Aπό περιέργεια και μόνο. Θα ήθελα να δω πόσοι από τους απεσταλμένους των ελληνικών Μέσων Μαζικής... Εξημέρωσης θα τολμήσουν να ασχοληθούν και με όλα εκείνα που κρύβονται πίσω από την Ολυμπιακή προπαγάνδα των Κινέζων. Προχθές ο Νίκος Παπαδογιάννης, ο οποίος έχει μία ευρύτερη και στέρεα συγκροτημένη αντίληψη για τον ρόλο του δημοσιογράφου, στην ανταπόκρισή του για την «Ελευθεροτυπία» έγραψε για τους περιορισμούς λογοκρισίας, που ήδη έχουν επιβληθεί στους δημοσιογράφους, αλλά και για την εφιαλτική περιβαλλοντική κατάσταση που επικρατεί, ιδιαίτερα στο Πεκίνο.
Φαντάζομαι ότι πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον θα έχει και η συμπεριφορά των συναδέλφων της κρατικής τηλεόρασης που θα μεταδίδουν τις ανταποκρίσεις τους από εκεί. Για πιθανές ευαισθησίες σε αυτά τα πράγματα από την Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή δεν γίνεται λόγος. Ο πρόεδρος της Επιτροπής έχει κατ' επανάληψη επιδείξει τις ευαισθησίες του από το Πεδίον του Αρεως μέχρι τον Αγιο Αιμιλιανό και τις μπαζωμένες παραλίες.
Τώρα μπορεί ο άνθρωπος να έχει και τίποτα εμπορικές συνεργασίες με τους Κινέζους, οπότε δεν χρειάζεται να χαλάσει μια οικονομικά αποδοτική σχέση για παρωνυχίδες τύπου «παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Αλλωστε, είναι προτιμότερο να πουλάς Ολυμπιακά ιδεώδη σε λαμπερή τηλεοπτική συσκευασία, παρά δυσνόητες έννοιες, όπως δημοκρατίες, ισότητες, κοινωνική δικαιοσύνη και άλλα τέτοια παρωχημένα πράγματα.
Ασε που δεν εικονογραφούνται τηλεοπτικά, έτσι ώστε να καταναλωθούν χωρίς δυσκολία από τους θεατές του παγκόσμιου χωριού. Ενώ το περίφημο Ολυμπιακό πνεύμα το «ντύνεις» τηλεοπτικά με το γλυκό μουτράκι –ή και το κωλαράκι– της Ισινμπάγεβα και το πουλάς σαν φρέσκο ψωμάκι χωρίς να τρομάξεις κανέναν. Αντίθετα, τίποτα εικόνες από Θιβετιανούς που τους σαπίζουν στο ξύλο, ποιος έχει όρεξη να δει και να περάσει ξένοιαστα;
Και επειδή στο συλλογικό υποσυνείδητο έχει εδραιωθεί η αντίληψη πως «υπάρχει μόνο ό,τι δείχνει η τηλεόραση», η ζοφερή εικόνα της πραγματικής Κίνας θα μείνει κρυμμένη στο παρασκήνιο. Νομίζω πως δεν είναι μόνο η συμπεριφορά της Κίνας στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και η μάστιγα του ντόπινγκ, που κάποιες σοβαρές έρευνες δείχνουν ότι το ενδιαφέρον του κοινού για τους Ολυμπιακούς Αγώνες –τουλάχιστον στην Ευρώπη– παρουσιάζει κάμψη.
Η τελευταία έρευνα που έκανε ο μεγάλος γερμανικός οργανισμός μελετών της αθλητικής επιχειρηματικότητας SPORT & MARKT αποκαλύπτει ότι το ενδιαφέρον του κοινού τουλάχιστον στις μεγάλες αθλητικές αγορές της Ευρώπης σημείωσε πτώση τουλάχιστον 10% και κυμαίνεται από 53-57%, ενώ η μεγαλύτερη πτώση σημειώθηκε στην Ισπανία, όπου το ενδιαφέρον έπεσε 15-17%. Η έρευνα αυτή, αν συνδυαστεί με κάποια οικονομικά δεδομένα που παρουσίασε η ΔΟΕ, εμφανίζει ένα –κατ' αρχήν– παράδοξο φαινόμενο.
Ο πρόεδρος της ΔΟΕ ανακοίνωσε προχθές ότι η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή θα εισπράξει από την πώληση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων για τους χειμερινούς Ολυμπιακούς του 2010 και τους Ολυμπιακούς του Λονδίνου ένα ποσό που φτάνει τα 3,8 δισ. δολάρια, ποσό που είναι μεγαλύτερο κατά 40% από το αντίστοιχο που εισέπραξε από την πώληση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων για τους χειμερινούς του 2006 και τους Ολυμπιακούς του Πεκίνου. Φυσικά, οι διαφημιζόμενοι δεν μπορούν να αγνοήσουν το παγκόσμιο κοινό που παρακολουθεί τους Αγώνες και πιστεύουν ότι το ενδιαφέρον του θα επανέλθει, μια και υπολογίζουν ότι μέχρι τότε θα έχει ξεπεραστεί και η οικονομική κρίση. Τότε και τα Ολυμπιακά ιδεώδη με τα σήματα κατατεθέντα όλων των χορηγών πάνω τους θα μπορούν να πουληθούν ευκολότερα. Και με μεγαλύτερο κέρδος φυσικά.
Η ελευθερία στον ψηφιακό κόσμο
Aπό μία μαλακία –από τις πολλές που έχει στο ρεπερτόριό του ο γράφων στον απλό χειρισμό των ηλεκτρονικών υπολογιστών– δεν κατάφερα να κρατήσω, ολόκληρο, ένα εξαιρετικό κείμενο για την ελευθερία της έκφρασης στην καπιταλιστική κοινωνία της πληροφορίας, το οποίο αλίευσα σε ένα ελληνικό blog. Παράλληλα, δεν κατάφερα να σώσω ούτε τη διεύθυνση του εξαίρετου αυτού blogger, που θα ήμουν ευτυχής αν κάποιος μου υποδείξει ποιος είναι, διότι παρουσιάζοντας ένα μέρος από το σημείωμά του τον αδικώ κατάφορα. «Κέντρο της διαπάλης στον ψηφιακό κόσμο αποτελεί ο καθορισμός των κανόνων, με βάση τους οποίους θα ρέει η πληροφορία στα σύγχρονα δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, αν δηλαδή θα ρέει με όρους ελευθερίας ή με όρους ελέγχου.
Από τη μία οι χρήστες, το πόπολο του ψηφιακού κόσμου, επιχειρούν να διατηρούν ελεύθερη τη ροή της πληροφορίας, η οποία εγγυάται την αυτονομία και την ελευθερία τους, και από την άλλη τα κράτη και το κεφάλαιο επιχειρούν να επιβάλουν κανόνες ελέγχου πάνω σε αυτή. Στη διαπάλη αυτή τα ψηφιακά περιβάλλοντα μοιάζουν να αλλάζουν ρότα από την αρχική γενική ελευθεριότητα προς μια σχετική ελεγξιμότητα. Οι κανόνες που επιχειρεί να εφαρμόσει το καπιταλιστικό σύστημα στον ψηφιακό κόσμο είναι –τι άλλο;– κανόνες ιδιοκτησίας τεχνητοί και αφύσικοι.
Εφαρμόζοντας δικαιώματα ιδιοκτησίας πάνω στη γνώση, την πληροφορία και την κουλτούρα, επιχειρεί να τις μετατρέπει από αχαλίνωτες οντότητες στα μυαλά των ανθρώπων σε εμπορεύσιμα, περιχαρακωμένα στην ιδιωτικότητα προϊόντα. Ετσι μόνο καθίσταται δυνατή η οικονομική εκμετάλλευσή τους από το κεφάλαιο και η αναπαραγωγή των εξουσιαστικών σχέσεων παραγωγής του φυσικού κόσμου και στην κοινωνία της πληροφορίας. Ο αφορισμός όμως ότι η γνώση είναι δύναμη (=εξουσία) δεν είναι απλώς άλλο ένα λογοπαίγνιο. Η γνώση, η πληροφορία και η κουλτούρα αποτελούν από τη φύση τους αγαθά κεντρικής σημασίας σε κάθε κοινωνία. Οποιος ασκεί έλεγχο πάνω σε αυτά καθορίζει το τώρα και το αύριο της ύπαρξής μας. Καθώς το σύνολο γνώσης, πληροφορίας και κουλτούρας που έχει δημιουργηθεί σε όλη την ανθρώπινη ιστορία κυλάει ψηφιοποιημένο με εκπληκτική ταχύτητα στα σύγχρονα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα, το πιο καίριο ερώτημα για το παρόν και το μέλλον του ψηφιακού μας κόσμου είναι αν, ποιος και πώς έχει τον έλεγχο και ποιος την πρόσβαση σε όλη αυτή τη γνώση.
Είναι το ερώτημα που αγγίζει την καρδιά του φαινομένου που ονομάζεται κοινωνία της πληροφορίας και είναι το ερώτημα που τελικά αποκρυπτογραφεί τις εξουσιαστικές σχέσεις και δομές που αναπτύσσονται μέσα σε αυτή».
Ενα πείραμα που πετυχαίνει
Θυμάμαι τι γράφαμε μετά την Πορτογαλία και το ενδεχόμενο –με αφορμή την περίπτωση της ΑΕΚ– να αναλάβουν τις τύχες των ομάδων πρώην ποδοσφαιριστές, όπως ο Ντέμης ή ο Ζαγοράκης. Στην περίπτωση της ΑΕΚ έχουμε ένα χρονικό διάστημα που μας επιτρέπει να βγάλουμε συμπεράσματα, που κατά τη γνώμη μου δημιουργούν ένα ελάχιστο θετικό πλεόνασμα. Και ίσως, αν κάποιος μπει στον πειρασμό το πείραμα της ΑΕΚ να το συγκρίνει με αυτό που βρίσκεται σε εξέλιξη στον ΠΑΟΚ, είναι σίγουρο ότι θα πιστώσει πολύ περισσότερους πόντους στον Ζαγοράκη, ο οποίος έχει λιγότερα μέσα στη διάθεσή του. Και από ό,τι φαίνεται έχει καλύτερα αποτελέσματα. Ισως γιατί ο Ζαγοράκης δεν έχει τους περιορισμούς που φαίνεται ότι έχει ο Ντέμης από τους υπόλοιπους μετόχους της ΑΕΚ.