Πιθανώς οι φετινές πυρκαγιές να προκύπτουν επειδή τις βάζει η αντιπολίτευση -όπως έλεγαν κάποιοι ανόητοι πέρυσι- ή οι Aμερικανοί ή οι Tούρκοι ή «ο στρατηγός άνεμος». Φαντάζομαι ότι επειδή οι τηλεθεάσεις το καλοκαίρι δεν μετράνε και τόσο στο μοίρασμα των διαφημιστικών πακέτων και επειδή, επιπλέον, οι ρεπόρτερ και οι πρωτοκλασάτοι τηλεαστέρες κάνουν τις διακοπές τους, οι πυρκαγιές καλύπτονται συμβατικά. Για παρόμοιους λόγους νομίζω ότι δεν παίζονται και σε εντυπωσιακά πρωτοσέλιδα, όπως πέρυσι.
Ε, θα μου πει κάποιος, δεν είναι η φετινή κατάσταση ίδια με την περσινή. Ευτυχώς που δεν έχουμε ανθρώπινες απώλειες. Το μόνο παρήγορο, διότι στο φυσικό περιβάλλον η κατάσταση διαρκώς επιδεινώνεται. Μετά την απώλεια σχεδόν τριών εκατομμυρίων στρεμμάτων πέρυσι, ό,τι χάνεται από φέτος είναι πολλαπλάσια απώλεια από την περσινή. Φυσικά, σε όλη αυτή την πολύ δυσάρεστη κατάσταση εκείνο που πάλι μένει στη σκιά είναι οι ευθύνες της κυβέρνησης, που υποτίθεται ότι μετά την περσινή τραγωδία θα είχε φροντίσει να οργανωθεί για να αντιμετωπίσει σήμερα την κατάσταση.
Θα είχε φροντίσει να καλύψει τις 3.983 κενές οργανικές θέσεις, θα είχε εκσυγχρονίσει τα ξεπερασμένης τεχνολογίας εναέρια μέσα, θα είχε φροντίσει για την αναδιάρθρωση και την ενίσχυση της δασικής υπηρεσίας, θα είχε φροντίσει να αυξήσει τις πιστώσεις προς τους δήμους για τον καθαρισμό των χώρων κοντά σε δασικές εκτάσεις, θα είχε μία -έστω, ρε παιδί μου, λειψή- προσέγγιση και πολιτική για το περιβάλλον, θα έκανε κάτι σε νομοθετικό επίπεδο που θα έδειχνε, αν μη τι άλλο, αυτή τη ρημάδα την πολιτική βούληση.
Αλλά για μια κυβέρνηση της οποίας ο -καθ’ υπερβολήν- υπουργός Περιβάλλοντος θεωρεί τους εργολάβους εθνικούς ευεργέτες, τι να πεις; Και δέκα φάσκελα να τους ρίξεις, θα πάνε στράφι. Οι άνθρωποι είναι αδαείς και επικίνδυνοι. Το έγκλημα κατά του περιβάλλοντος δεν είναι στιγμιαίο. Είναι διαρκές και κάποιοι πρέπει να πληρώσουν. Το είχα γράψει και παλιότερα. Πέρυσι, λίγο μετά τη μεγάλη καταστροφή, στην «Ελευθεροτυπία» είχε δημοσιευθεί ένα άρθρο του Ξενοφώντα Κοντιάδη, καθηγητή Δημοσίου Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και διευθυντή του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου, με τίτλο «Θεσμικό χάος στην πυροπροστασία».
Οι επισημάνσεις στο άρθρο του κ. Κοντιάδη δεν παραξενεύουν κάποιον που έχει εικόνα για την οργάνωση του συστήματος πολιτικής προστασίας της χώρας από τις πυρκαγιές. Υστερα από μια πρώτη έρευνα-επισκόπηση του νομοθετικού πλαισίου, της διοικητικής οργάνωσης και της κατανομής αρμοδιοτήτων στον τομέα της πολιτικής προστασίας, την οποία πραγματοποίησε το Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου - Ιδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, διαπιστώθηκε κατ' αρχάς ότι το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο αποτελείται από διάσπαρτες ρυθμίσεις σε είκοσι εννέα (29) ετερόκλητα νομοθετήματα. Εως εδώ ένας έμπειρος νομικός δεν θα εντυπωσιαζόταν. Εχουμε συνηθίσει στην Ελλάδα την αποσπασματικότητα και τον κατακερματισμό της νομοθεσίας ή απλώς την πολυνομία και την κακονομία.
