Στο αγγλικό ποδόσφαιρο, μετά τη γοργή εμπορευματοποίησή του από το 1992 και ύστερα, υπάρχουν αρκετές ιστορίες ποδοσφαιρικής παρακμής. Ιστορίες που συνδέθηκαν με τη χρηματοδότηση των ομάδων, την κακή διαχείριση ή τη δυσκολία προσαρμογής στο νέο περιβάλλον, ομάδων που δεν μπορούσαν –όπως και αυτά που αντιπροσώπευαν– να ενταχθούν στο πλαίσιο που άρχισε να κινείται το ποδόσφαιρο της παγκοσμιοποίησης. Ενα ποδόσφαιρο που εξορίζει στο περιθώριο το παιχνίδι και τη χαρά που μπορεί να προσφέρει και αναγορεύει ως πρωταρχικό σκοπό του παιχνιδιού το κέρδος και μόνο αυτό. Φυσική εξέλιξη της εμπορευματοποίησης της ψυχαγωγίας. Μία εξέλιξη που, τηρουμένων των αναλογιών, συνιστά μία μετάβαση από το «πάντων πραγμάτων μέτρον άνθρωπος» στο «μέτρον κέρδος». Μία αντίληψη που έχει αρχίσει να αποτελεί και χαρακτηριστικό των ανθρώπινων σχέσεων, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα που δεν είναι της παρούσης.
Από τις πιο τρανταχτές περιπτώσεις ποδοσφαιρικής παρακμής είναι αυτή της Νότιγχαμ Φόρεστ, ομάδας με δύο Κύπελλα Πρωταθλητριών, που ύστερα από μια κατρακύλα μέχρι την παλιά Γ' Κατηγορία βρίσκεται στην Τσάμπιονσιπ τώρα, και βέβαια της Λιντς, που βρίσκεται μία κατηγορία χαμηλότερα από τη Νότιγχαμ. Και στις δύο περιπτώσεις, ειδικά στην περίπτωση της Λιντς, αποδεικνύεται ότι λαμόγια παράγοντες (και πολύ χειρότερους από τους δικούς μας) μπορεί να βρει κάποιος ακόμα και στο αγγλικό ποδόσφαιρο. Τώρα φαίνεται ότι μία ακόμα αγγλική ομάδα -που ήρθε στην επικαιρότητα για άλλους λόγους- κινδυνεύει να αρχίσει μια κατρακύλα δίχως τέλος, εκτός αν βρεθεί κάποιος να την αγοράσει, να αναλάβει τα χρέη της και να χρηματοδοτήσει για ένα χρονικό διάστημα τη λειτουργία της.
Η Μπλάκμπερν ήρθε στην επικαιρότητα επειδή διάλεξε να αναθέσει την τεχνική ηγεσία της στον Πολ Ινς. Τον τρίτο έγχρωμο προπονητή στην ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου. Τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Μπλάκμπερν κάνουν τις προοπτικές του Ινς –που από τον πάγκο μιας ομάδας της τρίτης κατηγορίας κάνει το μεγάλο άλμα– ακόμα πιο σκοτεινές. Η Μπλάκμπερν υπήρξε για χρόνια το πεδίο ευεργεσίας του Τζακ Γουόκερ, που αγόρασε την ομάδα με στόχο να προσφέρει κάτι στην πόλη του. Ο Γουόκερ το 1989 πούλησε μία τεράστια βιομηχανία χάλυβα που είχε με τον αδελφό του και πήρε 330 εκατομμύρια στερλίνες, ποσό μυθικό για την εποχή. Μετά έφτιαξε ένα ίδρυμα, που είχε έδρα ένα φορολογικό παράδεισο, στο οποίο μεταβίβασε όλη την περιουσία του και ανέλαβε την προεδρία και τη διαχείριση των πόρων του. Το πρώτο που έκανε ήταν να προσφέρει τότε 30 εκατομμύρια στερλίνες, να αγοράσει την ομάδα και να της φτιάξει ένα καινούργιο γήπεδο.
Το νέο «Ewood Park» ήταν ένα μεσαίο γήπεδο-πρότυπο εκείνης της νέας εποχής στην οποία έμπαινε το αγγλικό ποδόσφαιρο το 1992. Τα χρήματα του Γουόκερ έφεραν στο «Ewood Park» τον Νταλκγλίς ως προπονητή και ονόματα όπως ο Χέντρι, ο Νιούελ, ο Τιμ Σέργουντ. Μόλις η Μπλάκμπερν ανέβηκε από τη Β' Κατηγορία, πήρε τον 21χρονο τότε Σίρερ, που ζευγάρωσε στην επίθεση με τον Κρις Σάτον, μία μεταγραφή- ρεκόρ των 5 εκατομμυρίων λιρών και του πολύ ακριβού –για την εποχή– συμβολαίου των 40 χιλιάδων στερλινών τον μήνα. Το 1995 έρχεται και ο τρίτος τίτλος της ιστορίας της, το Τσάμπιονς Λιγκ, η δόξα, η λάμψη και τα μεγάλα σαλόνια. Το 2000 ο Γουόκερ αφήνει αυτόν τον μάταιο κόσμο, αλλά το ίδρυμά του συνέχισε μέχρι πριν από λίγες μέρες να χρηματοδοτεί τον σύλλογο. Τώρα η ελπίδα των ανθρώπων της ομάδας είναι να βρουν ένα νέο αγοραστή για να κρατήσουν ζωντανή μία ιστορική ομάδα σε μία από τις φτωχότερες περιοχές της Βρετανίας.
