Να τα πούμε για την εθνική μπάσκετ τώρα που το πράγμα κρύωσε λιγάκι και δεν υπάρχει κίνδυνος για υπερβολές;
Με βάση την εικόνα που παρουσίασαν οι υπόλοιπες ομάδες, η καλύτερη θέση που θα μπορούσε να κατακτήσει η δική μας ήταν η 3η! Και η χειρότερη η 5η... Γιατί, όχι μόνο οι ΗΠΑ, αλλά και η Ισπανία ήταν ασυναγώνιστες και γιατί μετά την οπισθοχώρηση της Ρωσίας σε επίπεδο Γερμανίας, Κροατίας και Αυστραλίας, οι μόνοι αντίπαλοι που πραγματικά μπορούσαν να βάλουν πρόβλημα στην εθνική μας ήταν η Αργεντινή και η Λιθουανία. Κανένας άλλος...
Ολα αυτά σημαίνουν ότι πιο κάτω δεν γινόταν. Εκτός αν βάζαμε μέσον για να ηττηθούμε από τη Γερμανία ή την Κίνα. Ταυτόχρονα πάντως, αυτή η 5η θέση επιβεβαιώνει ότι μια μικρή χώρα σαν τη δική μας παραμένει πρωταγωνίστρια στο άθλημα των γιγάντων, διαπίστωση όμως που δεν προκαλεί ενθουσιασμό μετά το χρυσό του 2005, το αργυρό του 2006 και τις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν με τις εμφανίσεις στο Προολυμπιακό.
Μερικοί θα πουν, ίσως, ότι για ένα άστοχο σουτ μείναμε έξω από την τετράδα. Ναι, αλλά στο Βελιγράδι με ένα εύστοχο σουτ μπήκαμε στον τελικό και πήραμε το τρόπαιο! Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τώρα είμαστε άτυχοι και τότε τυχεροί. Οπότε ας ασχοληθούμε με την ουσία και όχι με τις λεπτομέρειες που μπορεί να καθορίζουν αποτελέσματα, αλλά πολλές φορές δημιουργούν λανθασμένες εντυπώσεις.
Τα λάθη
Η σκληρή αλήθεια λοιπόν λέει ότι το ματς με την Αργεντινή, έτσι όπως το παίξαμε, δεν δικαιούμεθα να το είχαμε κερδίσει. Γιατί επί 40 λεπτά κάναμε αυτό που ήθελε ο αντίπαλος και γιατί, επιπλέον, ακόμα και στο πλαίσιο μιας λανθασμένης τακτικής δεν κάναμε τις επιμέρους κινήσεις που επιβάλλονταν για να διεκδικήσουμε με τον καλύτερο τρόπο αυτό που μας αναλογούσε.
1. Πήγαμε στον ρυθμό τους, δηλαδή στο «5 εναντίον 5» που τους εξασφάλισε την ελάχιστη φθορά σε δυνάμεις και σε φάουλ, πράγμα πολύ σημαντικό γι' αυτούς από τη στιγμή που ήθελαν να στηριχθούν σε έξι μόνο παίκτες.
2. Επιλέξαμε να θωρακίσουμε τη ρακέτα μας, παίρνοντας τεράστια ρίσκα με τα εξωτερικά σουτ του Τζινόμπιλι και του Ντελφίνο, που τελικά μας έκαναν την «κηδεία». Δεν θέλω να πω ότι η επιλογή ήταν λάθος, μια και αν αλλάζαμε τρόπο αντιμετώπισης του «πικ εν ρολ» υπήρχε ο κίνδυνος να φάμε τους ίδιους πόντους από μέσα, με εκτελεστές τον Σκόλα και τον Ομπέρτο. Απλά αφού έτσι κι αλλιώς τα τρίποντα έπεφταν σαν βροχή, δεν θα χάναμε τίποτα αν δοκιμάζαμε μια ζώνη προσαρμογής, που και τον αντίπαλο θα μπορούσε ίσως να μπερδέψει και καλές προϋποθέσεις να βγούμε στον αιφνιδιασμό θα δημιουργούσε. Δεν το κάναμε όμως, ίσως επειδή δεν το σκεφθήκαμε, ή δεν ήμασταν προετοιμασμένοι για κάτι τέτοιο. Και έτσι, πιστοί στις αρχές μας, χάσαμε με τον τρόπο που προέβλεπε το αρχικό πλάνο...
