Μία από τις πιο μεγάλες αλλαγές που σημειώθηκαν στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, ιδίως μετά την απόφαση Μποσμάν που έφερε το παιχνίδι στο κέντρο της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης, είναι η επιμήκυνση της ποδοσφαιρικής ζωής. Και προς τα πάνω και προς τα κάτω. Και αυτό ήταν λογικό να συμβεί, γιατί και τα παιχνίδια αυξήθηκαν -και αυτό είναι που οι ομάδες πουλάνε και οι τηλεοράσεις αγοράζουν- και οι θέσεις εργασίας. Ρίξτε μια ματιά στα ρόστερ των ομάδων πριν από το 1995, και όχι μόνον εκεί, αλλά και στον αριθμό των ποδοσφαιριστών που κάθονταν στον πάγκο.

Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο αυτού του γεγονότος έχει να κάνει με τη μείωση του μέσου όρου ηλικίας των ποδοσφαιριστών που εμφανίζονται στις βασικές ενδεκάδες των ομάδων. Ακόμη και των ομάδων που αγωνίζονται στο Τσάμπιονς Λιγκ, στο οποίο ο ανταγωνισμός είναι πολύ σκληρότερος. Παλιότερα, θα θυμάστε, φαντάζομαι, οι μεγαλύτεροι, όταν ένας 18χρονος ή 19χρονος εμφανιζόταν στη βασική ενδεκάδα μιας μεγάλης ομάδας ήταν η είδηση της χρονιάς.

Θυμάμαι το τι έγραφαν οι αγγλικές εφημερίδες για τις πρώτες εμφανίσεις του Νόρμαν Γουάιτσαϊντ στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Τώρα, με πρωτοπόρο τον Βενγκέρ, έχουμε δει 17χρονους και 18χρονους να αγωνίζονται βασικοί στις ενδεκάδες των ομάδων τους. Το φαινόμενο αυτό μπορεί κάποιος να το θεωρήσει και απόδειξη αυτού που οι οικονομολόγοι ονομάζουν «ένταση εργασίας». Η πραγματικότητα αυτή έφερε αλλαγές στον τρόπο που οργανώνονται οι ομάδες σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των τμημάτων υποδομής αλλά και το σκάουτινγκ.

Οι ομάδες που είχαν την οικονομική δυνατότητα οργάνωσαν ένα δίκτυο κυνηγών ταλέντων σε όλο τον κόσμο, χρηματοδοτούν τη λειτουργία ακαδημιών και ξοδεύουν αρκετά χρήματα ευελπιστώντας στην ανακάλυψη ταλέντων τα οποία θα εκμεταλλευθούν ανάλογα. Ο ανταγωνισμός για την ανακάλυψη των νεαρών ταλαντούχων ποδοσφαιριστών είναι τόσο έντονος, ώστε μόνο στην Αφρική λειτουργούν πάνω από 240 ποδοσφαιρικές ακαδημίες που χρηματοδοτούν ευρωπαϊκοί σύλλογοι και ποδοσφαιριστές. Σε ό,τι αφορά την επέκταση του ορίου ηλικίας των ποδοσφαιριστών προς τα πάνω, η σημαντικότερη επισήμανση που μπορεί να κάνει κάποιος αφορά στη μετακίνηση ποδοσφαιριστών από την κεντρική σκηνή στην περιφέρεια. Συμβαίνει συχνά μεγάλοι ποδοσφαιριστές που αγωνίζονται σε ομάδες της «πρώτης ταχύτητας» του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, από μια ηλικία και μετά -όταν δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις ανταγωνιστικές απαιτήσεις των ομάδων αυτών- να μετακινούνται σε ομάδες της «περιφέρειας», στις οποίες οι αγωνιστικές απαιτήσεις είναι λιγότερες και έτσι μπορούν να συνεχίζουν να αγωνίζονται με επιτυχία για κάποια χρόνια ακόμη.

