Πόσες πιθανότητες έχεις να πας σε έναν κινηματογράφο που παίζει «Ράμπο» και να δεις μια παρέα από γκόμενες να παρακολουθεί τον Σταλόνε να κάνει μαγκιές; Οσες έχεις να πας στο σινεμά για να δεις το «Sex and the City» και να δεις μια παρέα από μπάκουρους να βλέπουν την ταινία. Στα 50 χρόνια που βλέπω σινεμά δεν έχω ξαναδεί τέτοια γκομενοθύελλα να βλέπει έργο. Η αναλογία γυναίκες – άνδρες πρέπει να ήταν 10:1 και αυτοί που είχαν πάει σινεμά ήταν είτε σούπερ καψούρηδες στα πρώτα μέλια, είτε βετεράνοι–σύζυγοι χαζεμένοι από την παντόφλα, είτε τυπάδες που είχαν ακολουθήσει τη δικιά τους στο σινεμά από υστεροβουλία. «Τώρα γιατί μουρμουράς, αγάπη μου, ότι έχω στηθεί μπροστά στην τηλεόραση και βλέπω ποδόσφαιρο; Γιατί, εγώ δεν σου κάνω τα χατίρια; Θυμάσαι την προηγούμενη εβδομάδα που είχαμε πάει σε εκείνη την ταινία με τις τέσσερις γκόμενες;»
Για το έργο πρέπει να πω ότι είναι η ονείρωξη της κάθε γυναίκας. Τέσσερις τρελαμένες Νεοϋορκέζες, αδύνατες, χεσμένες στο χρήμα, που η μία δουλεύει ατζέντης, η άλλη δημοσιογράφα σε περιοδικό μόδας, η τρίτη είναι δικηγόρα και η τέταρτη κοπρίτης που ασχολείται με την υγιεινή διατροφή και το τζόκινγκ. Απασες σαν βασική ασχολία έχουν να ψωνίζουν σινιέ ρούχα και να διώχνουν και να ξαναφέρνουν τους τρεις χαλβάδες που υποτίθεται ότι είναι οι γκόμενοί τους. Οι Ελληνίδες γκόμενες μέσα στο σινεμά σε κατάσταση αλλοφροσύνης. «Ετσι θέλουμε να γίνουμε όλες μας όταν μεγαλώσουμε». Τις άκουγα να χασκογελάνε και να φωνάζουνε γύρω μου και ένιωθα σαν μαύρος σε τελετή της Κου Κλουξ Κλαν στον Μισισιπή. Τέλος πάντων, έφυγα ζωντανός από το σινεμά και σπίτι είπα να βάλω μια ταινία αντρουά, να έρθω στα ίσα μου. Διάλεξα μια μαϊμού έκδοση της «Μεγάλης Σιωπής».
Οι τελευταίοι που θυμούνται τη μόδα του σπαγγέτι γουέστερν πρέπει σήμερα να πενηνταρίζουν. Ακόμα και όσοι θυμούνται τα ιταλικά γουέστερν που είχαν σαρώσει τα πάντα στα τέλη της δεκαετίας του '60 και τις αρχές του '70 θα θυμούνται τα κλασικά. Τις τέσσερις μεγάλες επιτυχίες του Σέρτζιο Λεόνε, πιθανόν το πρώτο Τζάνγκο και άντε να θυμούνται τον Τέρενς Χιλ και τον Μπαντ Σπένσερ, χωρίς όμως το όνομα της ταινίας που έπαιζαν. Οι πιο ψαγμένοι, όμως, θα θυμούνται ότι στα σπαγγέτι γουέστερν έπαιζαν και δύο γίγαντες «κακοί». Ο Τζακ Πάλανς και ο Κλάους Κίνσκι. Ο κακός στη «Μεγάλη Σιωπή» είναι ο Κλάους Κίνσκι. Ο οποίος με τους φίλους του σκοτώνει τον κάθε πολίτη της Γιούτα με εισόδημα κάτω από τα 10 δολάρια τον μήνα, τον πρωταγωνιστή που είναι μουγκός και τον παίζει ο Ζαν Λουί Τρεντινιάν, και την αγαπημένη του πρωταγωνιστή, όταν πέφτει πάνω στο πτώμα και παίρνει το περίστροφο. Αν, λοιπόν, παρασυρθείτε από τη δικιά σας στο «Sex and the City» ξηγηθείτε της και εσείς μια «Μεγάλη Σιωπή» για να καταλάβει ότι το νόμισμα έχει δύο όψεις.