3. Στο 3ο δεκάλεπτο ο Βασίλης Σπανούλης φανερά κουρασμένος άρχισε τα λάθη ανατρέποντας την ψυχολογία που πήγαινε να διαμορφωθεί. Ο Γιαννάκης αντί να τον βγάλει αμέσως, ή έστω να του πάρει την μπάλα από τα χέρια ώστε να μη δέχεται αυτός όλη την πίεση, τον άφησε να κάνει 5 λάθη σερί. Δηλαδή και τον παίκτη εξέθεσε και την ομάδα ζημίωσε στον μέγιστο βαθμό.
4. Κάποια στιγμή ο Ντελφίνο πήρε όλο το σκοράρισμα της Αργεντινής επάνω του, σημειώνοντας 14 ή 16 πόντους στη σειρά απέναντι στον Παπαλουκά και τον Ζήση, που αδυνατούσαν να τον σταματήσουν. Την ίδια ώρα, ο Βασιλόπουλος, που είναι ο μακράν καλύτερος αμυντικός της ομάδας και μέχρι τότε είχε διαλύσει όποιον αντίπαλο είχε μαρκάρει, καθόταν στον πάγκο και παρακολουθούσε το κρεσέντο του Ντελφίνο που οδήγησε την Αργεντινή στη νίκη.
5. Ενα ακόμα παράδειγμα έλλειψης άμεσων αντανακλαστικών από την τεχνική ηγεσία της ομάδας: ο Σχορτσανίτης έχει μπει στο ματς και έχει σκοράρει αμέσως.
Ο κόουτς της Αργεντινής, βλέποντας το πρόβλημα που πάει να δημιουργηθεί, αποφασίζει να τον παίξει με φάουλ ώστε να εκμεταλλευθεί την αστοχία του στις βολές. Γι' αυτό αποσύρει τον Ομπέρτο και βάζει ένα... μπετατζή που είχε στον πάγκο. Ο Γιαννάκης δεν καταλαβαίνει τι πάει να γίνει και αφήνει τον «Σόφο» στο τερέν, αντί να βάλει στη θέση του τον Μπουρούση και να ξαναπάρει το πλεονέκτημα. Ετσι ο... μπετατζής κάνει αμέσως φάουλ στον Σχορτσανίτη, αυτός χάνει και τις δύο βολές και μια ελληνική επίθεση πάει χαμένη, πριν ο Γιαννάκης αποσύρει τον Σοφοκλή. Θα μου πείτε ίσως, μα καλά τόση φασαρία για μια χαμένη επίθεση; Μα και βέβαια, αφού το ματς κρίθηκε στη μία επίθεση, στο ένα σουτ...
Παθητικά
Το χειρότερο όμως απ' όσα έκανε ή δεν έκανε ο κόουτς Γιαννάκης συνέβη μετά το τρίποντο με το οποίο ο Βασιλόπουλος μείωσε στους δύο πόντους τη διαφορά. Απέμεναν, λοιπόν, 30 δευτερόλεπτα και για να ελπίζουμε ότι θα μπορούσαμε να ανατρέψουμε την κατάσταση έπρεπε να επιδιώξουμε δύο πράγματα κατά σειρά. Πρώτον να πάρουμε όσο πιο γρήγορα γινόταν την κατοχή της μπάλας, χωρίς να φάμε καλάθι, και δεύτερον, αν βλέπαμε ότι αυτό δεν γινόταν, να σταματούσαμε το χρονόμετρο με φάουλ.
Δεν κάναμε τίποτα από τα δύο... Αντίθετα δώσαμε 24 δεύτερα στην Αργεντινή για να κάνει την τελευταία επίθεσή της, ελπίζοντας ότι θα αστοχούσε και μετά εμείς θα είχαμε τη δυνατότητα της ισοφάρισης ή και της νίκης ακόμα. Και το παράξενο είναι ότι αυτή η παθητική τακτική παραλίγο να μας βγει σε καλό, καθώς ο Τζινόμπιλι πράγματι αστόχησε και εμείς είχαμε με τον Σπανούλη τον τελευταίο λόγο...
Γιατί λοιπόν, δεν έκανε σωστά ο Γιαννάκης θα ρωτήσει ίσως καλοπροαίρετα κάποιος που κρίνει από την εξέλιξη των πραγμάτων. Γιατί πολύ απλά, αν έμπαινε το σουτ του Τζινόμπιλι, δεν θα είχαμε περιθώρια αντίδρασης. Τελείωνε το παιχνίδι. Πράγμα που σήμαινε ότι, αν θες να ανατρέψεις μια τέτοια κατάσταση δεν αντιδράς παθητικά, αλλά πιέζεις τον αντίπαλο στα άκρα, μήπως κάνει το λάθος που θα σου δώσει το φιλί της ζωής.