Σε ό,τι αφορά τους ταλαντούχους πιτσιρικάδες, το σύστημα πλέον έχει αναδιοργανωθεί σε βαθμό τέτοιο που να τους προετοιμάζει σωματικά αλλά και ψυχολογικά για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του ανταγωνισμού. Βέβαια, αυτό έχει αποτέλεσμα στα 26 ή τα 27 οι ποδοσφαιριστές αυτοί να είναι τόσο «χορτάτοι» και «ξεζουμισμένοι» αγωνιστικά που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι το χρήμα. Εκείνο, όμως, που πραγματικά αξίζει να εξετάσει κάποιος δεν είναι τόσο ο τρόπος με τον οποίο εντοπίζεται ένα ταλέντο. Και αυτό γιατί όλοι, λίγο-πολύ, μπορούν να εντοπίσουν ένα ταλέντο. Εκείνο που μετράει είναι η έκταση της αναζήτησης, της «σάρωσης» για τον εντοπισμό τους. Εκεί μετράει το δίκτυο που έχεις οργανώσει, το μέγεθός του και η ικανότητά σου να το χρηματοδοτήσεις. Αυτό που εμάς ως χώρα θα πρέπει να μας αφορά είναι η τεχνογνωσία για την ωρίμαση και την εξέλιξη των ταλέντων. Και αυτή την τεχνογνωσία δεν την έχουμε και δεν βλέπω να θέλουμε να την αποκτήσουμε.

Διότι δεν αρκεί να ανακαλύπτεις τον Νίνη, τον Παπαδόπουλο, τον Παυλή και τον Μπαμπανιώτη, όταν δεν μπορείς να τους κάνεις στα 23 να είναι καλύτεροι από ό,τι στα 19, ή να έχουν καεί. Ετσι, το μόνο που καταφέρνεις είναι να γράψεις μια ιστορία χαμένων ποδοσφαιρικών ευκαιριών. Και ως χώρα δεν έχουμε τέτοιες πολυτέλειες.

Αρση παρεξηγήσεων

Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους, λένε. Και συμφωνώ, αν δεν είμαι εγώ αυτός που θα τους πληρώσει. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο σήμερα είμαι αναγκασμένος να ξεκαθαρίσω κάτι που γράφτηκε σε αυτή την εφημερίδα, ώστε να προλάβω παρανοήσεις και παρεξηγήσεις. Γιατί είναι κρίμα να αρχίσουμε τις αλλαξο-αγωγές μεταξύ μας.

Ο συνάδελφος Αντώνης Πανούτσος (ο οποίος με την αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ που πραγματοποιεί μαζί με τις υπόλοιπες νεροφίδες του MG έχουν στείλει τις τιμές στα ύψη) έγραψε διάφορα και για διάφορους την περασμένη Παρασκευή, και καλά τους έκανε. Μόνο που έγραψε και για μένα, πράγμα που δεν θα ήταν κακό αν δεν ήταν ανακριβές. Εγραψε συγκεκριμένα ότι είμαι ο μόνος αριστερός που έχει μείνει στην εφημερίδα, επειδή οι άλλοι αριστεροί της εφημερίδας έχουν ξαμολυθεί στα ενοικιαζόμενα που έχουν σε διάφορα νησιά της επικράτειας. Θα πρέπει να ενημερώσω τον Αντώνη, που άλλωστε δεν έχει δει τη φορολογική μου δήλωση, ότι εγώ -ευτυχώς- δεν ακολουθώ το ρεύμα. Εγώ είμαι ένας πραγματικός αριστερός, καλλιεργημένος και με επίπεδο. Δεν είμαι αριστερός «γιαλαντζί» για να λείπω το καλοκαίρι με όλους τους άλλους. Γιατί εγώ δεν έχω ενοικιαζόμενα στα νησιά. Είναι αντίθετο με τις αρχές μου. Εγώ θα λείψω από Νοέμβριο. Γιατί μπορεί να είμαι αριστερός, αλλά δεν είμαι και μαλάκας. Τον Νοέμβριο αρχίζει η σεζόν για μας τους γνήσιους αριστερούς. Τους αριστερούς «του βουνού». Τότε που είναι απαραίτητη η προσωπική μας παρουσία για την εύρυθμη λειτουργία των προσωπικών επιχειρήσεων με τα σαλέ στο Καρπενήσι, τη λίμνη Πλαστήρα, το Πήλιο και τα Γαυγάμηλα των λαϊκών αγώνων, την Αράχοβα.

