Η ερώτηση που μου γίνεται όλες αυτές τις μέρες είναι αν όλη αυτή η φασαρία που έγινε φέτος το καλοκαίρι για τον Ντιόγο είναι δικαιολογημένη. Είναι. Πρόκειται για έναν καταπληκτικό επιθετικό, που αφού έπαιξε δύο χρόνια στο πλάι -κυρίως στα δεξιά- απέκτησε με το σπαθί του το δικαίωμα να αγωνίζεται στη θέση του σέντερ φορ φορτώνοντας με γκολ τους αντιπάλους της Πορτουγκέσα. Ενας ποδοσφαιριστής 21 χρόνων που έχει πετύχει 25 γκολ σε 61 ματς στα πρωταθλήματα της Α' και της Β' Βραζιλίας δεν μπορεί να είναι υπερτιμημένος: όσα γράφτηκαν είναι και λίγα.
O Ντιόγο είχε στη μέχρι τώρα καριέρα του μια ατυχία: ήταν τραυματίας δύο χρόνια όταν η Βραζιλία πήγε στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου Νέων. Αν τότε είχε αγωνιστεί στη μικρή «σελεσάο», σήμερα θα ήταν ήδη παίκτης μεγάλης ευρωπαϊκής ομάδας. Η ιστορία τού βγήκε σε καλό: μένοντας στην Πορτουγκέσα, έμαθε να παίζει φορ, εξέλιξε το παιγνίδι του, δυνάμωσε, απέκτησε ηγετικές ικανότητες κι έρχεται τελικά στην Ευρώπη στην καλύτερη γι’ αυτόν στιγμή. Εψαξα από περιέργεια να δω τι είχαν κάνει στην ηλικία του κάποιοι άλλοι μεγάλοι Βραζιλιάνοι επιθετικοί που ήρθαν στην Ευρώπη πρόσφατα πριν καλά καλά συμπληρώσουν τα 22 τους χρόνια.
Περισσότερα γκολ από τον Ντιόγο (40 έναντι 25) είχε βάλει μόνο ο Ρομπίνιο στη Σάντος πριν πάει στη Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά είχε παίξει και περισσότερα ματς (102 έναντι 61): ο μέσος όρος είναι σχεδόν ίδιος! Δεν είχαν σκοράρει πιο πολύ από τον Ντιόγο όταν ήρθαν στην Ευρώπη ο Αντριάνο (όταν έπαιξε στην Πάρμα 21 χρόνων), ο μεγάλος Κακά (που στη Βραζιλία έπαιζε επιθετικός), ο Φρεντ (που είχε βάλει στην Κρουζέιρο τα ίδια γκολ περίπου, αλλά σε διπλάσια σχεδόν ματς), ο Πάτο (που όμως ήρθε στη Μίλαν μικρότερος). Το ότι ο Ντιόγο σκόραρε τα μισά του γκολ στη Β' κατηγορία δεν σημαίνει τίποτα: στη Βραζιλία οι διαφορές μεταξύ των κατηγοριών είναι ελάχιστες. Ούτε τα ονόματα των ομάδων μετράνε: η ιστορική Φλουμινένσε πέρυσι τερμάτισε τελευταία!
Διαμάντι
Ο παίκτης είναι ένα ακατέργαστο διαμάντι. Μπορεί να αποδειχτεί μία από τις καλύτερες μεταγραφές που έχουν γίνει όχι απλά στην Ελλάδα, αλλά στην Ευρώπη -και δεν υπερβάλλω γιατί τον έχω δει να παίζει και πιστεύω στα μάτια μου. Ωστόσο δεν κρύβω ότι δυο-τρία πράγματα με τρομάζουν.
Χαρακτήρας
Πρώτα πρώτα με προβληματίζει λίγο ο χαρακτήρας του. Ο Ντιόγο είναι ένα αλέγκρο παιδάκι που μέσα στο γήπεδο πολλές φορές μεταμορφώνεται σε αγρίμι. Στον Ολυμπιακό πρέπει να τον μάθουν να ελέγχει τα νεύρα του, να μην απαντά στις προκλήσεις, να μην παρασύρεται. Για να το πω απλά, δεν χρειάζεται να του μάθουν τίποτα ώστε να γίνει καλός ποδοσφαιριστής -επιβάλλεται όμως να του μάθουν πολλά ώστε να γίνει καλός επαγγελματίας: σήμερα δεν είναι παρά ένα χαρισματικό παιδάκι που ακούει τη μαμά του!
