Δεν θα διεκδικήσω οσκαρ πρωτοτυπίας γράφοντας ότι δεν υπάρχουν πιο ξενερωμένοι οπαδοί τα τελευταία χρόνια απ' αυτούς του Παναθηναϊκού. Εδώ που τα λέμε, βέβαια, όλοι στην Ελλάδα ξενερωμένοι και ανικανοποίητοι είναι, ανεξαρτήτως χρώματος κασκόλ, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Οι Ολυμπιακοί (όχι όλοι, αλλά αρκετοί) διότι έχουν έναν πρόεδρο που κατά βάθος θα ήθελε να είναι προπονητής. Οι ΑΕΚτζήδες διότι τους έταξαν χτίσιμο ομάδας, τους το γύρισαν στο «ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξουμε σήμερα», αλλά τίτλο ξανά δεν είδαν. Οι ΠΑΟΚτσήδες διότι αναγνωρίζουν τις αγνές προθέσεις και τη «δικέφαλη» καρδιά του Ζαγοράκη, αλλά καταλαβαίνουν ότι όσο το ταμείον είναι μείον 30 τόσο θα αναγκάζονται να πουλάνε ό,τι καλύτερο βγάζει η Βόρειος Ελλάδα. Οι Λαρισινοί για το γήπεδο, οι Ξανθιώτες διότι πέρα από τη μεταγραφή-βόμβα Κασναφέρη, ανθρώπου πόδι δεν έχει πατήσει στα Πηγάδια και πάει λέγοντας. Εδώ φτάσαμε στο σημείο απόλυτης σχιζοφρένειας να είμαστε ξενερωμένοι ως Ελληνες, διότι –άκουσον, άκουσον– δεν ξαναπήραμε την «κούπα», όπως είχαμε τάξει στον εαυτό μας.
Παρ' όλα αυτά κανείς δεν ξεπερνά τον «βαζελικό» καημό. Διότι όταν δεν έχεις λεφτά στην τσέπη, τα όνειρά σου έχουν περιορισμένους ορίζοντες. Οταν κάνεις τον σταυρό σου που μπήκες στο άρθρο 44 και η πρώτη μεταγραφή σου ύστερα απ' αυτό είναι ο Παντελής Καπετάνος, με τον Κονέ να είναι το αντικείμενο της κόντρας με τον Ολυμπιακό, κάπου το παίρνεις απόφαση ότι θα αργήσεις να σηκώσεις κεφάλι. Στον Παναθηναϊκό όμως και λεφτά υπήρχαν και παίκτες έρχονταν, από Κονσεϊσάο και Μπίσκαν μέχρι Ιβανσιτς, Μάτος και Σαλπιγγίδη. Σοβαρή προσπάθεια για Σαβιόλα έγινε. Διάθεση υπήρχε. Αποτελέσματα δεν υπήρχαν κι αυτό ήταν το μεγάλο ζόρι.
Δεν ξέρω αν θα υπάρξουν αποτελέσματα του χρόνου, του παραχρόνου ή έπειτα από τρία χρόνια. Μπορώ όμως να βάλω το χέρι μου στη φωτιά ότι αργά ή γρήγορα κάτι καλό θα γίνει. Και δεν μιλάω μόνο για τίτλους –οι οποίοι στην Ελλάδα ενίοτε κρίνονται και απονέμονται σε δικαστικές αίθουσες και παραπήγματα– αλλά για μπάλα, που να κάνει το μάτι να δακρύζει από συγκίνηση. Διότι το χτίσιμο γίνεται σε γερά θεμέλια. Ο Νίκος Πατέρας είναι ένας πρόεδρος πιο αλανιάρης από τον Αργύρη Μήτσου, αλλά όχι λιγότερο συμπαθής και σεβάσμιος από τον γιατρό. Ο Κώστας Αντωνίου δεν είναι απλώς ένας παλαίμαχος που ανέλαβε ρόλο στην ομάδα. Είναι άνθρωπος που αγάπησε το ποδόσφαιρο όσο τον αγάπησε κι αυτό και έχει ποδοσφαιρική λογική που δείχνει να ταιριάζει σε αυτό που «σιγοψήνεται» –βήμα προόδου, αν αναλογιστούμε ότι πριν από λίγα χρόνια σε επιτελικό πόστο έκανε παιχνίδι ο στρατηγός Πάτον του ποδοσφαίρου, Στράτος Αποστολάκης. Η πρόσληψη Τεν Κάτε, αντί του Λάουντρουπ, δείχνει ξεκάθαρες επιλογές: προπονητής δοκιμασμένος στα δύσκολα κι όχι λαοπρόβλητος Δανός, με μικρή προϋπηρεσία και μάνατζερ πιο «παρεμβατικό» κι από τον Κώστα Μπότο. Η διάθεση να πάει η ομάδα σε 5-7 μεταγραφές με ταβάνι τα 6 εκατομμύρια ευρώ κι όχι αμοιβές που θα προκαλέσουν ζήλειες και γκρίνιες δείχνει αίσθημα δικαιοσύνης και τήρηση ισορροπιών. Δεν είναι μόνο αυτό που είπε ο Αντωνίου, ότι έχει παίξει μπάλα και καταλαβαίνει πώς νιώθουν οι χαμηλότερα αμειβόμενοι έναντι των φραγκάτων. Είναι και οι παλιότερες όμορφες ατάκες του στυλ «θέλω όσα και ο Εκι» που έκαναν άνω-κάτω όλη την ομάδα.
Ο μέχρι χθες ξενερωμένος κόσμος του Παναθηναϊκού πάει να αγοράσει διαρκείας με ρυθμό που ξεπερνάει κάθε άλλη χρονιά, όχι για τα ευλογημένα ποδάρια του Κλέιτον, του μοναδικού που έχει αποκτηθεί, αλλά γι' αυτούς που θα έρθουν, οι οποίοι δεν θα είναι απαραίτητα άνθρωποι που γεμίζουν το «Ελ. Βενιζέλος», αλλά άνθρωποι που γεμίζουν τον αγωνιστικό χώρο. Βλέπει ότι δεν χάθηκε τελικά ο Ιβανσιτς. Οτι γίνεται πραγματική μάχη για την παραμονή του Μάτος. Κι αν είμαι απ' αυτούς που διαφωνούν για τον Χριστοδουλόπουλο και διαβάζω ότι τελικά ίσως να αποκτηθεί, καταλαβαίνω ότι αυτό πάει να γίνει για συγκεκριμένο λόγο. Οχι για να τη «σπάσουν» στον Ολυμπιακό, αλλά γιατί τον έχει δει και τον θέλει ο Τεν Κάτε. Αρα στο μυαλό του έχει τον τρόπο να τον αξιοποιήσει. Ολα λειτουργούν, ίσως για πρώτη φορά, βάσει συγκεκριμένου πλάνου. Επιτέλους!