H πρώτη ήττα του Ολυμπιακού σημειώθηκε ήδη μέσα στο καλοκαίρι. Επειδή η μεταγραφική περίοδος δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, μπορούμε να ορίσουμε αυτή την ήττα ως επικοινωνιακή. Ο μεγάλος αντίπαλος των «κόκκινων», ο ΠΑΟ, φέτος, εκτός από το εντυπωσιακό μπάσιμό του στη μεταγραφική αγορά, κατάφερε να εξασφαλίσει και ένα εξαιρετικό όνομα για τον πάγκο του. Ο Τεν Κάτε, εκτός από όνομα, είναι και φορέας μιας διαφορετικής ποδοσφαιρικής κουλτούρας, ένα μέρος της οποίας ελπίζω να μεταφέρει και στα καθ' ημάς. Είναι δεδομένο ότι στον ανταγωνισμό των «αιωνίων» οι επιτυχίες του ενός μεγεθύνονται από τις αποτυχίες του άλλου και το αντίστροφο. Στη μεταγραφική περίοδο μέχρι τώρα οι αποτυχίες του Ολυμπιακού ήταν πολλές. Και επειδή ο χρόνος έχει περάσει –χρόνος που φέτος έχει άλλη σπουδαιότητα, μια και υπάρχουν προκριματικά για τους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ–, είναι αμφίβολο αν η ομάδα –δηλαδή ο πρόεδρος– θα μπορέσει να κάνει τις κινήσεις εκείνες που θα αντιστρέψουν την κατάσταση. Ασε που τέτοιου είδους κινήσεις όσο στενεύουν τα περιθώρια κοστίζουν πολύ περισσότερο. Σε αυτό το σημείο, όμως, θα επανέλθω αργότερα.
Οι Πειραιώτες (από έλλειψη μεταγραφικού σχεδιασμού και κατάλληλων ανθρώπων για τον χειρισμό αυτών των θεμάτων) ηττήθηκαν καθαρά από τους «πράσινους» σε δύο περιπτώσεις. Αυτή του Κλέιτον και εκείνη του Χριστοδουλόπουλου. Ειδικά στη δεύτερη ο τρόπος που χειρίστηκαν το ζήτημα δείχνει περίτρανα άγνοια και κακή πληροφόρηση. Θυμίζω ότι είχαν εκδώσει ανακοίνωση ότι αποσύρονται από τη διεκδίκηση του παίκτη και έπειτα από λίγο επανήλθαν, όταν πληροφορήθηκαν ότι ο παίκτης, αφού ενημερώθηκε για την πρόταση των «πρασίνων», έφυγε από τα γραφεία του ΠΑΟΚ χωρίς να δηλώσει ότι την αποδέχεται. Κάποιος «καλοθελητής» πληροφόρησε τους ανθρώπους των Πειραιωτών ότι ο παίκτης συμπαθεί τον Ολυμπιακό και ότι θέλει να ενταχθεί μόνο σε αυτόν. Την ίδια ώρα ο ποδοσφαιριστής με τον εκπρόσωπό του πήγαιναν να συναντήσουν τον Πατέρα για να κλείσουν τη μεταγραφή.
Στον Ολυμπιακό κατόπιν ανακάλυψαν το επιχείρημα της «αποχής από πλειστηριασμούς», που δεν τήρησαν στην περίπτωση του Αβραάμ Παπαδόπουλου. Ολο αυτό το χρονικό διάστημα οι «πράσινοι» κάνουν μεταγραφές και στον Πειραιά περιμένουν απαντήσεις από μεταγραφικούς στόχους, που ποτέ δεν φτάνουν στα γραφεία της ΠΑΕ. Ο χρόνος αρχίζει να πιέζει και από τον Ολυμπιακό, που έχουν διώξει τον Λούα Λούα με το επιχείρημα του δύσκολου χαρακτήρα του, αφήνουν να διαρρεύσει το ενδιαφέρον τους για τον Τζεμπούρ –που είναι μάλλον δυσκολότερος χαρακτήρας από τον Λούα Λούα–, του οποίου η μεταγραφή στον ΠΑΟ «ναυαγεί». Τα χρήματα και τα ανταλλάγματα που ζητάει ο Πανιώνιος κρίνονται πολλά –και κατά τη γνώμη μου είναι– και στον Ολυμπιακό κάνουν το μεγαλύτερο επικοινωνιακό λάθος τους μέχρι τώρα. Αφήνουν να διαρρεύσει το ενδιαφέρον τους για τον Μπασινά, παρουσιάζοντας μάλιστα σχεδόν ολοκληρωμένη τη μεταγραφή. Οταν διαπιστώνουν το μέγεθος των αντιδράσεων, ανακοινώνουν τη ματαίωση την μεταγραφής με το πρόσχημα της ασυμφωνίας στη χρονική διάρκεια του συμβολαίου.
Το μεγάλο μείον του Ολυμπιακού στη φετινή μεταγραφική περίοδο –πέρα από τα προφανή της έλλειψης σχεδιασμού και των κατάλληλων ανθρώπων– είναι η απουσία μιας λίστας για τους στόχους και τις εναλλακτικές λύσεις. Τέτοια πράγματα δεν υπάρχουν. Επανέρχομαι σε ένα ζήτημα που ανέφερα λίγο πιο πάνω. Η πίεση χρόνου και η πίεση από τον κόσμο, που ζητάει αποτελέσματα, ίσως αναγκάσουν τους Πειραιώτες να ξοδέψουν πολύ περισσότερα χρήματα απ' όσα αξίζει κάποιος μεταγραφικός στόχος, ακόμα κι αν θεωρείται επένδυση για το μέλλον. Θυμίζω το φιάσκο των 7,5 εκατομμυρίων ευρώ για το 50% των δικαιωμάτων του Μπελούτσι, που δεν πιστεύω ότι θα μπορέσει να δείξει στο γήπεδο ούτε τα μισά από αυτά που θα περίμεναν οι άνθρωποι των «ερυθρολεύκων». Βέβαια, όλα κρίνονται στο γήπεδο και όχι στις επικοινωνιακές νίκες. Ομως τίποτα δεν δείχνει ότι στον Ολυμπιακό προετοιμάζουν τις συνθήκες για να κερδίσουν τις εντυπώσεις μέσα στο γήπεδο.
