Το MG όπου τα πίνει ο Πανούτσος, μου πέφτει μακριά. Ασε που εκεί συχνάζουν και βουλευτές. Αμα θέλω να τα πιω, βρίσκω μία δικαιολογία «... μα... ξέρεις πώς είναι αυτά, αγάπη μου... πρέπει να μείνω λίγο παραπάνω στην εφημερίδα εξαιτίας των αδειών...» και πάω και τα πίνω στο Thesis. Στην Αλίμου.

Είναι και κοντά στο σπίτι, οπότε όσο τύφλα και να είμαι δεν χάνω τον δρόμο. Είναι λίγο ανήφορος βέβαια, αλλά κάνω το κόλπο του Βάρναλη. Ανέβαινε τη Σίνα και όταν κουραζόταν, καθόταν στα σκαλάκια στις εισόδους των σπιτιών. Μόλις πέρναγε καμιά γκόμενα σηκωνόταν, γιατί έβλεπε κώλο μπροστά, έπαιρνε κουράγιο και προχωρούσε κάμποσο. Αμα έχω πιει και γω, έτσι έρχομαι σπίτι. Κώλο, κώλο. Σαν προσεκτικός ιστιοπλόος που πηγαίνει κόστα, κόστα. Προχθές ένας τύπος, που είχε πιει κάτι παραπάνω, μιλούσε δυνατά στην παρέα του. Ανοικτή ακρόαση σε όλα τα κοντινά τραπέζια. Και μάθαμε πώς ρούμπωσε έναν Βούλγαρο, στη Σόφια, που δεν του έκανε έκπτωση επειδή ψώνιζε μαϊμούδες. Θεωρούσε ότι έκανε χάρη στον Βούλγαρο καταστηματάρχη. «Τι ήτανε, ρε, αυτοί; Οι πεινάλες των Βαλκανίων ήτανε. Εμείς τους βάλαμε στην Ευρώπη.

Και είχε μούτρα να μου το παίξει επιχειρηματίας… Και του τα είπα χύμα... ποιος είσαι εσύ, ρε, που θα μας κουνηθείς… εμείς έχουμε 3.000 χρόνια ιστορίας… αν δεν ήμασταν εμείς την Ευρώπη, θα τη βλέπατε με το κιάλι». Του τα έλεγε στα ελληνικά γιατί ο Βούλγαρος μιλούσε ελληνικά. Ο τρεις χιλιάδες χρόνια ιστορίας, από γλώσσες δεν ήταν φίλος. Ε, με τόσα χρόνια ιστορίας, τι να τις κάνεις τις γλώσσες των άλλων; Αφού και οι γλώσσες τους από τη δική σου προέρχονται. Τα φωνάζει κάθε μέρα ο λιακοπροφήτης. Βγήκε ποτέ κανένας πανεπιστημιακός να τον κοντράρει στα ίσια; Ποτέ. Αφού είναι κότες και θα τους πάρει τα σώβρακα ο Λιάκουρας. Και το ξέρουνε, γι' αυτό λουφάζουνε. Μην τυχόν τους πλακώσει ο μεγάλος με τίποτε κοσμοσφαίρες του Πούτιν και τους κάνει σκόνη και θρύψαλα. Δεν είχα όρεξη για κουβέντα με μαλάκα, άσε που φώναζε και περισσότερο από όσο φωνάζω εγώ.

