Λογικά, η απόφαση θα έπρεπε να είχε παρθεί αμέσως μετά τον τίτλο που κατέκτησε η Μπαρτσελόνα στο Παρίσι. Τότε που ήταν φανερό ότι η ομάδα είχε φτάσει στην ακμή της. Από εκείνο το σημείο και μετά, επειδή το μοντέλο με το οποίο χτίστηκε εκείνη η ομάδα δεν ήταν το μοντέλο διαρκείας, αλλά εκείνο της κορύφωσης, η Μπάρτσα θα άρχιζε να φθίνει. Οι υπεύθυνοι της ομάδας από κακό υπολογισμό πίστεψαν πως αυτή η φθορά θα αργούσε. Και συνέχισαν με την ίδια συνταγή, όπως έδειξαν και οι μεταγραφές των δύο τελευταίων χρόνων, που τελικά αποδείχθηκαν σε συντριπτικό βαθμό αποτυχημένες. Και πανάκριβες. Αυτό συνέβη διότι ο σύλλογος απαρνήθηκε το βασικό του χαρακτηριστικό, που ήταν να παίζει ένα όμορφο ποδόσφαιρο που θα ευχαριστεί τον κόσμο του, με τον οποίο πάντα βρίσκεται σε έναν ανοικτό και διαρκή διάλογο.

Ο σύλλογος που καυχιέται –και δικαιολογημένα με την ιστορία του και τη δράση του- ότι είναι «κάτι περισσότερο από μία ομάδα», παραδόθηκε στη γοητεία ή πιο καλά στα κέρδη της εμπορευματοποίησης. Ως ένα βαθμό κάτι τέτοιο μπορεί να θεωρηθεί μία φυσιολογική αντίδραση από μία ομάδα που έφθασε ένα μόλις βήμα πριν από τη χρεοκοπία, το 2003. Ομως, η τεχνοκρατική αντίληψη για το ποδόσφαιρο και τη διοίκηση της ομάδας κυριάρχησε πάνω σε αυτά που θεωρούνταν παραδοσιακές αξίες του συλλόγου. Καλό ή κακό; Με δεδομένο ότι από τα χρέη των 150-160 εκατομμυρίων ευρώ έχεις φθάσει σε κέρδη κοντά στα 100 εκατομμύρια; Αλλά -πιστός στους νόμους της αγοράς- έχεις αρχίσει πάλι να ξοδεύεις για να πετύχεις την ανανέωση. Μία ανανέωση που δεν βασίζεται στον σχεδιασμό, αλλά μόνο στη δύναμη του πορτοφολιού, πολύ δύσκολα θα λειτουργήσει.

Η Μπάρτσα μέχρι τώρα έχει ξοδέψει κάτι περισσότερο από 80 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που μπορεί να ξεπεράσει τα 120, αν αγοράσει και τον Αντεμπαγιόρ. Και δεν φαίνεται ότι το ποσό θα σταματήσει εκεί. Ενα τέτοιο αγοραστικό ξέσπασμα, αν δεν φέρει έσοδα -και τίτλους- θα δημιουργήσει πάλι ελλείμματα. Υπάρχουν δύο σημεία που έχουν ενδιαφέρον σε αυτή την προσπάθεια ανανέωσης του αγωνιστικού προσώπου της ομάδας.

Το πρώτο αφορά την επιλογή των μεταγραφικών στόχων, που σύμφωνα και με τα όσα έχουν δημοσιεύσει και ισπανικές εφημερίδες, δεν είναι ποδοσφαιριστές που είχαν εντοπιστεί από καιρό πριν ως στόχοι. Απλώς, οι άνθρωποι της ομάδας βγήκαν στην αγορά και ψωνίζουν. Και όλοι γνωρίζουν ότι το πορτοφόλι τους είναι γεμάτο, τόσο που έδωσαν κοντά 35 εκατομμύρια ευρώ για έναν πλάγιο μπακ. Τον Ντάνι Αλβες. Πολύ καλός ποδοσφαιριστής, αλλά το ποσό είναι υψηλό.
Οι ελλείψεις της ομάδας είναι αρκετές και οι μεταγραφές που μέχρι τώρα έχουν γίνει δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι ολοκληρώνουν αυτό που θα αποκαλούσαμε «ανανέωση». Με Πικέ, Κεϊτά, Κάσερες, Αλβες, Ενρίκε και Πίντο. Ομως, εκτός από τα έξοδα των μεταγραφών η ομάδα της Καταλονίας έχει εισπράξει και 24,5 εκατομμύρια ευρώ από την πώληση των Ντέκο, Ζαμπρότα και Ντο Σάντος. Ο Ροναλντίνιο και ο Ετό περιμένουν ακόμη ομάδα που θα κάνει προσφορά γι' αυτούς. Το πρόβλημα στη μεταγραφή αυτών των δύο, όπως και στη μεταγραφή του Ντέκο, ήταν το λάθος της ομάδας να τους βάλει πωλητήριο εδώ και καιρό με αποτέλεσμα όλοι οι πιθανοί αγοραστές, γνωρίζοντας ότι η Μπάρτσα θέλει να τους ξεφορτωθεί, να κρατούν στάση αναμονής, ποντάροντας στην πτώση της τιμής τους.

Ο Γκουαρντιόλα, που θα κάτσει στον πάγκο φέτος, δεν δείχνει να κινείται με συγκεκριμένο σχέδιο και με δεδομένο ότι θα πρέπει να στηριχθεί και σε ποδοσφαιριστές που τα τελευταία δύο χρόνια δεν απέδωσαν όσα οι άλλοι περίμεναν από αυτούς, τα δύσκολα βρίσκονται μπροστά του. Και ίσως να κάθεται στον πάγκο με χρονοδιάγραμμα, μια και αυτός είναι που θα πληρώσει, πρώτος, μία πιθανή αποτυχία.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube