Του Αλέξη Σαββόπουλου
O Γιώργος Κολτσίδας αποχωρεί από τα ελληνικά γήπεδα και παίρνει μαζί του όλο τον ρομαντισμό και το πάθος μιας άλλης εποχής. Της εποχής που το ποδόσφαιρο παιζόταν στις αλάνες. Ποδοσφαιριστής παλαιάς κοπής, θα μείνει στην ιστορία ως ένας από τους τελευταίους «σκληρούς» των ελληνικών γηπέδων. Ο παίκτης που κάποτε ήταν συνώνυμο της κίτρινης και κόκκινης κάρτας, με τους κακεντρεχείς να έχουν βγάλει και ανέκδοτο ότι «με τον Κολτσίδα η μπάλα μπορεί να περάσει, όχι όμως και ο παίκτης». Μακάρι να ήξεραν όλοι αυτοί ότι η ετικέτα που του κόλλησαν εν μια νυκτί απέχει παρασάγγας από το προφίλ που έχει εκτός γηπέδων. Μετρημένος, ευγενικός, καλοσυνάτος, δεν πρωταγωνίστησε ποτέ σε σκάνδαλα, ίντριγκες αλλά και καβγάδες.
Γεννημένος στις 23 Σεπτεμβρίου του 1970 σ' ένα μικρό χωριό των Τρικάλων, τη Φήκη, ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από την ομάδα του χωριού του όπου αγωνίστηκε έως το 1992, που σε ηλικία 22 ετών μεταπήδησε στον Αρη, στον οποίο βρήκε προπονητή τον μετέπειτα μέντορά του, Γιώργο Φοιρό.
Τα πρώτα χρόνια ήταν «άγουρα», κάτι που παραδέχτηκε και ο ίδιος. Ερχόμενος σε μια ομάδα με κόσμο, ιστορία και απαιτήσεις, χωρίς τις αναγκαίες εμπειρίες και το αγωνιστικό υπόβαθρο, αναγκάστηκε να επιστρατεύσει τον ποδοσφαιρικό τσαμπουκά για να αντεπεξέλθει. Είχε όμως πίστη και δίψα για διάκριση. Τον βοήθησαν βέβαια και οι συγκυρίες. Εκείνη την εποχή επιχειρήθηκε μια αναδόμηση του ρόστερ με αρκετούς νέους παίκτες από την επαρχία (Σαπουντζή, Στρατηλάτη), τους Σέρβους Λόντσαρ και Μιλόγεβιτς, αλλά και τους Κωφίδη, Ιβάν.
Παίζοντας υπέρμετρα δυναμικά, απέκτησε ένα πολύ αρνητικό προφίλ και φλέρταρε με τις κάρτες, που έπειτα από κάποια στιγμή έβγαιναν αυθόρμητα από τους διαιτητές. Αυτό ήταν και το μεγάλο του παράπονο, αν και ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκε δημόσια ή έντονα. Πάντα αποδεχόταν τις αποφάσεις τους.
Οι εκάστοτε προπονητές, συμπαίκτες αλλά και οι πολύ κοντινοί του άνθρωποι προσπάθησαν να χαλιναγωγήσουν το πάθος του, υποδεικνύοντάς του πώς να λειτουργεί μέσα στο γήπεδο. Ο «Γιώργαρος» των φίλων του Αρη, όμως, δεν γινόταν να αλλάξει. Υπέρμαχος της φιλοσοφίας ότι ένας αμυντικός δεν μπορεί να είναι «το καλό παιδί», αλλά ο δυναμικός παίκτης τον οποίο θα κοπιάσει για να ξεπεράσει ο αντίπαλος επιθετικός, συνέχισε αυτό το δυναμικό παιχνίδι.
Οταν το 1996 έφυγε από τον Αρη για να πάει στη Λάρισα, δεν περίμενε ότι θα επιστρέψει τόσο σύντομα, δηλαδή την αμέσως επόμενη χρονιά. Τον είχε ενοχλήσει ο τρόπος που του συμπεριφέρθηκαν (δεν του έδινε ο Κουτλιάνης λίγα περισσότερα χρήματα απ' αυτά που ζητούσε). Η αγαπημένη του ομάδα, όμως, τον χρειαζόταν και, μόλις ο Γιώργος Φοιρός τον κάλεσε για να βοηθήσει στη δύσκολη χρονιά της Β΄ Εθνικής, δεν μπορούσε να αρνηθεί.
Εκτοτε, παρ' ότι έζησε με τον Αρη αμέτρητες καταστάσεις, οι περισσότερες εκ των οποίων δυσάρεστες, δεν εγκατέλειψε ποτέ ξανά το καράβι. Ακόμη και όταν αυτό είχε… πιάσει πιάτο. Είναι ο μοναδικός παίκτης στη σύγχρονη ιστορία του Αρη που έζησε την εποχή Γράντα, τη μετάβαση στην τριετία του Δημήτρη Κοντομηνά, τον… αλήστου μνήμης Ζαχουδάνη, τους Αραβες πολυεκατομμυριούχους και, φυσικά, το τραγικό παιχνίδι με τον Ηρακλή και τον δεύτερο υποβιβασμό.
Στη δεκαπενταετία του στον Αρη έζησε δεκάδες προπονητές. Από τον Φοιρό στον Γιαραμπίνσκι και από τον Ανρί Μισέλ έως τον Τεννέ και τους πρόσφατους Ογιος, Ερνάντεθ. Αν και όχι ιδιαίτερα τεχνίτης, όλοι του έβγαζαν το καπέλο και όλοι τον είχαν στην ενδεκάδα, τουλάχιστον μέχρι πέρυσι, που τα χρόνια άρχισαν να βαραίνουν την πλάτη του. Είναι χαρακτηριστική μια δήλωση του Μπάμπη Τεννέ, που όταν ήρθε στο Αρη δεν τον είχε σε εκτίμηση. Οταν όμως στην προετοιμασία στο Πίντζολο ήταν πρώτος στα εργομετρικά και πάντα πρώτος στις προπονήσεις, άλλαξε άποψη.
Αυτό ήταν και το μυστικό του. Σε όλη την καριέρα του ήταν άψογος επαγγελματίας και αθλητής και δεν αντιμετώπισε ούτε ένα σοβαρό τραυματισμό στην καριέρα του.
Εκτός γηπέδων είναι το αντίθετο από αυτό που έμεινε ως εικόνα στους αγωνιστικούς χώρους. Ειδικά εδώ και έξι χρόνια, που είναι παντρεμένος. Το δρομολόγιό του είναι σπίτι - προπόνηση και μετά πάλι σπίτι. Η ζωή του άλλαξε όταν η σύζυγός του έφερε στον κόσμο την κόρη του. Ο σκληρός Κολτσίδας μαλάκωσε. Εγινε... αλοιφή. Κλασικός χαζομπαμπάς (σε λίγους μήνες, μάλιστα, θα γίνει για δεύτερη φορά πατέρας).
Η επόμενη μέρα πιθανότατα θα τον βρει στον Αρη. Στο δεύτερο σπίτι του. Ασε που το σπίτι στο οποίο μένει είναι μόλις 500 μέτρα μακριά. «Ο,τι και να μου πουν από τη διοίκηση, εγώ εδώ θα είμαι. Μόλις λίγα μέτρα μακριά από το γήπεδο που παίζω τώρα, στα διαρκείας. Νιώθω ότι εδώ με αγαπάνε οι άνθρωποι, νιώθω όμορφα. Γιατί να μην έρχομαι σε ένα μέρος που με αγαπάνε και που κι εγώ αγαπώ;», λέει.
Η κατάκτηση του Κυπέλλου θα είναι το ιδανικό φινάλε μιας μεγάλης καριέρας με τον Αρη. Το θέλει σαν τρελός, το αξίζει και ο Κώστας Νεμπεγλέρας έχει ήδη πει ότι «την ''κούπα'' θα τη σηκώσουμε μαζί με τον Γιώργο». Αν και, με την αγάπη του κόσμου, αισθάνεται ότι είναι σαν έχει κατακτήσει 15 Κύπελλα, όσα και τα χρόνια που ο «τελευταίος των Μοϊκανών» τίμησε την κιτρινόμαυρη φανέλα.