Οπως και κάθε πράγμα στη ζωή. Φτάνει οι δύο όψεις να είναι σαφείς. Ας μου επιτραπεί να πιστεύω ότι η υποτιθέμενη διεκδίκηση της ΑΕΚ από το γκρουπ παραείναι φλου. Μέχρι στιγμής το γκρουπ ενδιαφέρθηκε να μπει στην ΑΕΚ (σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, από τούδε αναφερόμενες και σαν Συδημπλή), οι μέτοχοι της ΑΕΚ αδιαφόρησαν (Συδημπλή), το γκρουπ επικοινώνησε κάνοντας πρόταση 70 εκατομμυρίων (Συδημπλή), αλλά οι Ντεμομάχοι απάντησαν ότι μόνο γραπτές προτάσεις γίνονται δεκτές (Συδημπλή). Τελικά, όπως πάει αυτή η δημοσιογραφική διαπραγμάτευση κάποιος δημοσιογράφος φίλα προσκείμενος στην ομάδα Μελισσανίδη θα κάνει πρόταση σε έναν δημοσιογράφο φίλα προσκείμενο στην ομάδα Νικολαΐδη. Αυτά πραγματικά μόνο στην Ελλάδα γίνονται. Οπως και αυτά που γίνονται σε μια άλλη διδακτική ιστορία.
Εχουμε, λοιπόν, την ιστορία με τις δηλώσεις του Νικολαΐδη και του Ριβάλντο μετά το τέλος του πρωταθλήματος. Γράφονται οι δηλώσεις σε όλες τις εφημερίδες. Ακολουθεί η καταγγελία της ΕΠΟ και η αγωγή του Σωκράτη στον Ριβάλντο. Αναμένεται, λοιπόν, η εκδίκαση της καταγγελίας. Εάν για τις δηλώσεις του Νικολαΐδη περί πρωταθλήματος Γκαγκάτση η υπεράσπιση είναι «Τα είπαμε σε ιδιωτικό χώρο, άρα δεν είναι διά του Τύπου εξύβριση» έχει καλώς. Ο,τι γράφτηκε ήταν σωστό. Αν όμως η θέση είναι «Δεν τα είπαμε. Είναι απλά δημοσιεύματα του Τύπου», η διοίκηση της ΑΕΚ έχει καταφέρει να κάνει πολιτική μέσω των εφημερίδων, και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Λέω εγώ, με το φτωχό μου το μυαλό. Αυτή η γραμμή υπεράσπισης δεν βγάζει παραμυθατζήδες όσους το έγραψαν; Και αν αυτοί που το έγραψαν πουν «αλήθεια ήταν, αλλά έτσι έπρεπε να πει ο Γρηγορίου για να μην τιμωρηθεί η ΑΕΚ», δεν γίνονται από δημοσιογράφοι υπάλληλοι της ΠΑΕ, που κάνουν την εφημερίδα τους όργανο του καλού μιας ΠΑΕ; Τώρα θα μου πεις «Ψύλλους στα άχυρα ψάχνεις, ρε Πανούτσο; Εδώ ο ένας μεγάλος του TV Magic κατέστρεψε την κασέτα που έριχνε τις σφαλιάρες ο Μπάγεβιτς για να μη, τη δείξει το Star, και ο άλλος φόραγε το τριφύλλι ανάποδα για να δείξει πόσο ολυμπιακάρα είναι, και λογαριάζονται για δημοσιογράφοι, και σε πείραξε η αβάντα στη διοίκηση της ΑΕΚ;»
Και θα σου απαντήσω, dear reader, ότι όλα τα δίκια του κόσμου έχεις που το είπες. Οπως και όλα τα δίκια έχω και εγώ να λέω ότι ελάχιστοι έκαναν προγνωστικά για την Εθνική στο Euro. Και έτσι και πάει καλά ή άσχημα, η μισή Ελλάδα θα λέει «Θυμόσαστε που το έλεγα;» Λίγους θυμάμαι να έχουν πει κάτι μπετόν, και για να μη λέτε ότι και εγώ κάνω κοκοκό επαναλαμβάνω «Βλέπω την Ελλάδα να παίρνει βαθμούς δύο». Και είτε μηδέν πάρει, είτε εννέα, οι συγγνώμες μάς τελείωσαν.