O Bρετανός χιουμορίστας Ρόμπερτ Ρόμπινσον έγραψε κάποτε ότι «ένα Σαββατοκύριακο στη Μόσχα μοιάζει με τετραήμερο μέσα σε κλειστό ταχυδρομείο». Μια εξαετία στο «κλειστό ταχυδρομείο» έπεσε βαριά στο στομάχι του Θοδωρή Παπαλουκά, παρά τη μυθικών διαστάσεων αποζημίωση.
Βέβαια η Μόσχα της δεκαετίας των μηδενικών ('00) είναι πολύ διαφορετική από εκείνη που γνώρισε ο Ρόμπινσον στα χρόνια του υπαρκτού σοσιαλισμού. «Χειρότερη», θα πουν ορισμένοι. «Πολύ καλύτερη», θα απαντήσουν οι πολλοί.
Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Τα τελευταία 15 χρόνια, η Μόσχα έγινε Λας Βέγκας των φτωχών (και των πολύ πλούσιων), με κραυγαλέες ταξικές αντιθέσεις και με εντονότατη την αίσθηση της κοινωνικής παρακμής. Οπου κι αν στρέψει ο επισκέπτης το βλέμμα, αντικρύζει λαμπερά φώτα, καζίνο, λιμουζίνες, πορνεία πολυτελείας, ύποπτους τύπους, πούρα, μια φανταχτερή βιτρίνα πίσω από την οποία κρύβεται ένα υπόστρωμα ανέχειας, κακομοιριάς, πείνας ακόμα.
Οσο κι αν φαίνεται περίεργο, η Μόσχα του 2006 (τις μέρες του φάιναλ φορ) μου θύμισε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο την… Ταϊλάνδη. Ενας τόπος όπου όλα επιτρέπονται, όλα αγοράζονται, όλα εκτροχιάζονται. Δεν θα ήθελα να ζήσω εκεί ούτε να την επισκεφτώ ξανά.
Σε αυτή την πόλη με τα ατέλειωτα μποτιλιαρίσματα και την τρομερή χειμωνιάτικη παγωνιά, ο Θοδωρής Παπαλουκάς έζησε 6 χρόνια. Είχε ανέκαθεν καλή ελληνική μπασκετική παρέα (Χατζηβρέττα, Ντικούδη, Αγγέλου, Παπαδόπουλο, Φώτση, Ζήση), έζησε σε σπίτια που θύμιζαν σύγχρονα ανάκτορα, γνώρισε τη λατρεία των Ρώσων. Πρόπερσι, στην Πράγα, ο MVP εκείνου του φάιναλ φορ, Θοδωρής, οδήγησε την ΤΣΣΚΑ στη γη της επαγγελίας έπειτα από 35 χρόνια προσμονής. Εκείνο το μαγικό τριήμερο, ένας Ελληνας που έφυγε διωγμένος από την πατρίδα του έγινε ο σύγχρονος τσάρος της Mόσχας.
Ο Παπαλουκάς έζησε 6 χρόνια στην ξενοιασιά. Αυτή τον βοήθησε να αποτινάξει από πάνω του το άγχος που συχνά έμοιαζε να του τρώει τα σωθικά (στο μυαλό έρχεται το Ευρωμπάσκετ του 2003 στη Σουηδία, με αφεντικό τον ανυπόφορα απαιτητικό Ιωαννίδη), να δουλέψει απερίσπαστος, να πιστέψει στον εαυτό του και να γίνει αυτό που οι Γάλλοι αφελώς περίμεναν από τον κρυόπλαστο Ριγκοντό: ο δίμετρος πλέι μέικερ όχι πια του 2000, αλλά του 2010! Επιστρέφει στην Ελλάδα άλλος άνθρωπος σε σχέση με το Θοδωρή του 2002, σίγουρος για τις δυνάμεις του, ώριμος, στολισμένος με το περιβραχιόνιο του αρχηγού της Εθνικής ομάδας και με χίλιες τιμές, πάμπλουτος, ποτισμένος με τη στόφα του ηγέτη παγκόσμιας κλάσης.
Η αναβίωση της αντιπαλότητας ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό έφερε πίσω στην πατρίδα το πιο εκλεκτό από τα ξενιτεμένα τέκνα του μπάσκετ. Το νέο δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί καλό, ειδικά αν μπορέσει ο Θοδωρής να φέρει μαζί του λίγη από την ευρωπαϊκή αύρα και να τη σκορπίσει (σε συνεργασία με τους διεθνείς συμπαίκτες του, «κόκκινους» και «πράσινους») πάνω από το ηφαίστειο των μαχών του τίτλου. Για τον ίδιο, η επιστροφή στο λιμάνι αποτελεί μια καινούρια πρόκληση, πάνω που κόντευε να μείνει χωρίς κίνητρο. Ποιος ξέρει ποιον δρόμο θα είχε πάρει η καριέρα του, εάν ο Ολυμπιακός τον είχε κρατήσει πριν από έξι χρόνια; Οσες ευπρόσδεκτες εξαιρέσεις κι αν προσφέρει το μπάσκετ, η Ελλάδα έχει τον τρόπο να τρώει τα καλύτερα παιδιά της.