Ο Αντώνης, που τώρα πλέον γνωρίζει αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι θα είναι αρκετά ξεμέθυστος για να το θυμάται σε 5 μήνες όταν θα λείψω δι’ ολίγον, ανέφερε επίσης στο άρθρο του την περασμένη Παρασκευή ότι «ο Χαραλαμπόπουλος γράφει κάθε μέρα ότι δεν έπρεπε να τα πάρουν από τη Siemens. Εκτός αν γράφει ότι έπρεπε και εγώ δεν το καταλαβαίνω». Αντώνη Πανούτσε (κανείς δεν τον λέει έτσι από φόβο μήπως γίνει καμιά στραβή στο Word και χαθούν τα γράμματα α και ν από το όνομά του), έγραψα εγώ ποτέ ότι δεν έπρεπε να τα πάρουν; Ή έγραψα ποτέ ότι έπρεπε να τα πάρουν; Οχι, Αντώνη Πανούτσε (…εδώ το ρισκάρω λιγουλάκι, είναι αλήθεια). Εκείνο που έγραψα ήταν «να προσέχουν τι πίνουν κάτι αριστεροί που κάνουνε παρέα με τον Αντώνη (…δύο ρίσκα σε ένα κείμενο, είναι αρκετά…) και να κρατάνε το στόμα τους κλειστό, μην τυχόν του ξεφύγει κανενός ότι τα έχουμε πάρει και εμείς και γίνουμε ρεζίλι».

Αλλωστε, στα ζητήματα του πολιτικού χρήματος -τις μίζες δηλαδή- εμείς στην αριστερά -ως γνωστόν- υιοθετούμε συχνότατα τη συμπεριφορά της Πόντιας πόρνης. Που αυτοκτόνησε όταν έμαθε ότι οι άλλες πληρώνονταν για τις υπηρεσίες τους, πράγμα που έχουν υιοθετήσει και οι αστοί πολιτικοί, οι οποίοι δεν δουλεύουν ποτέ αμισθί.

Πάμε γι’ άλλα

Ολες οι κεντρικές προεκλογικές διακηρύξεις αυτής της κυβέρνησης μοιάζουν τώρα πια ένα κακόγουστο αστείο. Οχι γιατί η κυβέρνηση προσπάθησε να τις εφαρμόσει και δεν τα κατάφερε για λόγους έξω από τις προθέσεις της, αλλά γιατί ποτέ δεν τις εννοούσε.

Τι να θυμηθώ; Το σχέδιο που -υποτίθεται- είχε έτοιμο για την αξιοποίηση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων μετά τους αγώνες του 2004; Τη μάχη κατά της ακρίβειας; Την προάσπιση της αξιοκρατίας με τη «συνέντευξη» για τα γαλάζια παιδιά; Τις πολυδιαφημισμένες οικολογικές ανησυχίες του πρωθυπουργού; Ή την περίφημη μετωπική σύγκρουση με τη διαφθορά; Σε ό,τι αφορά την τελευταία, η αντικατάσταση του κ. Ζορμπά, ο οποίος παρουσίασε πορίσματα που αναδεικνύουν τη διαφθορά που η κυβέρνηση έκανε ότι αγνοούσε, είναι αποκαλυπτική των προθέσεών της. Ας είναι καλά η «σανιδένια» αντίληψη περί της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube