Ο σχοινοβάτης που ισορροπεί πάνω στο τεντωμένο σχοινί ξέρει ότι δεν έχει το παραμικρό περιθώριο λάθους. Ενα στραβοπάτημα και τέλος. Κάτω από τα πόδια του θα έχει μόνο κενό. Στον προημιτελικό γκραν γκινιόλ με τους Αργεντινούς, η Εθνική μας ήταν η Εθνική των ακροβατών.
Από την αρχή ως το τέλος του αγώνα εγκλωβίστηκε –αν δεν το επέλεξε- σε ένα εξοντωτικό «πέντε εναντίον πέντε», όπου η ίδια είχε οπλισμό συμβατικής τεχνολογίας, ενώ η Αργεντινή μπορούσε να ποντάρει σε δύο πυρηνικά όπλα, βγαλμένα απευθείας από το ΝΒΑ. Για τον Μάνου Τζινόμπιλι και τον Κάρλος Ντελφίνο αυτό το στυλ ήταν βούτυρο πάνω σε παντεσπάνι.
Τα συνεχή σκριν των ψηλών στην κορυφή της ρακέτας έδιναν στους δύο σταρ της Αργεντινής όσο χώρο αυτοί χρειάζονταν για να εξαπολύσουν σχεδόν ανενόχλητοι αλλεπάλληλες βόμβες τριών πόντων. Για μια φορά, η Εθνική μας έπαιξε καλή άμυνα μόνο στο «ζωγραφιστό». Εξω από τη γραμμή των 6,25 μ., είχε στηθεί ναρκοπέδιο. Οι Λατινοαμερικανοί σούταραν περισσότερα τρίποντα (32), παρά δίποντα (31). Ο Τζινόμπιλι έβαλε 6 και ο Ντελφίνο 5.
Οταν όμως μαζεύτηκαν οι νικητές στα αποδυτήρια, αποθέωσαν τον κρυφό ήρωα της βραδιάς. Ο Πάμπλο Πριτζιόνι έπαιξε 36 λεπτά γνωρίζοντας ότι πίσω του δεν υπήρχε ικανός αναπληρωματικός και υπέπεσε σε μόλις 1 λάθος, λες και είχε στο μυαλό του κομπιούτερ. Μάζεψε και 6 ριμπάουντ, έκλεψε 5 φορές την μπάλα, μοίρασε ασίστ και κυρίως σιγουριά. Αυτή τη φορά, η πολυπαινεμένη περιφερειακή γραμμή της Εθνικής μας απομυθοποιήθηκε. Ενεργητικό, μόλις 24 πόντοι. Παθητικό οδυνηρά βαρύ.
Ο σχοινοβάτης από τη Νότια Αμερική στάθηκε όρθιος για δεύτερη κατά σειρά Ολυμπιάδα απέναντι στον συνάδελφό του από την Ελλάδα. Ο χθεσινός αγώνας τελείωσε όπως ακριβώς τελείωσε και ο αντίστοιχος προημιτελικός του 2004: με άστοχο σουτ τριών πόντων από ελληνικής πλευράς. Από τον Αλβέρτη στον Σπανούλη.
Εκτοτε, η Εθνική μας έμαθε να ακροβατεί χωρίς να γλιστράει και χωρίς να ενοχλείται από τους σκοπέλους. Στην τριετία που ακολούθησε, κέρδισε σχεδόν όλα τα παιχνίδια που έμοιαζαν με το χθεσινό. Αυτή τη φορά, σκόνταψε στην πιο κρίσιμη στιγμή και βρέθηκε στο κενό. Το μυριόστομο «βάλ' το αγόρι μου» των Ελλήνων στο Πεκίνο και στην πατρίδα έπεσε στο πηγάδι, αφού ο άποντος στο β' ημίχρονο αλλά θαρραλέος Βασίλης Σπανούλης σημάδεψε τη στεφάνη.
Η πρόκριση στις μάχες των μεταλλίων από τον αποκλεισμό απείχε τελικά ελάχιστα εκατοστά του μέτρου, όσα χρειάζονταν για να πάει η ριμάδα η μπάλα στο πλεχτό αντί για το σίδερο. Δέκα; Είκοσι; Δεν χρειάζονταν παραπάνω. Ο Βασίλης θα ζει και θα ξαναζεί αυτό το σουτ κάθε μέρα της υπόλοιπης ζωής του. Βάλ' το, βρε αγόρι μου, βάλ' το…
Η ψύχραιμη φωνή που ακούστηκε από τα ορεινά των δημοσιογραφικών θεωρείων της αρένας «Γου Κε Σονγκ» μοίρασε ψιχία παρηγοριάς στις πιο δύσκολες στιγμές: «Καλύτερα που έχασε ο Σπανούλης αυτό, παρά να το έχανε ο Διαμαντίδης το 2005 στο Βελιγράδι. Αν δεν έμπαινε εκείνο, ίσως να μην είχαμε ζήσει τίποτα απ' όλα αυτά». Ή μήπως δεν είναι έτσι;