Αναλογιζόμενος την περίπτωση του Καστίγιο, δεν μπορώ να έχω τη βεβαιότητα ότι θα τα καταφέρουν να τον στρώσουν: στον Ολυμπιακό βλέπω πολλούς πωρωμένους με τον σύλλογο, δεν διακρίνω όμως παιδαγωγούς. Δεν αμφιβάλλω ότι ο Ντιόγο θα γίνει οπαδός του Ολυμπιακού, ούτε ότι θα γουστάρει να παίζει για τον κόσμο της ομάδας με τον οποίο θα υπάρξει εξαρχής έρωτας. Φοβάμαι όμως τη γενικότερη διαχείρισή του: για να το πω απλά, με τη συχνότητα που αλλάζει προπονητές ο Κόκκαλης δεν μπορώ να είμαι και βέβαιος ότι θα βοηθήσει τον Ντιόγο να ωριμάσει ο Ερνέστο Βαλβέδρε π.χ. Η πείρα μου λέει ότι ένας ανώριμος Λατινοαμερικανός είναι πάντα ένας μεγάλος μπελάς -όσο καλός παίκτης κι αν είναι.
Διαχείριση
Ο δεύτερος τρόμος μου έχει να κάνει με το ότι στοίχισε πολλά. Στην Ελλάδα το κόστος μιας μεταγραφής καθορίζει και τις απαιτήσεις. Ο Ολυμπιακός έχει ανάγκη από επιθετικούς, αποκτά τον Ντιόγο για να του δώσει φανέλα βασικού και ο Βραζιλιάνος -πολύ φοβάμαι- ότι θα κριθεί ως ένας ποδοσφαιριστής που στοίχισε 10 εκατομμύρια ευρώ κι όχι γι’ αυτό που αληθινά είναι, δηλαδή ένας συναρπαστικά εξελίξιμος Βραζιλιάνος πιτσιρικάς. Αν ο Ολυμπιακός είχε τους επιθετικούς του 2003 π.χ. (παίκτες όπως ο Αλεξανδρής, ο Ζιοβάνι, ο Οφορίκουε, ο Χούτος) θα τον φοβόμουν λιγότερο γιατί θα 'ξερα ότι ο μικρός θα είχε όλον τον χρόνο για να προσαρμοστεί, να μάθει, να πείσει πρώτα από όλα την ίδια την ομάδα για την αξία του.
Δεν θα ανησυχούσα επίσης αν ερχόταν εδώ πριν από τρία χρόνια, τότε που το βάρος των απαιτήσεων σήκωναν ο Κωνσταντίνου, ο Οκκάς, ο Ριβάλντο, ο «Τζόλε», ο αποτυχών Ντάνι που ήρθε ως μεγάλο όνομα. Οι επιθετικοί αυτοί ήταν συνηθισμένοι και στον πρωταθλητισμό και (ο καθένας με τον τρόπο του) στη μουρμούρα της εξέδρας. Δεν είναι τυχαίο ότι εκείνες τις σεζόν «έλαμψε» ο Καστίγιο: είχε λιγότερο άγχος από τους άλλους κι έδωσε τον καλύτερο εαυτό του τη στιγμή που φαινόταν ότι ο Τροντ Σόλιντ τον υπολόγιζε λιγότερο. Ετσι συνέβαινε πάντοτε στο ποδόσφαιρο με όλους τους «μικρούς».
Ο Σαραβάκος στον Πανιώνιο μεγαλούργησε όταν ο Μήτσος ο Μαυρίκης τα 'βαζε με την γκρίνια της πλατείας, ο Νίνης έκανε καταπληκτικά πράγματα την πρώτη χρονιά στον ΠΑΟ, όταν τα μάτια όλων ήταν στον Σαλπιγγίδη και τον Παπαδόπουλο, ο ίδιος ο «Σάλπι» σκόραρε κατά ριπάς όταν στον ΠΑΟΚ όλοι κοιτούσαν τον Μίετσελ.
Προσαρμογή
Ο Ντιόγο πρέπει να έχει χρόνο να προσαρμοστεί. Πρέπει επίσης τις κρίσεις να μη βαραίνουν τα εκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν για την απόκτησή του: τα χρήματα δόθηκαν για το μέλλον του κι όχι για το παρόν του. Θα έχω τη βεβαιότητα ότι θα συνεχίσει και στην Ευρώπη τα θαυμάσια πράγματα που έκανε δύο χρόνια τώρα στη Βραζιλία, αν ο Ολυμπιακός αποκτήσει και κάποιον ακόμα επιθετικό. Εναν επιθετικό με ευρωπαϊκές εμπειρίες, όπως οι μεγάλοι ποδοσφαιριστές που είχε τα τελευταία χρόνια και που λέγονται Ζιοβάνι, Ριβάλντο, Κοβάσεβιτς, Γκαλέτι κ.ά. Αυτοί, που ήταν γνωστοί πριν έρθουν εδώ, έκαναν και τη διαφορά συνήθως...
Δικαίωμα
Διάβασα τη δήλωση οργής της Κατερίνας Θάνου για την απόφαση της ΔΟΕ να μην της δώσει το δικαίωμα της συμμετοχής στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Κατανοώ την οργή, όμως για έναν αθλητή πιο σημαντικό και από τους Αγώνες είναι η υστεροφημία του: ας μην ξεχνάμε ότι οι αθλητές ακόμα και σήμερα είναι είδωλα για πολλά παιδιά, αληθινοί ήρωες σε μια εποχή που δύσκολα βρίσκεις τέτοιους. Επειδή στη ζωή δεν υπάρχει «άσπρο - μαύρο», κάποιος πρέπει να της εξηγήσει ότι η μη συμμετοχή της στους Αγώνες του Πεκίνου μπορεί να είναι και για καλό: θα της επιτρέψει να σώσει κάτι από την εικόνα της.
Σκέφτομαι τους χιλιάδες σχολιαστές σε όλο τον κόσμο που στην εμφάνισή της στο γήπεδο θα θύμιζαν την ιστορία της, θα μιλούσαν για το ατύχημα με τη μοτοσικλέτα το 2004, θα έσπερναν αμφιβολίες για τους θριάμβους της και καταλήγω ότι σε κανένα δεν αξίζει τόσο σκληρό φινάλε. Η Θάνου με τη μη συμμετοχή της στους Ολυμπιακούς Αγώνες εξασφαλίζει μια ήσυχη αποστρατεία: θα φύγει σιωπηλά κι αν μάλιστα γράψει και βιβλίο για τη ζωή της, όπως λέει, μπορεί να έχει κι ένα είδος τελευταίου λόγου.
Στην Ελλάδα, όπου οι νίκες και οι νικητές λατρεύονται, δεν θα 'ναι λίγοι αυτοί που θα συγκινηθούν και θα της δώσουν και δίκιο. Ας μην ξεχνάμε ότι ζούμε σε μια χώρα, της οποίας μια σημαντική μερίδα πολιτών πιστεύει ότι οι Αμερικανοί π.χ. συνωμοτούν εναντίον της -αν η Θάνου ισχυριστεί ότι είναι θύμα κάποιας διεθνούς σκευωρίας ουκ ολίγοι θα τη λατρέψουν.
Τουλάχιστον η Θάνου κάτι είπε. Προσωπικά μου κάνει εντύπωση η σιωπή των υπολοίπων. Ο ΣΕΓΑΣ παίρνει το μέρος της αθλήτριας φανερά: αυτή ήταν εξαρχής η πολιτική του. Οι άλλοι όμως; Ο υπουργός Πολιτισμού, Μιχάλης Λιάπης, από ό,τι διαβάζω από το Πεκίνο έκανε δηλώσεις και εκτιμήσεις για την ιστορία σαν ρεπόρτερ! Μας ενημέρωνε για το τι μαθαίνει ότι θα γίνει, τι πληροφορίες έχει, ποιες είναι οι εκτιμήσεις των ανθρώπων του πριν από την απόφαση της ΔΟΕ κ.λπ. Το μόνο που δεν μας είπε ποτέ είναι τη γνώμη του! Το ίδιο και ο υφυπουργός Αθλητισμού, Γιάννης Ιωαννίδης: σε όλη αυτή την ιστορία σιωπά.
Τελικά είχε δίκιο ή άδικο η Θάνου; Θα μας το πει κανείς; 'Η θα μείνουμε με την ίδια αγωνία που είχαμε πριν από τέσσερα χρόνια, όταν ψάχναμε να βρούμε πόσο επικίνδυνο ήταν (για τη λογική μας) το ατύχημά της;
Το αξίωμα του Σοφοκλή
Πόνεσε το κεφάλι μου διαβάζοντας τους νέους πίνακες διαιτησίας. Στη Σούπερ Λίγκα μπορεί να έμειναν οι ίδιοι με πέρυσι (αφού ο «Ψυχώ» έχει δεσμευτεί να μην κάνει αλλαγές μέχρι τον Οκτώβριο), αλλά στη Β' και στη Γ' Εθνική οι πίνακες θυμίζουν τηλεφωνικό κατάλογο: είναι τόσοι πολλοί οι διαιτητές, που κάποιοι είναι ζήτημα αν θα παίξουν τρία ματς σε ένα χρόνο! Καλά έκανε ο Θάνος Μπλούνας στο «Φως» και ρώτησε τα μέλη της ΚΕΔ αν έτσι θα αντιγράψουν το γαλλικό μοντέλο όπως λέγανε, υπενθυμίζοντάς τους ότι οι Γάλλοι έχουν 20 διαιτητές στη δική τους Β' Εθνική κι εμείς πάνω από 50. Οσο γιατί είναι τόσοι, η απάντηση είναι η ίδια που είχε δοθεί πρόπερσι στον Πιλάβιο όταν ρώτησε το γιατί. «Αν οι Ενώσεις δεν κάνουν νταραβέρι, ποιος νομίζεις ότι θα μας ψηφίσει, Σοφοκλή;».