Η ποδοσφαιρική ιστορία του Γιάννη Γκούμα του Παναθηναϊκού έχει πολλά κοινά με την αντίστοιχη του Γιώργου Ανατολάκη του Ολυμπιακού. Και οι δυο, σχεδόν κάθε χρονιά, ξεκινούσαν ως τρίτη λύση, όπως έρχεσαι από τον πάγκο αριστερά, ανάμεσα στον μασέρ και τον «πετσετά», και κατέληγαν βασικοί, αναντικατάστατοι, αξιόπιστοι και με μέσο όρο γύρω στο 7,5. Κατά καιρούς είχαν έρθει για να στείλουν και τους δυο στην ποδοσφαιρική λήθη μεγάλες μορφές των τεχνών και των γραμμάτων (ενδεικτικά ονόματα: Ενακαρίρε, Μπίσκαν –όταν κάποιοι έσκιζαν τα ρούχα τους ότι ήταν στόπερ–, Μπερμούδες, Ντρασένα, Ουαντού και δεκάδες άλλοι), αλλά τα κάστανα απ' τη φωτιά τα έβγαζαν ο «μπαρμπα-Γιάννης» και ο «μπαρμπα-Γιώργος». Οι βασικές διαφορές τους ήταν δύο: ότι ο Γκούμας έρχεται από τις ακαδημίες του Παναθηναϊκού, είναι 14 συναπτά έτη στην ομάδα και έχει την αντιμετώπιση των «δικών μας παιδιών», είναι δηλαδή στα 33 του ακόμα «ο Γιαννάκης», και ο Ανατολάκης ήρθε με μεταγραφή, άρα «βαφτίστηκε» παικταράς και χρίστηκε διεθνής με το που φόρεσε τα ερυθρόλευκα. Η δεύτερη, ότι τον Ανατολάκη τον έδιωξαν πριν από ένα χρόνο. Φιρί φιρί το πάνε όμως να γίνει μία η διαφορά τους...

Σε μια ομάδα που έχει «κάψει» σχεδόν όλες τις γέφυρες με το παρελθόν της, ο μόνος που ενώνει το χθες με το σήμερα είναι ο Γκούμας –μαζί με τον Καραγκούνη, που έκανε όμως ένα ιταλοπορτογαλικό πέρασμα. Οι υπόλοιποι έφυγαν ως λούζερς, κωλόπαιδα, αχάριστοι και με τη (σοφή) διαπίστωση ότι δεν είχαν κάτι άλλο να προσφέρουν. Στις συναισθηματικές ομιλίες του Ανδρέα Βγενόπουλου οι παλαίμαχοι αναφέρονταν με σεβασμό και δέος και η προσπάθεια αξιοποίησής τους ακουγόταν σαν επιτακτική ανάγκη –ο Γκούμας όμως είναι και «παλαίμαχος» και εν ενεργεία ταυτόχρονα. Οσο κι αν γουστάρουμε κάθε Πεγεράνο, κάθε Κάσερες, κάθε Βάσκο αυτονομιστή σαν τον Σαριέγκι και κάθε «Μπαρέζι της Ν. Αφρικής» τύπου Μόρις, ο Γκούμας είναι από μόνος του ένα κομμάτι της ιστορίας της ομάδας. Αν ο Παναθηναϊκός θέλει να είναι ακριβός στα πίτουρα και φτηνός στ' αλεύρι, να σκορπάει εκατομμύρια δεξιά κι αριστερά για παίκτες, αλλά να παζαρεύει 50 ή 100 χιλιάρικα για τον Γκούμα, είναι δικαίωμά του –είναι επίσης δικαίωμα τού κάθε βάζελου να χαίρεται για τις μεταγραφές και να δυσανασχετεί παράλληλα για την έκβαση της υπόθεσης Γκούμα. Πλεονεξία; Οχι. Σεβασμός στις αξίες λέγεται.

Το ότι ο Γκούμας ζητάει διετές ή τριετές συμβόλαιο δεν έχει να κάνει με την οικονομική αποκατάστασή και τον τραπεζικό λογαριασμό του. Εχει να κάνει με την ανάγκη του να πατήσει το χορτάρι στο νέο γήπεδο και μετά να κλείσει –ποδοσφαιρικά– τα μάτια του. Το να του προσφέρουν μονοετές και να στυλώνουν τα πόδια είναι περίπου το ίδιο απρεπές με αυτό που του έκανε ο Ρεχάγκελ: τον πήρε σε δύο Euro και δεν τον έβαλε δευτερόλεπτο! Ισως θα έπρεπε να είχε τον χαρακτήρα του Ντέμη ή του Αντζα, να μουντζώσει τη φανέλα με το εθνόσημο, για να τον παρακαλάνε να γυρίσει στην Εθνική, μπας και έβλεπε προκοπή. Δεν με νοιάζει σε πόσα παιχνίδια θα παίξει ο Γκούμας –αν μείνει. Με νοιάζει να μείνει. Τα ρεπορτάζ από την προετοιμασία, κατά την οποία οι «νέοι» θα παίζουν κόντρες στο Playstation, ενώ ο Γκούμας θα παραδίδει μαθήματα τάβλι στους λίγους και φιλομαθείς συμπαίκτες του, θέλω να συνοδεύουν τις διακοπές μου κι αυτό το καλοκαίρι. Κατά βάθος όλοι το θέλουμε.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube