Από τον καιρό που έκανε το εντυπωσιακό μπάσιμο στον κόσμο του ποδοσφαίρου ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς, όπως κάθε νεόπλουτος που δεν κουράστηκε για να αποκτήσει τα πλούτη του, δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να τα επιδεικνύει. Αλλωστε, και η προσωπική ζωή του υπογραμμίζει αυτό ακριβώς: την ανάγκη του για επίδειξη. Αυτή την ανάγκη φαίνεται ότι εξυπηρετεί και η ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο και την Τσέλσι.

Παρά το γεγονός ότι κάποια στιγμή προσέλαβε τον Πίτερ Κένιον για να του φτιάξει το επιχειρηματικό κομμάτι της ποδοσφαιρικής επιχείρησής του, δεν παύει να ασχολείται με το αγωνιστικό κομμάτι, θέλοντας να δείξει και στους άλλους ότι είναι το αφεντικό. Η πρόσφατη δημοσιοποίηση των οικονομικών στοιχείων της Τσέλσι αποκάλυψε ότι όλα τα χρήματα που «επένδυσε» στην ομάδα ήταν απλώς δάνειο.

Δάνειο ύψους 570 εκατ. στερλινών. Βέβαια, αυτή η πρακτική μπορεί να υπαγορεύεται και από φορολογικούς λόγους, αλλά αν κάποτε παραχωρηθεί η ομάδα-επιχείρηση, θα πουληθεί μαζί με τα χρέη της. Ο Αμπράμοβιτς, λοιπόν, που πριν από τέσσερα χρόνια πλήρωσε τα περισσότερα χρήματα που δόθηκαν ποτέ για έναν προπονητή για να φέρει στον πάγκο τής Τσέλσι το πιο «καυτό» όνομα των ευρωπαϊκών πάγκων, τον Ζοσέ Μουρίνιο, διαπίστωσε ότι αυτή η κίνηση δεν του εξασφάλισε εκείνο που κυνηγά με τόσο πάθος: το Τσάμπιονς Λιγκ. Και για έναν επιδειξιομανή νεόπλουτο αυτό γίνεται εμμονή.

Τα χρήματα που ξόδεψε στη Μόσχα για να κλείσει ξενοδοχεία, λιμουζίνες, μπράβους, εστιατόρια, κολ γκερλς, για να ναυλώσει τζετ και να φιλοξενήσει φίλους, δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτά που θα χαλούσε σε περίπτωση κατάκτησης, διοργανώνοντας μια απίστευτη φιέστα επίδειξης μέσα στο ίδιο του το «σπίτι». Τη Μόσχα. Η συγκυρία που θα τον έκανε και πρώτο μάγκα, διότι θα έπαιρνε την «κούπα» με προπονητή έναν «άνθρωπο του αφεντικού», ο οποίος βρέθηκε από σπόντα στο σύμπαν των Ευρωπαίων προπονητών, δεν του έκατσε.

Ετσι, ετοιμάζεται να ξαναπροσπαθήσει. Αυτή τη φορά ετοιμάζεται να ξοδέψει γύρω στα 35 εκατ. ευρώ, προσφέροντας ένα τετραετές συμβόλαιο στον Φελίπε Σκολάρι. Τον προπονητή της Πορτογαλίας, που λέγεται ότι θα αναλάβει την Τσέλσι από την 1η Ιουλίου. Το ερώτημα που γυρίζει στο μυαλό όλων αφορά τον χρόνο που θα αντέξει ο Σκολάρι στον πάγκο της Τσέλσι ή μάλλον τον χρόνο που ο Αμπράμοβιτς θα αντέξει να μείνει μακριά από τα αγωνιστικά ζητήματα της ομάδας.

Φαντάζομαι ότι η πρόσληψη του Σκολάρι θα σημάνει καινούργιες μεταγραφές για την Τσέλσι, η οποία, φυσικά, θα ξεφορτώσει και κάποια ονόματα από το τωρινό ρόστερ της, με πρώτο υποψήφιο τον Ντρογκμπά. Παίκτη που θα φέρει και αρκετά χρήματα στο ταμείο της ομάδας. Για τον Σκολάρι, σίγουρα, η Τσέλσι είναι μια πρόκληση επαγγελματική.

Αλλά παράλληλα είναι μια επιλογή με ισχυρή πίεση, επειδή στην περίπτωση της ομάδας του Λονδίνου δεν υπάρχει η πολυτέλεια χρόνου προσαρμογής. Ο Αμπράμοβιτς και η ομάδα του είναι πρωταγωνιστές. Ο Βραζιλιάνος ως προπονητής έχει κατακτήσει ένα Παγκόσμιο Κύπελλο με τη «σελεσάο», αλλά το ποδόσφαιρο που έπαιξε το 2002 δεν μας γοήτευσε.

Αν δεν υπήρχε ο Ρονάλντο, δύσκολα θα έφθανε στον τελικό. Από τότε δούλεψε μόνο με την εθνική Πορτογαλίας στην Ευρώπη και δεν έχει κάποια εμπειρία από πάγκο ευρωπαϊκού συλλόγου, στον οποίο οι απαιτήσεις και η πίεση είναι πολύ διαφορετικές. Ο Σκολάρι είναι τυχερός και με τους παίκτες που έχει στη διάθεσή του στην εθνική Πορτογαλίας, η οποία παίζει όμορφο ποδόσφαιρο. Εκείνο, όμως, που θα του ζητήσουν στην Τσέλσι, θα είναι πρώτα απ’ όλα τίτλους. Το όμορφο ποδόσφαιρο μπορεί να περιμένει.