Με λίγα λόγια, για να γυρίσεις ένα τέτοιο ματς πρέπει απαραίτητα να σκοράρεις χωρίς να επιτρέψεις κάτι τέτοιο στον αντίπαλο. 'Η έστω αν ο αντίπαλος σκοράρει, εσύ να βάλεις περισσότερα από αυτόν. Για να συμβούν λοιπόν όλα αυτά πρέπει πρώτον να αποκτήσεις την κατοχή της μπάλας, γιατί αλλιώς δεν σκοράρεις. Και δεύτερον να σταματήσεις το χρονόμετρο όσες φορές χρειαστεί ώστε να έχεις χρόνο για όσο το δυνατόν περισσότερες ευκαιρίες.
Και το περίεργο είναι ότι στο παρελθόν ο Γιαννάκης το έπαιξε αυτό το παιχνίδι (το 2005 με τη Γαλλία) και μάλιστα με ευτυχές αποτέλεσμα! Τώρα λοιπόν, γιατί κοιμήθηκε;
Το αύριο
Μ' αυτά και μ' αυτά λοιπόν, η εθνική έμεινε για τρίτη φορά σε τρεις Ολυμπιακούς Αγώνες στην 5η θέση. Και ταυτόχρονα ξόδεψε μία ακόμα από τις όποιες ευκαιρίες θα μπορούσε να είχε μετά τα κατορθώματά της το 2005 και το 2006. Με άλλα λόγια ο χρόνος της λιγοστεύει, χωρίς στο μεταξύ να έρχονται από πίσω οι παίκτες εκείνοι που θα μπορούσαν να της δώσουν παράταση ζωής. Με μοναδική ορατή εξαίρεση τα αμερικανάκια Κουφό και Καλάθη, που όμως κανείς δεν ξέρει ποιες προτεραιότητες θα βάλουν στην καριέρα τους...
Αρα λοιπόν, το πρώτο ζητούμενο αυτή τη στιγμή είναι ο προπονητής. Μένει ή φεύγει ο Γιαννάκης; Ο ίδιος ως συνήθως αρνήθηκε να παραδεχθεί την αποτυχία και αμέσως μετά δήλωσε στρατευμένος αιώνια στην υπηρεσία της εθνικής! «Φτάνει να με θέλουν και να μου το ζητήσουν», δήλωσε με το γνωστό ύφος του λαϊκού ήρωα τον οποίο τόσο πετυχημένα υποδύεται εδώ και χρόνια...
Να δούμε, όμως, όλη την αλήθεια;
Καταρχάς, δεν είναι καθόλου εύκολο αυτή τη στιγμή να βρει η εθνική κατάλληλο αντικαταστάτη του Γιαννάκη. Κατόπιν, ο «δράκος» έχει στα υπέρ του ότι είναι ο δημιουργός αυτής της ομάδας, ο εμπνευστής και καθοδηγητής της, ανεξάρτητα από τα όποια λάθη έχει κάνει τα δύο τελευταία χρόνια.
Αν λοιπόν, από τη μια ήταν μόνο η εθνική και από την άλλη ο Γιαννάκης, δεν θα ετίθετο κανένα θέμα? θα συνέχιζαν μαζί για όσο καιρό θα το ήθελαν. Ομως από τον περασμένο Φεβρουάριο ο Γιαννάκης είναι πρωτίστως προπονητής του Ολυμπιακού, γεγονός που τον φορτώνει με πολύ μεγάλες ευθύνες και δεν του επιτρέπει να λειτουργεί για την εθνική ομάδα όπως άλλοτε όταν είχε την ευθύνη του Αμαρουσίου.
Ολα αυτά αποδείχθηκαν κατά τη διάρκεια της αγωνιστικής περιόδου που έληξε, όταν ο Γιαννάκης, στην προσπάθειά του να αναμορφώσει την ομάδα του Ολυμπιακού και να κατακτήσει το πρωτάθλημα, αμέλησε τις υποχρεώσεις του προς την εθνική. Δηλαδή δεν μπόρεσε να φτιάξει το κατάλληλο πρόγραμμα προετοιμασίας (γι' αυτό και η ομάδα δεν έπαιξε ούτε ένα φιλικό ματς μεταξύ Προολυμπιακού και Πεκίνου, με αποτέλεσμα να μην έχει αγωνιστικό ρυθμό στο εναρκτήριο ματς με την Ισπανία), ούτε και να έρθει σε επαφή με τους παίκτες που σκεπτόταν να καλέσει, με συνέπεια να μην γνωρίζει τι είχαν στο μυαλό τους. Και έτσι έφαγε στα μούτρα την άρνηση του Ντικούδη, ο οποίος προτίμησε να ξεκουραστεί...
Ταυτόχρονα, ως προπονητής και του Ολυμπιακού, ο Γιαννάκης δεν έχει πια την οικουμενικότητα που του προσέδιδε άλλοτε η θέση του ομοσπονδιακού. Δεν πείθει όπως παλαιότερα, δεν ενώνει. Αντίθετα, λόγω της κακοπιστίας που προκαλεί το δίπολο Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού, αμφισβητείται ακόμα και για αποφάσεις του που μπορεί να είναι σωστές και που εν πάση περιπτώσει κανένας δεν θα τις συζητούσε κάτω από άλλες συνθήκες.
Κατά συνέπεια δεν είναι λογικό να διατηρηθεί, λόγω Γιαννάκη, η εθνική ως αντικείμενο περιορισμένης απασχόλησης. Αντίθετα, με τις δυνατότητες και τις φιλοδοξίες που έχει, χρειάζεται έναν προπονητή που θα ήταν καλό αν μπορούσε να ασχολείται μαζί της, όχι περιστασιακά, αλλά δώδεκα μήνες το χρόνο. Ωστε να προγραμματίζει, να οργανώνει και να παρακολουθεί την κάθε λεπτομέρεια έγκαιρα και με πλήρη ευθύνη.
Αλλωστε με ένα προπονητή που δεν θα δουλεύει παράλληλα ούτε στον Ολυμπιακό ούτε στον Παναθηναϊκό, η εθνική θα βρεθεί και πάλι έξω από το δίπολο του τρομερού φανατισμού και έτσι θα μπορέσει να συσπειρώσει όλο τον κόσμο του μπάσκετ, ανεξαρτήτως συλλογικών προτιμήσεων. Και αυτό είναι επίσης αδιαπραγμάτευτο!
Βεβαίως, όπως και τον Φεβρουάριο έτσι και τώρα ο Γιαννάκης δεν φαίνεται διατεθειμένος να φύγει μόνος του από την εθνική. Δεν επιθυμεί να χρεωθεί μια αποχώρηση από την «επίσημη αγαπημένη» λόγω του Ολυμπιακού και των χρημάτων που αποκομίζει από αυτόν. Γιατί κάτι τέτοιο θα στραπατσάριζε το προφίλ του «φουστανελά», του «στρατιώτη της εθνικής» και του «λαϊκού ήρωα» που με τόση επιμέλεια φιλοτεχνεί εδώ και πολλά χρόνια.
Για να «απαλλαγεί» λοιπόν η εθνική από τον Γιαννάκη, θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη η ομοσπονδία και ο Βασιλακόπουλος, πράγμα που πάντως δεν αποτόλμησαν όταν ο «δράκος» πήγε στον Ολυμπιακό, παρ' ότι όπως έλεγαν παραβίασε τη μεταξύ τους συμφωνία κυρίων. Βεβαίως, μετά το Προολυμπιακό, ο πατερούλης - Βασιλακόπουλος δήλωσε δικαιωμένος γιατί κράτησε τον Γιαννάκη σε πείσμα των κακών συμβούλων του που του έλεγαν να τον διώξει, αλλά μετά την 5η θέση του Πεκίνου κανείς δεν μπορεί να ξέρει προς τα πού φυσάει ο άνεμος!
Το μόνο που έχω να προσθέσω μετά απ' όλα αυτά είναι και ο μεν και οι δε να συναποφασίσουν με βάση το συμφέρον του μπάσκετ και της εθνικής και να αφήσουν κατά μέρος τις σκοπιμότητες και τις υστερόβουλες σκέψεις που γενικώς δηλητηριάζουν την ατμόσφαιρα και βάζουν βαρίδια στα πόδια της ομάδας.
ΥΓ.: Α, και επειδή δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση η αντικατάσταση του Γιαννάκη, ας έχουν υπόψη τους ότι μετά την κατάργηση του ασυμβίβαστου, ο Ιωαννίδης δεν έχει πια τυπικό κώλυμα όπως το 2004! Για σκεφτείτε λοιπόν με υπουργό - προπονητή στον πάγκο της, τι θαύματα θα κάνει αυτή η ομάδα...
Είσαι, Γιάννη, να πάρεις τη ρεβάνς;