφελος του Βορρά και αν τα πράγματα εξελιχθούν έτσι όπως φαίνεται, το Λονδίνο θα συνεχίσει να παραμένει μία από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες η οποία δεν έχει ομάδα που να έχει κατακτήσει Κύπελλο Πρωταθλητριών. Τα στοιχεία για τα χρήματα που ξοδεύτηκαν φέτος το καλοκαίρι στο μεταγραφικό παζάρι της Πρέμιερσιπ δείχνουν ότι για πρώτη φορά αυτά που ξόδεψαν όλες οι ομάδες, εκτός των τεσσάρων, ήταν περισσότερα απ' όσα ξόδεψαν οι τέσσερις.
Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά αν πρόκειται για τάση που θα αποκτήσει μόνιμα χαρακτηριστικά και θα γίνει κατάσταση, είναι όμως μια ένδειξη που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Με δεδομένο ότι οι αγγλικές ομάδες έχουν τα περισσότερα έσοδα από την τηλεοπτική τους συμφωνία από κάθε άλλο πρωτάθλημα στον κόσμο, φαίνεται ότι θα ξοδεύονται όλο και περισσότερα, αν και αυτό εγκυμονεί αρκετούς κινδύνους σε ό,τι αφορά την παραγωγική αξιοποίηση των χρημάτων που ξοδεύονται.
Ας πούμε, αν ξοδεύεις 100 ευρώ αλλά τα 65 πηγαίνουν σε μισθούς και συμβόλαια, τότε η οικονομική σου δυναμική –εν προκειμένω για το συγκεκριμένο πεδίο οικονομικής δραστηριότητας, το ποδόσφαιρο– θα υπονομευθεί. Αυτή η πολύ μεγάλη οικονομική διαφορά του αγγλικού πρωταθλήματος από τα άλλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα είναι πολύ πιθανό να μεγαλώσει τη διαφορά των αγγλικών ομάδων στην Ευρώπη απ' όλες τις υπόλοιπες. Θα μπορούν να προσελκύουν τους καλύτερους και τους πιο ταλαντούχους και οι υπόλοιποι μπορεί να φτάσουν να βολεύονται με ό,τι δεν χωράει στο αγγλικό ποδόσφαιρο, εξαιτίας των περιορισμών που το ίδιο θέτει προκειμένου να δώσει άδεια εργασίας σε ποδοσφαιριστές που προέρχονται εκτός Ε.Ε.
Προσπαθώ να θυμηθώ πώς ήταν η κατάσταση πριν από τέσσερα καλοκαίρια, ας πούμε. Πολλοί μεγάλοι ποδοσφαιριστές επέλεγαν την Ισπανία, όπου οι αμοιβές ήταν καλές και το πρωτάθλημα ανταγωνιστικό και θεαματικό. Ενα πρωτάθλημα που οι ομάδες του όπως η Ρεάλ, η Μπάρτσα, η Βαλένθια ή η Ντεπορτίβο ξεκινούσαν ως φαβορί για την ευρωπαϊκή διάκριση. Τώρα; Πολλοί Ισπανοί αρθρογράφοι προειδοποιούν τους Ισπανούς φιλάθλους να κατεβάσουν τον πήχη των προσδοκιών τους σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή διάκριση.
Ολο και περισσότεροι ποδοσφαιριστές επιλέγουν την Αγγλία, αρκετών καλών Ισπανών συμπεριλαμβανομένων. Εκείνο που είναι ανησυχητικό αφορά το άνοιγμα της ψαλίδας δυναμικότητας ανάμεσα στις αγγλικές ομάδες και όλους τους υπόλοιπους. Ενα άνοιγμα που τα εκατομμύρια των Αράβων θα μεγαλώσουν ακόμη περισσότερο, αν μάλιστα βρουν κι έναν άνθρωπο σαν τον Κένιον –που είναι στην Τσέλσι– για να διαχειριστεί με έναν στοιχειώδη ορθολογισμό το όλο project. Γιατί έτσι το αντιμετωπίζουν οι Αραβες.
Μια ακτινογραφία με σκιές
Οταν κάποιος κοιτάξει τη λίστα με τις εμπορικότερες ομάδες του κόσμου που παρουσιάζει κάθε χρόνο η Deloitte & Touch, βλέπει την πληθωρική παρουσία των Αγγλων. Η συγκεκριμένη λίστα, όμως, παρουσιάζει μια εικόνα που βασίζεται μόνο στα έσοδα και δεν αποτελεί μια ολοκληρωμένη εντύπωση για την οικονομική κατάσταση των ομάδων. Για παράδειγμα, μπορεί το καινούργιο γήπεδο της Αρσεναλ να εκτόξευσε στα ύψη τα έσοδα των «κανονιέρηδων» αλλά αυτό δεν σημαίνει –απαραίτητα– ότι μεγάλωσε και η δυνατότητά τους να ξοδεύουν.