Και έπινε ένα κοκτέιλ. Αμα βλέπεις άντρα να πίνει κοκτέιλ με ομπρελίτσες, κερασάκια και τρυφερές παπαρίτσες, μακριά. Είναι σαν γυναίκα, τρεις φορές χήρα. Δεν παίζεται. Ελεγα, γυρίζοντας στο σπίτι, να κάτσω να γράψω δύο κουβέντες γι’ αυτό το περιβόητο ζήτημα της εθνικής ταυτότητας. Που είναι και της επικαιρότητας με τα τέρατα που γράφει ο Γκρουέφσκι. Και θα έγραφα, αν γυρνούσα νωρίς. Αλλά άργησα. 'Η έχουν πληθύνει οι γυναίκες με ωραία πίσω όψη ή ήμουν πολύ τύφλα για να δώ την πραγματικότητα. Και τον σύντομο δρόμο για το σπίτι. Δοθείσης της καταστάσεως, -γιατί καλό το μολτ αλλά δεν είναι και για ορό- προτίμησα να κάνω κάτι ευκολότερο. Να παραθέσω κάτι που είπε για την εθνική ταυτότητα κάποιος που τα έλεγε πολύ καλύτερα από πολλούς δήθεν πατριώτες. Θυμόμουν πού βρισκόταν το απόσπασμα, σε ποιο βιβλίο. Αλλά δεν μπορούσα να κεντράρω στο συγκεκριμένο ράφι. Το πρόβλημα ήταν ότι σε αυτή την περίπτωση δεν μπορείς να περιμένεις πότε θα φανεί μία γκόμενα για να της πεις «τσάκω, μανίτσα μου, εκείνο το βιβλίο να σου διαβάσω κάτι να ξεμεθύσεις».

Από το βιβλίο του Λευτέρη Παπαδόπουλου «Ζω από περιέργεια» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Ενα απόσπασμα από μία παλιά συνέντευξη του Μάνου Χατζιδάκι στον Παπαδόπουλο. Ελεγε, λοιπόν, ο Χατζιδάκις: «...Είναι λιγάκι δύσκολο, βέβαια, να μιλάω για μένα όταν με ξεχωρίζουν. Εν πάση περιπτώσει, εγώ είμαι γέννημα μιας εποχής, μάλλον είμαι ένας καθυστερημένος εκπρόσωπος της μουσικής σε μια ομάδα ανθρώπων που ήδη είχαν δώσει ένα σημαντικό έργο και σφραγίσανε τον τόπο μας για μια μεγάλη περίοδο. Αυτοί οι άνθρωποι είναι ο Ελύτης, ο Σεφέρης, ο Γκάτσος, ο Χατζηκυριάκος - Γκίκας, Ο Τσαρούχης, ο Πικιώνης, ο Μόραλης, ο Εμπειρίκος, ο Εγγονόπουλος. Σ' αυτή την ομάδα ανήκω. Και αν μπορούσα να το πω, είμαι ο Βενιαμίν και συγχρόνως ο μαθητής. Και εκπροσωπώ, βέβαια, τη μουσική. Που την εποχή εκείνη είχε μια τεράστια απόσταση από την ελληνική ποίηση, την ελληνική ζωγραφική, την ελληνική αρχιτεκτονική…». Συνεχίζω δίπλα.

Περί ταυτότητας των Ελλήνων
«…Η μουσική ήταν εντελώς άσχετη με την ποίηση και με την ελληνική παιδεία. Τον καιρό εκείνο το όνομα του Σεφέρη δεν το ήξερε ουδείς μουσικός εν Ελλάδι! Οι αληθινά πρωτογενείς φυσιογνωμίες, όπως ο Σκαλκώτας, ζούσαν κάτω από μια τέτοια καταδίωξη, μέσα σε μια τέτοια απομόνωση, που δε μπορούσαν να ενεργήσουν σαν προσωπικότητες του τόπου. Ο Σκαλκώτας… Γι' αυτό πέθανε ο άνθρωπος. Δεν είναι τυχαίο. Ο δε Μητρόπουλος, που θα μπορούσε να είναι ακόμα και αρχηγός αυτών που προανέφερα, έλειπε στο εξωτερικό και πέθανε εξόριστος. Λοιπόν, οι ντόπιοι κάθε άλλο παρά ήταν του αναστήματος του Σεφέρη, του Μόραλη ή του Πικιώνη. Οι μουσικοί εννοώ. Οσο για τον Σεφέρη και τους άλλους, εκπροσωπούσαν τον ελληνικό χώρο μια πολύ κρίσιμη εποχή. Η Ελλάς είχε χάσει τον πόλεμο. Ο τόπος μας είχε ανάγκη να σκύψει στον εαυτό του. Οταν λέω είχε χάσει τον πόλεμο, θέλω να τονίσω ότι η Ελλάς είχε νικήσει κατ' επιφάνειαν, αλλά είχε χάσει κατ' ουσίαν. Δηλαδή, ονειρεύτηκε μια διαφορετική μετέπειτα τοποθέτηση των πραγμάτων και η πραγματικότητα την απογοήτευσε. Την απογοήτευσε ακόμα και στα πρόσωπα που την κυβέρνησαν. Ηχούσε το γκονγκ στο ραδιόφωνο και ακουγόταν μια φωνή που μιλούσε για τους πάνω από 3.000 ετών Ελληνες!

