Χρόνια και ζαμάνια... Εως το βράδυ της περασμένης Κυριακής η έννοια «Ισπανία - ποδοσφαιρική πρωταθλήτρια Ευρώπης» αντιστοιχούσε σε κάτι μοναδικό, όσο και το «Ελληνίδα Μις Υφήλιος». Το ίδιο καλοκαίρι ήταν, εκείνο του 1964, όταν οι Ιβηρες θριάμβευσαν στο ποδοσφαιρικό Κύπελλο Εθνών -τον πρόδρομο του Euro- και η Κορίνα Τσοπέη στο «Μουντιάλ» ομορφιάς. Εάν έλεγες τότε σε οποιονδήποτε Ισπανό ότι στα επόμενα 43 χρόνια δεν θα γευόταν τέτοια χαρά, εκείνος μάλλον θα γελούσε.
Βλέπετε, ενίοτε ο χρόνος -και μόνον αυτός- αναδεικνύει τη μοναδικότητα των ξεχωριστών στιγμών. Στις 17 Ιουνίου 1964, δηλαδή τέσσερις ημέρες πριν από τη νίκη των Ισπανών επί των Σοβιετικών στο «Μπερναμπέου», οπαδοί του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού από κοινού έκαναν «φύλλο και φτερό» το γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Υποψιάζονταν ότι οι δύο ομάδες προγραμμάτιζαν την ισοπαλία στους μεταξύ τους αγώνες Κυπέλλου, για να διεξαχθούν περισσότερα (μεταξύ τους) παιχνίδια και να κοπούν περισσότερα εισιτήρια. Οσοι από τους «ζωηρούς» εκείνους οπαδούς βρίσκονται σήμερα εν ζωή ίσως διηγούνται στα παιδιά ή τα εγγόνια τους πώς ακριβώς πρωταγωνίστησαν στη μοναδική -αυτού του είδους- σύμπραξη «γαύρων» και «βάζελων» που κατέγραψε ποτέ η εγχώρια ποδοσφαιρική ηθογραφία. Ας όψεται εκείνος ο κρυφοκομμουνιστής Γεώργιος Παπανδρέου που κυβερνούσε τότε. Εάν είχε υπουργό Δημόσιας Τάξης έναν Αντώνη Πανούτσο, οι «κοκκινοπράσινοι» αλήτες θα είχαν αφήσει τα κόκαλά τους σε κάποιο ξερονήσι, παρέα με όσους ΕΔΑΐτες συλλαμβάνονταν, την ημέρα εκείνη, σε ακτίνα πέντε χιλιομέτρων από το «ξηλωμένο» γήπεδο της Λεωφόρου.
Αλλά μήπως και ο ίδιος ο Πανούτσος φανταζόταν ότι ο «Κοκός», που ορκίστηκε βασιλεύς των Ελλήνων τον Μάρτιο του 1964, θα ήταν ο τελευταίος άναξ της χώρας; Δέκα χρόνια και εννέα μήνες αργότερα το συνειδητοποίησε ο Αντώνης. Οταν έγινε εκείνο το τρισκατάρατο δημοψήφισμα. Τότε ο Αντώνης εις ένδειξιν πένθους ξύρισε το κεφάλι του και το άφησε έτσι μέχρι τις ημέρες μας. Ηθελε, βλέπετε, να μοιάζει με βουδιστή μοναχό. Η Ταϊλάνδη από τότε είχε κλέψει την καρδιά του -τους θλιβερούς ιστορικούς λόγους θα τους αποκαλύψουμε άλλη φορά.
Ναι, αυτά συνέβαιναν το σωτήριο έτος 1964. Οταν οι Ισπανοί γιόρταζαν, στο βρετανικό single chart εμφανιζόταν το «House Of The Rising Sun» των Animals. Για τέτοια... προϊστορική εποχή μιλάμε. Για τους Ισπανούς η φετινή κατάκτηση του Euro μπορεί να ήταν όνειρο, τέλος πικρής προσμονής, άρση μιας εκκρεμότητας ασύμβατης προς τα «κυβικά» του ποδοσφαίρου τους. Για εμάς τους υπόλοιπους ήταν μια ανεκτίμητη προσφορά!
Σκεφθείτε, λέει, το φετινό Euro, που επανέφερε στο προσκήνιο την ποδοσφαιρική ποιότητα και ομορφιά, να είχε λήξει με επικράτηση των Γερμανών. Ε, όχι! Τέτοια «παραφωνία», τέτοιο στίγμα στα θερινά τηλεοπτικά ποδοσφαιρικά βιώματά μας -αυριανές αναμνήσεις- ούτε Θεός ούτε Αλλάχ ούτε Βούδας θα ήθελε. Οχι γιατί η συγκεκριμένη ομάδα, έτσι όπως παρουσιάστηκε συνολικά στη διοργάνωση, ήταν η λιγότερο ποιοτική εθνική Γερμανίας των τελευταίων ετών. Αντιθέτως, συγκρινόμενη με εκείνο το ακαλαίσθητο... πράγμα που είχε φθάσει στον τελικό του Μουντιάλ 2002, μπορούσε να θεωρηθεί ακόμα και φινετσάτη! Την Κυριακή, βεβαίως, φάνηκε απελπιστικά «λίγη» σε όλους τους τομείς, αλλά ας μην την κρίνουμε με μοναδικό γνώμονα το χειρότερο δείγμα της στη διοργάνωση -κι ας δόθηκε στον τελικό.
Η νίκη της Ισπανίας συνιστά ιδανικό επίλογο για δύο λόγους: πρώτον, το παιχνίδι της αντιπροσώπευσε επαξίως τη συνολική ομορφιά του Euro. Δεύτερον, το «πραγματικά καλό» πρέπει να υποτάσσει το «περισσότερο ή λιγότερο ανεκτό». Εστω και για λόγους... παιδαγωγικούς. Για να δημιουργείται «καλό προηγούμενο». Τι ακριβώς κινείται στον αντίποδα όλων αυτών; Το μονότονο αναμάσημα του «τσιτάτου Λίνεκερ» για τους Γερμανούς; Give us a fucking break, που θα 'γραφε και ο Αντώνης.