Aυτή η τάση που δείχνουν από πέρυσι οι Γερμανοί, να ξεπεράσουν μια εσωστρέφεια που παρουσίαζε τα τελευταία χρόνια το ποδόσφαιρό τους, σημειώνεται αμέσως μετά το επιτυχημένο, οργανωτικά, Παγκόσμιο Κύπελλο που διεκπεραίωσαν το 2006. Ενα Κύπελλο που δημιούργησε μία δυναμική που αποτυπώθηκε όχι μόνο στις περσινές μεταγραφές των γερμανικών ομάδων, που έφθασαν τα 181 εκατομμύρια ευρώ, ποσό ρεκόρ, αλλά και σε μερικά ακόμα δομικά στοιχεία του γερμανικού ποδοσφαίρου.
Φέτος έχουν ξοδευτεί κάτι περισσότερο από 101 εκατομμύρια ευρώ αλλά δεν υπολογίζεται ο μεταγραφικός τζίρος να είναι μεγαλύτερος από τον περσινό. Κυρίως επειδή η Μπάγερν, που πέρυσι ξόδεψε σχεδόν τα μισά απ' όλες τις άλλες ομάδες μαζί, δεν θα κάνει δαπανηρές μεταγραφές. Πρέπει επίσης να σημειώσουμε πως οι γερμανικές ομάδες που έπαθαν μεγάλη ζημιά με την κατάρρευση του ομίλου Κιρχ –που είχε τα τηλεοπτικά δικαιώματα της Μπουντεσλίγκα– αρχίζουν σιγά σιγά να συνέρχονται και μάλιστα η καινούργια συμφωνία για τα τηλεοπτικά δικαιώματα θα φέρει στα ταμεία τους όσα σχεδόν φέρνει και η τηλεοπτική συμφωνία των ομάδων του γαλλικού πρωταθλήματος.
Γύρω στα 600 εκατομμύρια τον χρόνο. Αυτή η τάση αντιστροφής της γερμανικής εσωστρέφειας αποτυπώνεται και στην κίνηση των εισιτηρίων διαρκείας, που πέρυσι ξεπέρασαν τα 400.000, αλλά και στη γενικότερη διάθεση των Γερμανών να κάνουν το παιχνίδι πιο ελκυστικό, πιο προσιτό στον πολύ κόσμο. Μέσα στη Γερμανία αρχικά και μετά και παραέξω. Ετσι κι αλλιώς, σε ό,τι αφορά τους μέσους όρους εισιτηρίων του γερμανικού πρωταθλήματος, κυμαίνονταν μέσα στις τρεις πρώτες θέσεις πανευρωπαϊκά.
Βέβαια, σε αυτό το γεγονός συμβάλλουν αποφασιστικά και οι χαμηλότερες τιμές των εισιτηρίων, ακόμα και από πρωταθλήματα όπως το ελληνικό. Μπορεί να θεωρηθεί υπερβολή, αλλά το γερμανικό πρωτάθλημα μοιάζει «δημοκρατικότερο» από πολλά άλλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και όχι μόνο επειδή αντιμετωπίζει το ποδόσφαιρο σαν την κατ' εξοχήν λαϊκή διασκέδαση, την κοστολογεί αναλόγως και επιτρέπει την πάμφθηνη παρουσία φιλάθλων στις κερκίδες των ορθίων.
Παραδοσιακά ήταν ο χώρος που συγκεντρώνονταν οι μετανάστες που είχαν λιγότερα χρήματα να ξοδέψουν. Ισως το γεγονός ότι το ζήτημα της επαναφοράς των κερκίδων ορθίων αρχίζουν να το συζητούν ξανά οι Αγγλοι, περίπου 15 χρόνια μετά την κατάργησή τους, κάτι δείχνει. Αυτά όλα βέβαια δεν σημαίνουν ότι οι Γερμανοί έχουν αποκηρύξει την εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου τους. Το αντίθετο συμβαίνει, αλλά το θέαμα δεν θυσιάζεται άκριτα στον βωμό του κέρδους. Σημειώνω ότι τα ετήσια έσοδα των γερμανικών ομάδων από τη διαφήμιση στη φανέλα ξεπερνούν τα 140 εκατομμύρια ευρώ και ίσως να αυξηθούν αν με τη νέα συμφωνία τηλεοπτικών δικαιωμάτων τα παιχνίδια του γερμανικού πρωταθλήματος φθάσουν να μεταδίδονται σε περισσότερες από 70 χώρες στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας.
Η προσπάθεια των Γερμανών να κάνουν ένα πιο glamorous, ένα πιο δημοφιλές ποδοσφαιρικό προϊόν είναι πολύ ενδιαφέρουσα, αλλά θα κριθεί πρωτίστως από τις αγωνιστικές επιδόσεις των γερμανικών ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Και η περσινή εικόνα δεν ήταν καθόλου ενθαρρυντική, με αποκορύφωμα τον αποκλεισμό της Μπάγερν από τον τελικό του ΟΥΕΦΑ, ένα Κύπελλο που στην αρχή της διοργάνωσης έμοιαζε δικό της.
Ο πλούτος και η παγκοσμιοποίηση
Παντού, στις εφημερίδες και τις τηλεοράσεις όλου του κόσμου, αυτό που έρχεται σιγά σιγά στην πρώτη γραμμή ενδιαφέροντος είναι η οικονομική κρίση που παίρνει παγκόσμιο χαρακτήρα. Τις συνέπειες, φυσικά, θα υποστούν οι πιο αδύναμοι, οι οποίοι όλο και πληθαίνουν. Μάλιστα, σε μία στιγμή που ποτέ άλλοτε στην ανθρώπινη ιστορία ο πλούτος δεν ήταν τόσο πολύς και ποτέ δεν είχε συγκεντρωθεί σε τόσο λίγα χέρια. Το κεφάλαιο, όπως φαίνεται, έχει πετύχει συντριπτική νίκη πάνω στη μισθωτή εργασία. Η εργασία αντιμετωπίζεται σαν οποιοδήποτε άλλο εμπόρευμα.
Στη μήτρα της παγκοσμιοποίησης, που είναι φυσικά οι ΗΠΑ, το πλουσιότερο 1% των Αμερικανών κατέχει 190 φορές περισσότερο πλούτο από το μέσο νοικοκυριό, με βάση τα στοιχεία του Economic Policy Institute. Εκεί, 48 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν καμία μορφή κοινωνικής ασφάλισης, ενώ 37 εκατομμύρια άνθρωποι κάνουν ουρές στα συσσίτια για να τραφούν. Στην Ευρώπη υπολογίζεται ότι το 50% των εργαζομένων είδε απώλειες στο εισόδημά του τα τελευταία πέντε χρόνια.
Οι σημαντικές τεχνολογικές αλλαγές που συντελέστηκαν τα τελευταία χρόνια και, πάνω απ’ όλα, η απλόχερη συνδρομή διάφορων πολιτικών αποφάσεων άνοιξαν στα «επενδυτικά κεφάλαια» τον δρόμο προκειμένου να αλωνίζουν ελεύθερα. Ετσι, μετακινούμενα από χώρα σε χώρα κάνουν πράξη την κεντρική θέση της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας περί «δημιουργικής καταστροφής».
Είναι ξεκάθαρο ότι ένα από τα πιο ουσιώδη τμήματα της σύγχρονης χρηματιστικής αγοράς, οι εταιρείες-κλειδιά στον σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, είναι οι τράπεζες. Οι τράπεζες κατά τα φαινόμενα είναι και οι πιο εκτεθειμένοι στην κρίση θεσμοί. Κι αυτό μάλιστα την ώρα που ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια ανέλαβαν μερικές από τις πιο ριψοκίνδυνες επενδύσεις στην αγορά, προσβλέποντας σε πολύ υψηλά κέρδη. Ομως, την ίδια στιγμή ήταν οι πιο ευάλωτες σε περίπτωση που οι επενδύσεις τους «έπεφταν έξω». Και τώρα έπεσαν έξω. Με την ευθύνη και των ελεγκτικών θεσμών του κράτους, του κάθε κράτους, που τις «χάιδευαν» συστηματικά.
Ρεκόρ στη σκιά
Εντάξει, το ποδόσφαιρο στην αθλητική ενημέρωση έχει την πρωτοκαθεδρία. Διότι συγκεντρώνει και το ενδιαφέρον των περισσότερων. Παρ' όλα αυτά, σε ορισμένες περιόδους υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον και για άλλα σπορ. Το μπάσκετ ή τον στίβο. Ειδικά στις περιόδους πριν από τους Ολυμπιακούς, ο στίβος κέρδιζε μεγάλο μέρος του ενδιαφέροντος των φιλάθλων και των εφημερίδων. Μάλιστα, αν κάποιος συγκρίνει την περίοδο πριν από τους Ολυμπιακούς του 2004 –και εξαιτίας του γεγονότος ότι οι αγώνες διεξάγονταν στην Αθήνα– το ενδιαφέρον για τον στίβο σε σχέση με τη φετινή περίοδο, έχει πολλές διαφορές.
Και σε αυτές τις διαφορές δεν παίζει ρόλο το γεγονός ότι οι αγώνες φέτος γίνονται στο μακρινό Πεκίνο, αλλά ο απόηχος του σκανδάλου ντόπινγκ στην ομάδα της άρσης βαρών αλλά και η περίπτωση Κεντέρη-Θάνου, που αποκάλυψε πόσο ψεύτικη ήταν η λαμπερή βιτρίνα. Ετσι, μεγάλες επιδόσεις, όπως οι πρόσφατες της Δεβετζή και του Τσάτουμα στο μήκος, καταδικάζονται να παραμείνουν στη σκιά και την αμφιβολία.