Είναι στιγμές, λατρεμένε αναγνώστη, που αναρωτιέμαι για ποιο λόγο βλέπω ειδήσεις, εκπομπές, σίριαλ, μεσημεριανά, γενικότερα για ποιο λόγο χάνω άσκοπα τόσες ώρες απ’ τη ζωή μου; Αποφάσισα ότι από 'δώ και πέρα θα βλέπω μόνο Γεωργίου στην τηλεόραση και θα 'μαι καλυμμένος. Ο,τι χάνω, θα το μαθαίνω απ’ τον γλυκό Γιώργο. Ολα τα ξέρει, dear. Μα να μην του ξεφεύγει τίποτα, του καλού μου; Οταν ο Λάρι Πέιτζ και ο Σεργκέι Μπριν ξεκίνησαν μια κολεγιακή εργασία, για μια μηχανή αναζήτησης πληροφοριών, σίγουρα δεν είχαν γνωρίσει τον Γεωργίου. Αν τον είχαν γνωρίσει, σήμερα δεν θα υπήρχε κανένα Google...
Είχα την τύχη να παρακολουθήσω το βράδυ της Δευτέρας την εκπομπή του στο «ΤηλεΑστυ» και πραγματικά τον καμάρωσα. Βέβαια, στο τέλος με έπιασε ένας πονοκέφαλος, αλλά τι είν’ ο πόνος μπρος στη γνώση. Είχε συσσωρευτεί τέτοιος όγκος πληροφοριών στο κεφάλι μου, έπειτα απ’ όσα άκουσα, που νόμιζα ότι θα σπάσει. Ο Γεωργίου, πάντως, έθεσε το θέμα του ντόπινγκ στη σωστή του διάσταση: «Ποια είναι η μήτρα της ντόπας αυτή τη στιγμή; Η Κίνα. Νααα! μια μήτρα. Και τι πήραν οι Κινέζοι στον στίβο; Τίποτα. Τα σάρωσαν όλα οι Αφρικανοί. Οι Κινέζοι έπαιρναν μετάλλια σε κάτι τάε κβον ντο, καταδύσεις, και τέτοια. Τι σημαίνει αυτό; Οτι η ντόπα από μόνη της δεν φτάνει. Χρειάζεται και η κλάση. Αν δεν έχεις κλάση δεν πας πουθενά».
Συμπέρασμα: κλάση ντοπαρισμένη, ποτέ νικημένη. Αντίθετα, ντόπα άνευ κλάσης, τσάμπα τα λεφτά που θα χαλάσεις. Μα, δεν μπορεί να τα λέει έτσι απλά και ξεκάθαρα και ο Σεβαστής, να καταλαβαίνουμε τι θέλει να πει; Τόσο δύσκολο είναι, δηλαδή;
Στη συνέχεια ο Γεωργίου μίλησε και για έναν αθλητή που τον εντυπωσίασε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου: «Τον Κενυάτη στο μαραθώνιο τον είδες; Τι πράμα ήταν αυτό, ρε; Λες και έτρεχε 800άρι ήταν. Και βέβαια στον μαραθώνιο δεν χρειάζεται ντόπα. Εκεί παίζει ρόλο η ψυχή και το μυαλό».