Αρρωστο σύστημα
Δεν θα πρέπει να κάνει κάποιος το λάθος και να πιστέψει ότι το πρόβλημα της διαφθοράς στην πολιτική ζωή είναι απλώς ζήτημα «πέντε–έξι λαμόγιων», όπως έλεγε με δηλώσεις τους προχθές ο κ. Φλωρίδης. Δεν είναι θέμα προσώπων, αλλά είναι κάτι που γεννά και συντηρεί το ίδιο το πολιτικό σύστημα και οι δύο βασικοί του πρωταγωνιστές, το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. Με τις παροχές σε εκδότες, τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις. Ποιος γνωρίζει ότι τα δύο κόμματα ξεκίνησαν –από το 2003 επί Σημίτη– να μειώνουν τον φόρο που πλήρωναν τα κανάλια για τις εισπράξεις τους από τις διαφημίσεις; Τα κανάλια γλίτωσαν 77 εκατομμύρια ευρώ και το κράτος 251. Γιατί και προς όφελος ποίων;
Ακούγοντας προχθές τον συνήγορο του κ. Τσουκάτου να υποστηρίζει ότι ο πελάτης του ουδέποτε ανακατεύτηκε με κρατικές προμήθειες και διαγωνισμούς, ούτε ανέλαβε ποτέ κάποια υπουργική θέση –υπονοώντας ότι η διαφθορά συνδέεται μόνο με αυτές τις θέσεις–, είναι ζήτημα χρόνου να ακούσουμε τον ισχυρισμό ότι ο πρώην «στρατηγός» είναι και στοιχείο ηθικότητας, διότι παραδέχθηκε δημοσίως ότι πήρε τις μίζες, για λογαριασμό του κόμματος βεβαίως, σαν άλλος Γκρούεζας. Το ότι η διαφθορά έχει λειτουργήσει σαν σαράκι που έχει φάει από μέσα το πολιτικό σύστημα είναι προφανές. Μόνο που ευθύνη γι' αυτό έχουν και εκείνοι που στα ΜΜΕ στήριξαν και συνεχίζουν να στηρίζουν αυτό το σύστημα. Ηδη από τώρα διαφαίνεται μία προσπάθεια να φορτωθεί η ιστορία σε πρόσωπα για να συνεχίσει το σύστημα να λειτουργεί ανεπηρέαστο και χωρίς προβλήματα.
Η απληστία είναι ίσως το πιο ισχυρό κίνητρο για το έγκλημα. Και εδώ έχουμε έγκλημα, το οποίο πιθανώς, όπως στην περίπτωση των υποκλοπών, θα κουκουλωθεί. Η δικαιοσύνη θα διαπιστώσει το αδίκημα, αλλά δεν θα βρει ενόχους. Δοκιμασμένη συνταγή. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εκείνο που αφορά την αντίδραση των πολιτών. Οσο θεωρούμε πως «όλοι ίδιοι είναι» και η κατάσταση δεν αλλάζει τόσο αυτή η αδιαφορία μας θα δίνει χρόνο και χώρο στους σχεδιαστές και τους υποστηρικτές του συστήματος να δωροδοκούν και να δωροδοκούνται, να πλουτίζουν εκποιώντας τα περιουσιακά στοιχεία του κράτους, φορτώνοντάς μας με τα χρέη που δημιούργησαν η ανικανότητά τους και η απληστία τους.
Κράτος-Αρλεκίνος
Πιθανόν κάποιοι, μάλλον πολλοί, δεν έχουν αντιληφθεί σε τι χάλι έχει φθάσει αυτή η –κατ' όνομα– δημοκρατία στην οποία ζούμε. Προχθές δημοσιοποιήθηκε ένα γεγονός που για κάθε πολιτισμένο κράτος θεωρείται ντροπή, αλλά στην Ελλάδα είναι απόδειξη ενός κράτους-κλόουν. Να εκδοθεί υπουργική απόφαση για να εφαρμοστεί δικαστική απόφαση. Και μάλιστα η υπουργική απόφαση δεν διατάζει για την εφαρμογή της δικαστικής απόφασης, αλλά... παρακαλεί. Ο υπουργός Ανάπτυξης –αυτός με τα 41 μέτρα για την ακρίβεια– κάλεσε τις τράπεζες να μειώσουν τα υπερβολικά επιτόκια των πιστωτικών καρτών και εξέδωσε μία απόφαση με την οποία καλεί τις τράπεζες να εφαρμόσουν μία σειρά δικαστικών αποφάσεων που δικαιώνουν τους καταναλωτές, σε περιπτώσεις παράνομων και καταχρηστικών χρεώσεων από την πλευρά των τραπεζών. Οι οποίες κάνουν ό,τι γουστάρουν, γιατί κάποιοι τους το επέτρεψαν έναντι κάποιου τιμήματος. Ετσι, όμως, υπονόμευσαν και τον ρόλο του κράτους και της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας, αλλά λίγο τους νοιάζει. Από Φώλιες ο κόσμος είναι γεμάτος.