Η Αρσεναλ πρέπει κάθε χρόνο να βγάζει κέρδη –τουλάχιστον– 25 εκατομμυρίων ευρώ για να αποπληρώνονται οι δόσεις προς τις τράπεζες και από εκεί και πάνω ό,τι περισσεύει πάει για μεταγραφές. Και επειδή λόγω αυτής της ιδιομορφίας ο Βενγκέρ δεν μπορεί να μπει στη διεκδίκηση ενός ακριβού ποδοσφαιριστή, αναγκάζεται να πουλάει ακριβά και να αγοράζει ταλαντούχους, ώστε να έχει τη δυνατότητα να στελεχώσει την ομάδα και να πουλήσει αργότερα για να τη συντηρήσει. Λίγο έως πολύ το ίδιο συμβαίνει και με τις άλλες ομάδες και αυτό εξηγεί γιατί επιδιώκουν να εξαπλωθούν εμπορικά σε Ασία, Αφρική και Αμερική.
Για να διευρύνουν την εμπορική τους βάση και να μεγαλώσουν έσοδα και κέρδη. Αλλά πόσα κέρδη να πραγματοποιήσει μια ποδοσφαιρική ομάδα; Κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει. Σκεφθείτε μόνο την πιθανότητα να μπουν στο παιχνίδι χώρες με τον πληθυσμό της Κίνας και της Ινδίας. Βέβαια, σκέφτομαι ότι οι μεγάλες επενδύσεις στις ομάδες θα αυξήσουν την πίεση στους προπονητές για αποτελέσματα και επιτυχίες, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση. Επιστρέφω στο ζήτημα της οικονομικής ισχύος των αγγλικών ομάδων.
Το συνολικό χρέος των ομάδων της Πρέμιερσιπ φθάνει τα 12 δισ. δολάρια, από τα οποία το 1/4 είναι οφειλές της Γιουνάιτεντ και της Τσέλσι. Με βάση την εικόνα που υπάρχει από τους περσινούς ισολογισμούς, φαίνεται ότι μόλις 8 από τις 20 ομάδες είχαν κέρδη. Την περσινή περίοδο, επίσης, φαίνεται ότι οι ομάδες, όλες μαζί, ξόδεψαν 3 δισ. δολάρια σε μισθούς και συμβόλαια τη στιγμή που τα συνολικά τους έσοδα έφθασαν τα 3,8 δισ. δολάρια.
Φυσικά από φέτος η νέα τηλεοπτική συμφωνία θα φέρει περισσότερα έσοδα στις ομάδες, οι οποίες όμως θα ξοδέψουν και περισσότερα. Εν τω μεταξύ, η πρώτη εικόνα που υπάρχει από την κίνηση των εισιτηρίων για τις ομάδες της Πρέμιερσιπ δείχνει μια πληρότητα στα γήπεδα που ξεπερνά το 90%. Αυτό, όμως, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο η οικονομική εικόνα του αγγλικού ποδοσφαίρου να είναι μια μεγάλη οικονομική φούσκα, που αν σκάσει θα κάνει πολύ μεγάλο θόρυβο.
Απαράδεκτη συμπεριφορά
Ο γλωσσικός κώδικας της πολιτικής επικοινωνίας έχει περάσει στα χέρια των επικοινωνιολόγων. Γεγονός που έχει ορισμένες συνέπειες. Ας πούμε, όταν ένας άνθρωπος, όπως ο πρωθυπουργός, περιγράφει μια κατάσταση –θέλοντας να την παρουσιάσει ως πραγματική– και αυτή η κατάσταση είναι διαφορετική, τότε μιλάμε για επικοινωνιακό χειρισμό. Ή έστω για μια εικονική πραγματικότητα, αντί να πούμε το πολύ απλό και καθαρό ο πρωθυπουργός είναι ψεύτης. Που είναι. Είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να χειρισθεί και να ανταποκριθεί στην ευθύνη που έχει αναλάβει.
Να κυβερνήσει. Και όσα κι αν μηχανεύονται οι επικοινωνιολόγοι και τα ΜΜΕ που έχουν συμφέρον να τον στηρίζουν ή έστω να επιρρίπτουν την ευθύνη για τα λάθη και τις αποτυχίες της κυβέρνησης σε κάποιους υπουργούς, η πραγματικότητα δεν αλλάζει. Οσο κι αν καταβάλλονται φιλότιμες προσπάθειες για την παραποίησή της. Η συμπεριφορά του πρωθυπουργού στην προχθεσινή συνέντευξη στη ΔΕΘ δεν ήταν απλώς απογοητευτική. Ηταν απαράδεκτη. Οταν είσαι ψεύτης, δεν αποκαλείς κάποιον ηλίθιο επειδή δεν καταπίνει το ψέμα σου.