Οικονομικές επιτυχίες
Οτι το Υπουργείο Οικονομικών είναι το πιο δύσκολο υπουργείο είναι γνωστό. Οτι η διοίκησή του γίνεται ακόμα δυσκολότερη όταν η κυβέρνηση δεν έχει σχέδιο για την οικονομία και ανθρώπους για να το υλοποιήσουν είναι δεδομένο. Ομως η αναποτελεσματική διοίκηση και διαχείριση μπορεί να έχουν κακή κατάληξη.
Στα δημόσια οικονομικά η κακή κατάληξη σημαίνει υπερδανεισμό, εκτεταμένο περιορισμό των κοινωνικών δαπανών και των προγραμμάτων δημόσιων επενδύσεων, ξεπούλημα της κρατικής περιουσίας, υπονόμευση των όποιων αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας, διεύρυνση των ελλειμμάτων και πάει λέγοντας. Οι περίφημες μεταρρυθμίσεις για το ασφαλιστικό αποδεικνύεται πόσο απατηλές και πόσο πρόχειρες ήταν. Κάτι που συνάδει και με τη γενικότερη πολιτική της κυβέρνησης.
Η περίφημη τροπολογία για τις ΔΕΚΟ με την κατάργηση του δικαιώματος των εργαζομένων να προσφεύγουν σε διαιτησία, όπως επίσης και με την κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, δείχνει την αντίληψη της κυβέρνησης για την απασχόληση. Μια αντίληψη που ταυτίζεται με τις νεοφιλελεύθερες οικονομικές επιλογές, που κόβουν θέσεις πλήρους απασχόλησης και δημιουργούν θέσεις μερικής απασχόλησης, κακοπληρωμένες, χωρίς την υποχρέωση της καταβολής ασφαλιστικών εισφορών για να διευκολύνεται το κεφάλαιο στην αύξηση της κερδοφορίας του.
Ακόμα και ο τρόπος που η κυβέρνηση χειρίστηκε το ζήτημα της ψήφισης της τροπολογίας δείχνει την εκτίμηση που έχει για τη δημοκρατία και την ελευθερία συνείδησης των βουλευτών. Τώρα ο «κύριος αποτυχία» που διοικεί το Υπουργείο Οικονομικών θα προσπαθήσει να μας πείσει ότι οι «τρύπες» του προϋπολογισμού είναι αποτέλεσμα της διεθνούς οικονομικής κρίσης.
Στο γιατί δεν είχε εκπονήσει κάποιο σχέδιο για την προστασία της οικονομίας και των οικονομικά ασθενέστερων και στο γιατί δεν κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει τα οφέλη της μεγάλης ανάπτυξης των προηγουμένων χρόνων ή ακόμη γιατί αποδείχθηκε παντελώς ανίκανος στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, ο «κύριος αποτυχία» δεν θα μας χαρίσει μια απάντηση. Και γιατί να μας δώσει; Τα αποτελέσματα μιλούν από μόνα τους.
Υψηλές και χαμηλές τιμές
Το βασικό δόγμα του καλού πωλητή είναι «να αγοράζεις φθηνά και να πουλάς ακριβά». Ειδικά στο ποδόσφαιρο και στις μεταγραφές, ο μάνατζερ που πέτυχε να εφαρμόσει αυτό το δόγμα με απόλυτη επιτυχία είναι ο Αρσέν Βενγκέρ. Τον Αλσατό, για πολλούς λόγους, δεν είναι εύκολο να τον μιμηθούν πολλοί. Ιδίως στην Ελλάδα. Αρκετές φορές στην αποσπασματική αντίληψη των οπαδών για την οικονομική διαχείριση μιας ομάδας, ειδικά για τα ποσά των μεταγραφών, υιοθετείται μια επιδερμική θεώρηση. Παίρνω δέκα από την πώληση ενός ποδοσφαιριστή, άρα μπορώ να αγοράσω τέσσερις των δύο και θα μου μείνουν και δύο.
Αν η οικονομική διαχείριση ήταν κάτι τόσο απλό, δεν θα χρειαζόταν να διδάσκεται η οικονομία στις πανεπιστημιακές σχολές. Πολλές φορές κάποιοι φέρνουν παράδειγμα την περίπτωση του Ροναλντίνιο, τον οποίο η Μπαρτσελόνα κοστολογούσε 80 εκατομμύρια το 2006 και τον πούλησε 25 το 2008. Διαφεύγει από όλους αυτούς ότι πάμπολλες φορές η πώληση ενός παίκτη κρίνεται και από τα συμβόλαια που έχει ο ίδιος και η ομάδα με τους χορηγούς. Αυτό που δεν ξέρουν πολλοί είναι πως η NIKE είχε ένα συμβόλαιο με την Μπάρτσα που την υποχρέωνε να έχει στην ομάδα τον «Ρόνι» μέχρι το τέλος του 2007.