Το άλλοθι της Βουλής

Η Βουλή, για την ακρίβεια οι βουλευτές των δύο μεγάλων κομμάτων, ψήφισαν στο Κοινοβούλιο τη συνθήκη της Λισσαβώνας. Μια συνθήκη που μετά τα απορριπτικά δημοψηφίσματα πήρε τη θέση του Ευρωσυντάγματος, για να καθησυχάσει τους φόβους των Ευρωπαίων πολιτών. Η πραγματικότητα είναι ότι η συνθήκη της Λισσαβώνας είναι ίδια με το απορριφθέν Ευρωσύνταγμα σε ποσοστό 95% και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία.

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τις όποιες –ασήμαντες– αλλαγές στη συνθήκη του Ευρωσυντάγματος που απορρίφθηκε, έγινε φανερό ότι η γραφειοκρατία της Ε.Ε. αλλά και οι μέτριοι πολιτικοί που βρίσκονται επικεφαλής των μεγάλων της Ε.Ε. δεν είχαν υπολογίσει το ενδεχόμενο της απόρριψης και ούτε καν είχαν εκπονήσει μια εναλλακτική λύση.

Τώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές θα έχει γίνει γνωστό και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για τη συνθήκη της Λισσαβώνας, το οποίο έγινε χθες στην Ιρλανδία. Αν είναι απορριπτικό, νέοι «πονοκέφαλοι» θα προκύψουν γι' αυτό που η κοινοτική γραφειοκρατία με μεγαλοστομία ονομάζει «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση». Μια διαδικασία που δεν έχει καμία σχέση με τα συμφέροντα και τις προσδοκίες των Ευρωπαίων πολιτών, αλλά με τα συμφέροντα των επιχειρήσεων και των τραπεζών.

Και αυτός είναι ένας από τους λόγους –ο βασικότερος– για τους οποίους η Ε.Ε. δεν θέλει η συνθήκη αυτή να επικυρωθεί με δημοψηφίσματα (διαδικασία που θα ευνοούσε την εκτεταμένη δημόσια συζήτηση για το περιεχόμενο της συνθήκης), για να μην αποκαλυφθεί αυτό που στη ζούλα επικυρώνεται στα κοινοβούλια, πολλές φορές με κατασκευασμένες πλειοψηφίες.

Πρόκειται για μία συνθήκη που –επί της ουσίας– ροκανίζει δικαιώματα και ελευθερίες και πριμοδοτεί την κυριαρχία της αγοράς σε βάρος της δημοκρατίας. Η Ε.Ε. ως θεσμικό κατασκεύασμα δεν έχει καμία σχέση με τη δημοκρατική λειτουργία που υποτίθεται ότι έχουν τα κράτη που την αποτελούν και έχει μεταβληθεί σε ένα γραφειοκρατικό μηχανισμό, ο οποίος εξυπηρετεί κυρίως τους τραπεζίτες.

Η Ε.Ε. δεν βρίσκεται απλώς μακριά από τους Ευρωπαίους πολίτες. Βρίσκεται απέναντί τους. Και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο η κοινοτική γραφειοκρατία δεν θέλει την ενημέρωση των Ευρωπαίων πολιτών. Οπως και οι κυβερνήσεις των χωρών μελών, που άλλωστε υπηρετούν απλώς το διεθνοποιημένο κεφάλαιο.

Ευτυχής συγκυρία

Για να πω την αλήθεια, πριν από αυτό το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα αν με ρωτούσε κάποιος για τις προσδοκίες που είχα σε σχέση με την ποιότητα του ποδοσφαίρου που θα βλέπαμε, θα απαντούσα αβίαστα ότι η «μεγάλη απόδραση των 11» είχε περισσότερο θέαμα. Η εικόνα μέχρι τώρα με διαψεύδει πανηγυρικά. Πάνε πολλά χρόνια που είχα να δω σε επίπεδο εθνικών ομάδων τόσο όμορφο ποδόσφαιρο όσο αυτό που έπαιξαν Ολλανδοί, Πορτογάλοι και Ισπανοί. Ισως οι τελευταίες καλές ποδοσφαιρικές στιγμές να καταγράφηκαν στο Μουντιάλ της Γαλλίας, άντε και κάνα-δυο στο Euro 2000.

Σκέφτομαι ότι μπορεί αυτό το ποδόσφαιρο που παίζουν κάποιες ομάδες φέτος –και που εύχομαι να έχει συνέχεια– να είναι και μια αντίδραση στη χαμηλή ποδοσφαιρική ποιότητα που είχε το προηγούμενο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, αλλά και το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006. Ναι, η άμυνα είναι η βάση για να παίξεις ποδόσφαιρο με βλέψεις για διάκριση, ναι, ο σκοπός μπορεί να αγιάζει τα μέσα, αλλά σκοτώνει τον θεαματικό χαρακτήρα του παιχνιδιού. Το οποίο άλλοι παρακολουθούν γιατί τους αρέσει το ωραίο ποδόσφαιρο κι άλλοι για να ικανοποιήσουν τον οπαδικό εγωισμό. Φυσικά, ο καθένας είναι ελεύθερος να διαλέξει πλευρά. Κι εγώ διαλέγω το θέαμα.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube