Mου γράφει λοιπόν πώς πέρασε τη νύχτα του τελικού ένας φίλος αναγνώστης και οικογενειάρχης.
Σίδερο
«Ξεκίνησα να βλέπω το ματς με απόλυτη νηφαλιότητα και τη μικροψυχία του φιλάθλου που σιχαίνεται και τους δύο μονομάχους.
• "Με ποιον είσαι;" με ρώτησε σιδερώνοντας αδιάφορα η γυναίκα μου.
• "Με κανέναν. Απλώς βλέπω τον αγώνα για να χαρώ με τη θλίψη του ηττημένου", διακήρυξα αντιπαθητικά, αφήνοντάς την άφωνη με ένα φρεσκοσιδερωμένο σώβρακο να κρέμεται σαν φλούδα από μπανάνα στο χέρι της.
Αντιπαθητικός
Το παιχνίδι κυλούσε αδιάφορα και ο δείκτης της δυσθυμίας μου έγερνε στο κόκκινο χρώμα, ειδικά όταν ο Ρονάλντο εκβίαζε-απολάμβανε τις διαιτητικές αποφάσεις, με τα κακομαθημένα πλην ταλαντούχα καραγκιοζιλίκια του. Από την άλλη, ο νεοπλουτισμός της Τσέλσι και το γεγονός ότι έστειλε σπίτι της τη Λίβερπουλ με άφηναν τελείως αδιάφορο απέναντί της. Παρ' όλα αυτά συνέχιζα να βλέπω το παιχνίδι ένεκα της σημασίας του και της δεοντολογίας. Ως ποδοσφαιρόφιλος έσκασα ένα χαμογελάκι στην γκολάρα του αντιπαθητικού και παρομοίως στην ισοφάριση, ελέω πένθους του Λαμπάρντ, γιατί μπορεί να είμαστε μικρόψυχοι, αλλά με ευαισθησίες.
Αλιεν
Στο δεύτερο ημίχρονο ένιωσα έναν ξενιστή μέσα μου, όπως η Σιγκούρνεϊ Γουίβερ στο "Αλιεν". Ηταν το ποδόσφαιρο που μεταλλασσόταν και ανάδευε στα σωθικά μου, διεκδικώντας τα –μέχρι εκείνη την ώρα κοιμισμένα– συναισθήματά μου. Τα οποία τάχθηκαν με τους "μπλε", γιατί καλώς ή κακώς είδαμε μπαλίτσα στο β' ημιχρόνιο, αλλά από την Τσέλσι. Σε ένα γήπεδο-παγοδρόμιο, το πάθος περίσσευε απέναντι στη Γιουνάιτεντ, η οποία αμυνόταν σαν αγρίμι στριμωγμένο. Ντρογκμπά δοκάρι, Γκιγκς στο κεφάλι του ήρωα-αρχηγού, Λαμπάρντ δοκάρι, Ντρογκμπά αποβολή. Εκεί για μένα τέλεψε ο τελικός για την Τσέλσι, την οποία έβλεπα πλέον με συμπάθεια. Ο Ντρογκμπά –όπως ο Ανρί το 2006 στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, ή ο Ζιντάν στον τελικό του Παγκοσμίου– διάλεξε να περάσει αφανής και μοιραίος ταυτόχρονα. Κακός συνδυασμός...
Μικρός
Στα πέναλτι έψαχνα κασκόλ της Τσέλσι, θα ορκιζόμουν ότι ήμουν με τους Λονδρέζους από μικρό παιδί: ήταν καλύτεροι, ήταν μοιραίοι, ήταν παθιασμένοι και το άξιζαν. Τα περί νεοπλουτισμού τα ξέχασα (σε καπιταλιστικές κοινωνίες ζούμε, μην το κάνουμε θέμα, εξάλλου και ο κ. "Βγενό" έθεσε τον πήχη με βάση τον Αμπράμοβιτς). Τους δε καταμουσκεμένους πεσμένους από κράμπες παίκτες έφτασα να τους λυπάμαι περήφανα, ξεχνώντας ότι το πριμ τους θα ήταν όσο το εισόδημά μου σε 4-5 ζωές.
Πέναλτι
Πέναλτι. Ντάκα, ντούκα, άκουγα την καρδιά μου. Τι μου έμεινε; Λίγο πριν από τη διαδικασία, ο Φαν ντε Σαρ είχε παρουσιαστικό φρεσκομπουγελωμένου μαθητή αρχές Ιουνίου, την ώρα που ο Τσεχ έδειχνε ατσαλάκωτος και με μία τουλάχιστον απόκρουση στο τσεπάκι. Η φάτσα του Τέβες που έγραφε "γκολ", όπως κοίταζε τον διαιτητή, περιμένοντας να του δώσει την άδεια να... σκοράρει. Το κόμπιασμα-σταμάτημα του κακομαθημένου και η απώλεια, που μου έστειλε κύματα αγαλλίασης.