Οχι, ρε γαμώτο. Πώς δεν το έχουμε σκεφτεί τόσον καιρό να πάμε να γίνουμε όλοι μαραθωνοδρόμοι, να βαρεθεί ο Κούβελος να μετράει μετάλλια; Γιατί ποια είναι τα μεγαλύτερα προσόντα του Ελληνα, sugar; Η ψυχή και η καρδιά. (Για το μυαλό δεν το συζητώ καν, το θεωρώ δεδομένο.) Πόσες φορές έχουμε ακούσει ότι «σήμερα μίλησε η ψυχή και η καρδιά του Ελληνα». Αρχίζω πλέον να κάνω τολμηρές σκέψεις. Βρε, μπας και οι ξένοι στη θέση της καρδιάς έχουνε το συκώτι ή το πάγκρεας, και είμαστε εμείς οι μοναδικοί στον κόσμο που έχουμε καρδιά, και μάλιστα στο σωστό σημείο; Τέτοια αποθέωση στον Ελληνα, για ένα του όργανο και μόνο, εξηγείται αλλιώς;
Οπως και να 'χει, αφού είμαστε προνομιούχοι και έχουμε και ψυχή και καρδιά και μυαλό, ας στραφούμε όλοι στον μαραθώνιο. Ο Γεωργίου είναι ξεκάθαρος. Οποιος διαθέτει αυτά τα χαρίσματα καθάρισε. Θα πάει μπροστά. Τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον γι’ αυτό ο Κωστάκης μάς έχει όλη μέρα στο τρέξιμο για να τα βγάλουμε πέρα. Δεν είναι ότι μας έχει γραμμένους. Προπόνηση μας κάνει για τον μαραθώνιο στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου. Σατανικό...
Η ώρα περνούσε και ο ακριβός μου Γεωργίου χαλάρωνε ολοένα και πιο πολύ. Η κορυφαία στιγμή της εκπομπής ήρθε όταν ο Γιώργος θέλησε να μοιραστεί μαζί μας μια πολύ προσωπική του στιγμή, η οποία συνέβη τα παλιά τα χρόνια. Μάλλον είναι ανέκδοτο, αλλά εγώ προτιμώ να ελπίζω ότι η ιστορία που αφηγήθηκε ο καλός μου είναι αληθινή και ο ίδιος ήταν όντως ο πρωταγωνιστής της. Με αναστατώνει περισσότερο αυτή η σκέψη...
Κάποτε, λοιπόν, κατά τη διάρκεια της συνεύρεσής του με μια εκπρόσωπο του ασθενούς φύλου, ο Γιώργος, απ’ τις δύο... πόρτες που έχει η ζωή, προτίμησε, όπως αποκαλύπτει ο ίδιος, να μπει από την πίσω. Η συνέχεια κόβει την ανάσα: «Τη ρωτάω: “Σ' αρέσει;”, και μου λέει “πονάω”. Την ξαναρωτάω: “Σ' αρέσει;” και μου ξαναλέει “πονάω”. “Βρε, σ' αρέσει;”, “πονάω”. Ε, στο τέλος τής λέω: “Ανεξάρτητα αν πονάς, σ' αρέσει;”»
Το ηθικόν δίδαγμα της ιστορίας, πολυαγαπημένε αναγνώστη, είναι ότι όσο σίγουρος κι αν αισθάνεσαι για τις επιδόσεις σου στο σεξ, πάρε και μια δεύτερη γνώμη απ’ τον καλό σου ή την καλή σου. Εστω και από περιέργεια. Η έλλειψη επικοινωνίας των ζευγαριών, ειδικά σε τόσο κρίσιμα ζητήματα, είναι ο κυριότερος λόγος διάλυσης της σχέσης. Αχ, να δω τι θα ’κανες αν δεν είχες και τον Γεωργίου να σου ανοίξει τα μάτια. Γιατί αν περιμένεις από τον Ασκητή, ζήτω που χωρίσαμε. Από τότε που ασχολήθηκε με την πολιτική το ενδιαφέρον του για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση του λαού ατόνησε. Τελικά, είναι αλήθεια. Η πολιτική σκοτώνει τον έρωτα...
Συνεχίζω μ’ έναν ακόμη ήρωα της καθημερινότητας μου. Είναι το αγόρι εκείνο που θα ανάγκαζε μέχρι και τον Μάικλ Φελπ να υποκλιθεί μπροστά του. Γιατί μπορεί ο Φελπ να πήρε οκτώ χρυσά μετάλλια, αλλά οκτώ αποκλειστικά στην καθισιά του, τα οποία ο Θέμης Σινάνογλου τα έχει για πρωινό, ούτε στον ύπνο του δεν θα τα έβλεπε.