Ηρθαν, λοιπόν, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι ήσαν πάρα πολύ σημαντικοί, και σκύψανε στον κορμό του τόπου και ανακαλύψανε το στοιχείο εκείνο, το χαρακτηριστικό που έδινε ταυτότητα στον τόπο, έξω από αυτές τις αυθαίρετες συνδέσεις με το παρελθόν. Η ταυτότητα του τόπου, δηλαδή, δεν ήταν το ότι ήμασταν οι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, που είναι μια εντελώς αφελής και ηλίθια άποψη. Ηταν κάτι άλλο. Και το 'φεραν στην επιφάνεια αυτοί οι άνθρωποι. Ετσι ανακαλύψαμε το Αιγαίο, τον Θεόφιλο, τον Μακρυγιάννη, τον Καραγκιόζη - ό,τι θα μας έδινε μια ταυτότητα αληθινή. Αγνοώντας τα μεγαλεία, αυτά τα αυθαίρετα και αφελή μεγαλεία του επίσημου κράτους. Και αυτά τα στοιχεία, τα αληθινά, δημιουργούσαν τη νεότερη Ελλάδα. Μέσα σ' αυτή την υπόθεση της ανευρέσεως της ταυτότητάς μας, ένας Βενιαμίν, ένας μαθητής υπήρξα και του λόγου μου. Το αποτέλεσμα της δουλειάς μου είναι ακριβώς αυτό…». Συνέχεια και τέλος, από κάτω.


Κάτι σαν Επίλογος«…Τώρα είναι γεγονός ότι έγινε μια πολύ σημαντική τομή σ' αυτόν τον τόπο. Την εποχή που θα μεταφερόμασταν από το γραφικό στο ουσιαστικό και θα παύαμε να ασχολούμεθα με το γραφικό, γιατί ό,τι είχαμε να πάρουμε το είχαμε πάρει. Την εποχή αυτή που θα πηγαίναμε σε ουσιαστικότερες ανακαλύψεις του εαυτού μας, ήρθε η δικτατορία και ανέτρεψε τα πάντα. Η δικτατορία, που εκμεταλλεύτηκε τουριστικώς το γραφικό. Και έτσι, η απαραίτητη μετάβαση πιο πέρα, για να αποκτήσουμε την αληθινή πνευματική μας υπόσταση, δεν έγινε ποτέ…». Προσπαθώ να φανταστώ πώς θα αντιδρούσε ο «τρεις χιλιάδες χρόνια ιστορίας» αν κατάφερνε να διαβάσει όλο αυτό το κείμενο. Χωρίς εικόνες μάλιστα. Το πιθανότερο είναι να ρωτούσε ποιος είναι αυτός ο «Χατζιδάκις» που δεν ξέρει τι του γίνεται. Που δεν έχει αξιωθεί να ρίξει μια ματιά στα βιβλία του Λιακοπροφήτη, τα οποία τα αποδεικνύουν όλα με ντοκουμέντα από το Ιντερνετ. Οσο προσπαθώ να το φανταστώ, τόσο με πιάνει μία ισχυρή παρόρμηση να πιω. Να πιω για να μη σκέφτομαι πόσοι μπορεί να σιτίζονται στα τυπωμένα πρυτανεία της ηλιθιότητας. 'Η τα άλλα, της τηλοψίας, που είναι και χειρότερα.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube