Aπό πίκρα και απορία ξεχείλιζαν τα λόγια του Γιώργου: «Τόσα μέτρα τέρμα και αυτός σούταρε στο... φεγγάρι. Ποιος; Ο Δομάζος που στέλνει την μπάλα συστημένη στο κεφάλι του Αντωνιάδη από σαράντα μέτρα...». Ο Γιώργος, ένθερμος «βάζελος», ήταν ο μεγαλύτερος μιας μαθητικής παρέας που συνήθιζε να παίζει μπάλα στα «γηπεδάκια» των Πατησίων. Ετσι ονομάζονταν οι αλάνες που αργότερα εξαφανίστηκαν για να κτιστεί το σχολικό συγκρότημα «Γκράβα». Εκείνο το φθινοπωρινό βράδυ -Σεπτέμβριος ήταν- του 1972, πάντως, η παρέα συνευρέθηκε για να σχολιάσει την... κανονική ποδοσφαιρική αναμέτρηση που μόλις είχε λήξει.
Παναθηναϊκός - ΤΣΣΚΑ Σόφιας. Ο αγώνας κρίθηκε υπέρ της ΤΣΣΚΑ στα πέναλτι, όχι όμως... οριστικά και τελεσίδικα. Εκ των υστέρων έμελλε να αποδειχθεί ότι ο Ρώσος διαιτητής Λιμπάτοφ βιάστηκε να ανακηρύξει νικητή: ο ΠΑΟ διατηρούσε μαθηματικές ελπίδες να ισοφαρίσει. Οι «πράσινοι» αξιοποίησαν την γκάφα του Λιμπάτοφ. Υπέβαλαν ένσταση, ο αγώνας επαναλήφθηκε σε ένα μήνα, αλλά η ΤΣΣΚΑ νίκησε 2-0. Μία στιγμή του πρώτου αγώνα, εκείνου με τα πέναλτι, είχε ήδη καταγραφεί στα «απίστευτα κι όμως αληθινά» των συλλογικών μας βιωμάτων. Ηταν η στιγμή που ο Δομάζος εκτέλεσε το (πρώτο) πέναλτι και έστειλε την μπάλα στη... στρατόσφαιρα. Ναι, ο «στρατηγός». Η προσωποποίηση της ποδοσφαιρικής δεξιοτεχνίας σε μια τόσο αδέξια στιγμή.
Στο πέρασμα του χρόνου, καθώς η τηλεόρασή μας «έκλεινε θέσεις» στα γήπεδα όλου του κόσμου, σταματήσαμε να μένουμε άναυδοι βλέποντας «ιερά τέρατα» του ποδοσφαίρου να αποτυγχάνουν στη διεκπεραίωση του καθήκοντος που φάνταζε απλούστατο στα μάτια μας. Συνηθίσαμε. Σε ένα μόνο παιχνίδι του Μουντιάλ του 1986 είδαμε τους Ζίκο, Σόκρατες και Πλατινί να εκτελούν πέναλτι με «ατσαλοσύνη», φαινομενικώς αδιανόητη για την κλάση τους. Στον τελικό του μεθεπόμενου Μουντιάλ (1994), που κρίθηκε στα πέναλτι, είδαμε τον Μπαρέζι και τον Ρομπέρτο Μπάτζιο να στέλνουν την μπάλα άουτ. Ο Ανελκά μπορεί να κάνει σημαντικά πράγματα με την μπάλα και ο Κριστιάνο Ρονάλντο μαγευτικά. Στον φετινό τελικό της Μόσχας, όμως, η «υπόθεση πέναλτι» αποδείχθηκε ανυπέρβλητο εμπόδιο για αμφότερους. Η περίπτωση Ρονάλντο φαντάζει πολύ πιο εντυπωσιακή: διήνυσε μια εξαιρετική σεζόν, αλλά δύο χαμένα πέναλτι θα μπορούσαν να τον έχουν καταστήσει «μοιραίο παίκτη» της Μάντσεστερ στο Τσάμπιονς Λιγκ. Ειδικά με εκείνο το κτύπημα στη Βαρκελώνη, θαρρείς πως ο Ρονάλντο σημάδευε το απέναντι... βουνό.
Οταν οι ευθύνες φαντάζουν «βουνό», τότε κοντά είναι και η θάλασσα, ή μάλλον το «θαλάσσωμα». Οι τόσες αποτυχίες εξαιρετικών παικτών σε εκτελέσεις πέναλτι αναδεικνύουν μια ανθρώπινη διάσταση του ποδοσφαίρου: εάν είσαι «ιερό τέρας», τότε οι αυξημένες ευθύνες που επωμίζεσαι συνθέτουν ένα αντίπαλο τέρας. Αμείλικτο. Σε 90 λεπτά παιχνιδιού το τέρας το κατατροπώνουν τα όπλα σου. Η τεχνική σου, η αυτοπεποίθησή σου, ίσως και η ηγετική σου φυσιογνωμία. Εάν «δεν πιάσει» η απόπειρά σου να ολοκληρώσεις μια ντρίμπλα ή να κάνεις μια μαγική μπαλιά, δεν χάθηκε ο κόσμος. Υπάρχει και επόμενη φορά. Στο πέναλτι όμως τα πράγματα αλλάζουν. Ο μεγάλος παίκτης δεν διαθέτει ψυχολογικό «δίχτυ προστασίας», τη στιγμή που ακροβατεί ανάμεσα στην τεράστια ευθύνη και τις αρετές του. Συχνά επικρατεί το βάρος της πρώτης, διότι το «μαγικό» που αν το πετύχεις θα σε αποθεώσει συχνά φαντάζει ευκολότερο από το «απλό», το οποίο αν δεν επιτευχθεί θα σε καταρρακώσει.
Τον φόβο του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι τον είχε ήδη κάνει ταινία ο Βέντερς, προτού δούμε τον άστοχο Δομάζο του 1972. Τον φόβο του μεγάλου παίκτη πριν εκτελέσει πέναλτι τον αντιλαμβανόμαστε επί δεκαετίες στον μεγάλο «κινηματογράφο» του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Για να θυμόμαστε πάντα ότι το ποδόσφαιρο αφορά ανθρώπους και όχι ρομπότ.