Διαπιστώνεις, όμως, πως σε αυτά τα 29 νομοθετήματα σε ό,τι αφορά το έργο της πρόληψης των πυρκαγιών εμπλέκονται σαράντα πέντε (45) διαφορετικές υπηρεσίες, στις οποίες έχουν κατανεμηθεί εννέα (9) αρμοδιότητες, χωρίς βέβαια να αποσαφηνίζονται επαρκώς ζητήματα συντονισμού. Παράλληλα, στο έργο της καταστολής-κατάσβεσης εμπλέκονται είκοσι (20) υπηρεσίες, στις οποίες έχουν μοιραστεί δεκαέξι (16) αρμοδιότητες. Από πέρυσι, λοιπόν -και παρακάμπτοντας μια σειρά άλλων σοβαρών ζητημάτων, όπως τη μη απορρόφηση 30 εκατομμυρίων ευρώ από την Ε.Ε. που δίνονται για την πυροπροστασία-, μπορεί ο υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Διοίκησης να μας πει τι έκανε για τη βελτίωση και την απλοποίηση του θεσμικού πλαισίου και πώς αυτό το πλαίσιο έχει διαμορφωθεί σήμερα; Ή μήπως δεν έγινε τίποτε;
Η φιλοδοξία των «πετεινών»
Ενα από τα πράγματα που δεν δείχνουν να αλλάζουν στο αγγλικό πρωτάθλημα τα τελευταία -τουλάχιστον- 4 χρόνια είναι η κυριαρχία μιας πολύ συγκεκριμένης τετράδας. Η Μάντσεστερ, η Τσέλσι, η Αρσεναλ και η Λίβερπουλ είναι οι τέσσερις ομάδες που φαίνεται ότι έχουν πολύ μεγαλύτερη οικονομική και αγωνιστική δύναμη από όλες τις υπόλοιπες. Ομως από πέρυσι υπάρχει μια ομάδα που έχει εκδηλώσει την πρόθεσή της να αμφισβητήσει το αδιάσπαστο της τετράδας. Πρόκειται για την Τότεναμ, την ομάδα που πέρυσι ξόδεψε σχεδόν 80 εκατομμύρια ευρώ για μεταγραφές, ενώ έκανε και μια πολύ μεγάλη επένδυση σε προπονητή, φέρνοντας στον πάγκο τον Χουάντε Ράμος.
Φέτος η Τότεναμ πήρε δύο σπουδαίους νεαρούς ποδοσφαιριστές, τον Μόντριτς και τον Ζιοβάνι ντος Σάντος, που οι ειδικοί πιστεύουν ότι θα έχουν πολύ μεγάλη εξέλιξη. Η επένδυση στους μικρούς ποδοσφαιριστές, σε νεαρούς και ταλαντούχους, έχει αποδειχθεί ότι είναι ο πιο σοβαρός, ασφαλής και δοκιμασμένος τρόπος για να «χτίσει» κάποιος μια ομάδα που θα μπορεί να έχει διάρκεια. Ο Ράμος θέλει να διαμορφώσει στην Τότεναμ ένα μοντέλο λειτουργίας που θα προσεγγίσει αυτό του Βενγκέρ, που πέραν όλων των άλλων ιδιαίτερων στοιχείων χρειάζεται χρόνο. Και δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι ο Λίβι, το αφεντικό της Τότεναμ, είναι διατεθειμένος να δώσει στον Ισπανό τον χρόνο, τα μέσα και κυρίως την πρωτοβουλία, στο κομμάτι που τον αφορά.
Ο Ράμος βρήκε στην ομάδα τις περσινές μεταγραφές και εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι να διαμορφώσει ένα σύνολο αποκλειστικά δικό του. Μία ομάδα που θα μπορέσει να δοκιμάσει στο πρωτάθλημα, αλλά κυρίως στο ΟΥΕΦΑ. Μια διοργάνωση που γνωρίζει καλά, μια και με τη Σεβίλλη πήρε το κύπελλο δύο φορές. Το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα φέτος του χάλασε κάπως τα σχέδια, μια και ο Ισπανός δεν μπορούσε να έχει στη διάθεσή του όλους τους ποδοσφαιριστές του από την αρχή της προετοιμασίας. Ο Ράμος πιθανόν να είναι εκείνος που έχει εισηγηθεί το «ξεφόρτωμα» της ομάδας από ποδοσφαιριστές που δεν ταιριάζουν στο αγωνιστικό πλάνο που έχει στον νου του. Σκέφτομαι ότι, αν ο Ισπανός μπορεί να κερδίσει το ΟΥΕΦΑ, ίσως τότε να μπορέσει σε βάθος χρόνου να κάνει τους τέσσερις μεγάλους της Πρέμιερσιπ να κοιτάξουν πίσω τους. Ισως.
«Στοχευμένες» δράσεις
Ακούγεται συνεχώς από τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας ότι η κυβέρνηση θα αναλάβει «στοχευμένες» δράσεις για να στηρίξει εκείνους που δοκιμάζονται περισσότερο από την οικονομική κρίση. Η υπουργική διαβεβαίωση είναι υποκριτική και γίνεται για επικοινωνιακούς λόγους. Από τη στιγμή που η δημοσιονομική πειθαρχία των Βρυξελλών δεν σηκώνει παρεμβάσεις και την ώρα που η κυβερνητική ανικανότητα ανοίγει τρύπες στον προϋπολογισμό επειδή τα έσοδα πάνε κατά διαόλου -και επιπλέον ο πολιτικός και ιδεολογικός προσανατολισμός της κυβέρνησης ταυτίζεται με έναν χρεοκοπημένο νεοφιλελευθερισμό-, ποιος πιστεύει ότι οι ενισχύσεις θα έχουν αντίκρισμα;
Την υποκρισία για τις «στοχευμένες» δράσεις τη δείχνει η πρόθεση της κυβέρνησης, που ετοιμάζει σχέδιο νόμου με το οποίο χαρίζονται περίπου 120 εκατομμύρια ευρώ στις χρηματιστηριακές εταιρείες των τραπεζών. Οι οποίες θα απαλλάσσονται από την υποχρέωσή τους να καταβάλλουν το μερίδιό τους στο κεφάλαιο το οποίο έχει δημιουργηθεί για την προστασία των επενδυτών του Χρηματιστηρίου από διάφορα «κανόνια». Αυτή είναι «στοχευμένη» δράση για εκείνους που την έχουν ανάγκη.