Ο τυχερός νέος που μίλησε αυτή τη φορά στον Θέμη και το «Φως» ήταν ο Φάνης Γκέκας. Ο Φάνης απαντά στον Σινάνογλου για το αν «μετράει» ο προπονητής σε ματς-φωτιά όπως αυτό του Ολυμπιακού με την Ανόρθωση: «Οταν αρχίζει ο αγώνας, τότε μιλάνε οι παίκτες. Ο προπονητής εκεί είναι λίγο περιττός. Μέσα στον αγωνιστικό χώρο το τι θα συμβεί εξαρτάται από το πώς θα παίξουν οι 3-4 καλύτεροί σου παίκτες, αν θα τραβήξουν οι κλάσεις παίκτες σου».
Στο σημείο αυτό, λατρεμένε αναγνώστη, ορμώμενος απ’ τις σοφές παρατηρήσεις του Γκέκα, θέλω να σου ξεκαθαρίσω μία και καλή κάτι. Υπάρχουν οι παίκτες κλάσης και υπάρχουν και οι κλάσεις παίκτες. Η διαφορά στην κλάση είναι εμφανής. Αλλωστε, η ορθογραφία των δύο λέξεων έχει τη δική της σημειολογία. Οι παίκτες κλάσης (το κλάσης με «η») είναι οι μεγάλοι σε αξία παίκτες. Αντίθετα, οι κλάσεις παίκτες (με «ει») είναι αυτοί που η ομάδα τούς έχει στο... φτύσιμο, αλλά για να μην πικραθούν τους λέμε και τους γράφουμε ότι είναι οι καλύτεροι του κόσμου. Είναι εκείνοι που αν παίξουν καλά κάνεις τον σταυρό σου και ευχαριστείς τον Θεό. Αν δεν παίξουν λες «τι είχαμε τι χάσαμε..» Αναμενόμενο...
Ο Θέμης κατάλαβε ότι ο Γκέκας θεωρεί καθοριστική την απόδοση των παικτών αυτής της κατηγορίας, εξ ου και το «οι κλάσεις παίκτες» που χρησιμοποίησε απομαγνητοφωνώντας τις δηλώσεις του Ελληνα επιθετικού. Ο Θέμης είναι Θεός, θα το λέω μια ζωή.
Λίγο πιο κάτω ο Σινάνογλου πάει να βγάλει λαβράκι. Τον ρωτά αν έχει ζητήσει τη γνώμη των Βραζιλιάνων της Λεβερκούζεν για τον Ντιόγο, και ο Φάνης απαντά καταφατικά. Ο Θέμης επανέρχεται: «Και τι σου είπαν;» Η απάντηση «Είναι μεγάλη παικτούρα, επιπέδου Ροναλντίνιο» παίζεται στο στοίχημα 1,25. Σε τέτοιες περιπτώσεις τα διθυραμβικά σχόλια συνηθίζονται. Ελα όμως που ο Γκέκας τούς στέλνει όλους στον κουβά: «Οτι δεν τον ξέρουν. Μου έκανε εντύπωση».
Την αρχική αμηχανία του Σινάνογλου υπερνικά το δημοσιογραφικό του ένστικτο. Ετσι, έστω και στις καθυστερήσεις της συνέντευξης καταφέρνει να το μαζέψει λίγο το πράγμα, κάνοντας ο ίδιος ένα σχόλιο: «Ισως επειδή έπαιζε στη Β’ κατηγορία της Βραζιλίας δεν τον ήξεραν». Ή επειδή, όπως βλέπεις και στο σκίτσο, άλλο μέλος της οικογένειας έχει τη λάμψη ενός αληθινού σταρ. Η μητέρα Κλαούντια, φυσικά...