Αρχηγός
Και φυσικά η ώρα του αρχηγού... η ώρα της δικαίωσης μιας 3ετούς ευρωπαϊκής εμμονής. Με το γκολ του, η Τσέλσι παίρνει το Κύπελλο. Στήνει την μπάλα με σιγουριά και την ελάχιστη αγωνία, η οποία συνήθως λειτουργεί ευεργετικά. Πρέπει να είχε διαλέξει τη γωνία από... το σπίτι του, τόσο άνετα πήγε πάνω στην μπάλα, όμως δεν έφτασε στην πόρνη με την ίδια άνεση με την οποία ξεκίνησε. Ο Φαν ντε Σαρ έπεσε σαν σακί καταδικασμένος, αλλά... Αυτό το γαμ... αλλά. Ο Τέρι ψευτογλιστράει πάνω στο σουτ! Ξέρω, είναι βλάσφημο, αλλά μου θύμισε τον Γκούμα στη Λεωφόρο στο 2-2 του 2004 με τους Αλέφαντους. Μόνο που ο Γιαννάκης –ίσως λόγω πρότερου έντιμου επιθετικού βίου– την έστειλε στο πλεκτό, παρά την απώλεια της ισορροπίας του, αντίθετα από τον Τέρι, που αν και είχε μια εστία κενή, έστειλε την μπάλα στο δοκάρι. Οχι στον Φαν ντε Σαρ, αλλά στο δοκάρι. Οχι στο δοκάρι της γωνίας του Φαν ντε Σαρ, αλλά εκείνο της ανοιχτής. Οχι στο 3ο ή 4ο πέναλτι, αλλά στο πέναλτι-Κύπελλο. Οχι, ρε γαμώτο! Η ώρα του Ανελκά ήταν η θεία δίκη του Ντρογκμπά. Το 'ξερα ότι θα το έχανε, διότι το παιδί ήταν εκτός αγώνα από την ώρα που μπήκε (και πιθανόν από πριν).
Μοιραίο
Εβλεπα τη Μάντσεστερ να πανηγυρίζει έναν ακόμα μοιραίο τίτλο (μετά αυτόν του 1999), τον οποίο μόνο σαν ανταπόδοση της τύχης για το δυστύχημα μπορώ να θεωρήσω.
Αλλά για μένα ο νέος ήρωας είναι ο Τέρι. Πρόσωπο συμπυκνωμένης θλίψης και μεγαλείου. Με μια έκφραση που μπορεί να εμπνεύσει ζωγράφο ή ποιητή. Καμία σχέση με τα μυξοκλάματα λύπης του χαζούλη του Κριστιάνο, τότε το 2004 με εμάς, ή με τα χαρούμενα χθεσινά του. Τσιτάτο: το μεγαλείο ή η μικρότητα του ανθρώπου φαίνονται στη διαχείριση των ακραίων συναισθημάτων του.
Ο Τέρι είναι μακράν ο νέος ήρωας. Ανάθεμα και αν θυμάμαι ποιος πήρε το Κύπελλο χθες. Δεν με νοιάζει. Είμαι περήφανος που έζησα την προσωπική ιστορία ενός παίκτη, μέσα από την αξιοπρέπεια της αντιμετώπισης μιας μεγάλης απώλειας...».
Φερνάντες
Tο πρώτο μεγάλο κόλπο στο φετινό μεταγραφικό παζάρι ήταν η πώληση του Φερνάντες από τον ΠΑΟΚ στην Μπόχουμ. Αν ο ΠΑΟΚ πήρε από τους Γερμανούς 1 εκατ. ευρώ και έκλεισε και τον Κώστα Χαλκιά, θα βγει διπλά κερδισμένος: έβαλε χρήματα στο ταμείο και απέκτησε έναν καλύτερο τερματοφύλακα τζάμπα!
Σπάω το κεφάλι μου να θυμηθώ ποιο ήταν το τελευταίο καλό ματς του Πορτογάλου τερματοφύλακα: πιθανότατα να ήταν το παιχνίδι του δεύτερου γύρου με την Καλαμαριά. Ως καλό παιγνίδι τερματοφύλακα στο δικό μου λεξικό ορίζεται αυτό στο οποίο ο πορτιέρο, με τις καθοριστικές επεμβάσεις του, δίνει βαθμούς στην ομάδα του. Τέτοια ματς του Πορτογάλου πορτιέρο προσωπικά δεν θυμάμαι.
Το μόνο που θυμάμαι είναι τον Φερνάντες να λέει πόσο ωραία περνάει στη Θεσσαλονίκη. Αν ακούτε παίκτη να λέει κάτι τέτοιο, να μου τον δείξετε για να σας καθησυχάσω ότι σε τρία χρόνια η καριέρα του θα έχει πάρει την κατιούσα. Ο Αγγελος Αναστασιάδης έλεγε πολλές τρέλες, όταν όμως δήλωνε ότι ο ΠΑΟΚ θα είχε καλύτερη μοίρα αν έπαιζε στην Αλεξανδρούπολη, έλεγε μια μεγάλη αλήθεια. Η Θεσσαλονίκη που είναι συνηθισμένη να χουζουρεύει το μεσημέρι και να ξενυχτάει το βράδυ είναι παράδεισος για όσους ποδοσφαιριστές πιστεύουν ότι το επάγγελμά τους είναι συνώνυμο με την καλοπέραση. Ο Φερνάντες μπορεί στη Γερμανία να γίνει ο καλύτερος του κόσμου: του το εύχομαι. Αν έμενε στον ΠΑΟΚ το πιθανότερο είναι σε κάνα χρόνο να άνοιγε κάνα μπαρ...