Εικόνες των άκρων στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Η συνάντηση Βαρδινογιάννη – Βγενόπουλου χαρακτηρίστηκε ιστορική. Και είναι. Από πολλές πλευρές. Η πρώτη –και πλέον προφανής– αφορά το μετοχικό άνοιγμα της ιδιοκτησίας του ΠΑΟ. Κάποιες άλλες και αφανείς, προς το παρόν, πλευρές έχουν να κάνουν με την επίδραση αυτής της κίνησης, τόσο στον ίδιο τον Παναθηναϊκό όσο και στις υπόλοιπες ομάδες της Σούπερ Λίγκας. Είναι μάλλον αυτονόητο ότι οι θετικές επιπτώσεις για την ομάδα του «τριφυλλιού» θα οδηγήσουν –ή τουλάχιστον ελπίζω να συμβεί– και άλλες ομάδες στη μίμηση αυτής της κίνησης. Αν κάτι τέτοιο συμβεί, οι δύο πρώτες «θετικές» συνέπειες θα είναι η είσοδος νέων ανθρώπων στον «σκουριασμένο» χώρο των παραγόντων του ελληνικού ποδοσφαίρου και βέβαια η είσοδος νέων κεφαλαίων. Ομως, όπως φαντάζομαι ότι καταλαβαίνει ο καθένας, κανείς δεν πρόκειται να διακινδυνεύσει τα χρήματά του σε ένα πεδίο επιχειρηματικής δραστηριότητας, όπου δεν υπάρχουν κανόνες ή όπου οι κανόνες ερμηνεύονται από τον εκάστοτε ισχυρό παίκτη του παρασκηνίου (που στο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι πλουσιότερο από το προσκήνιο) ή το CAS.
Πριν από λίγο καιρό ο Φλάβιο Μπριατόρε, που μαζί με τον Ινδό Μίταλ και τον Εκλεστόουν αγόρασαν την ΚΠΡ, ρωτήθηκε αν αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να ζημιωθεί από την επένδυσή του στο αγγλικό ποδόσφαιρο και απάντησε «όχι, διότι είναι ένα ποδόσφαιρο στο οποίο υπάρχουν αυστηροί κανόνες που ισχύουν για όλους». Για να έχει θετικό αντίκτυπο στον ΠΑΟ και το ελληνικό ποδόσφαιρο γενικότερα η κίνηση του Γιάννη Βαρδινογιάννη και όλων όσοι μπορούν να τον μιμηθούν στο μέλλον, θα πρέπει το επαγγελματικό ελληνικό ποδόσφαιρο να γίνει ένας χώρος με σαφή όρια και σταθερούς κανόνες που θα ισχύουν για όλους. Να γίνει ένας χώρος στον οποίο η πολιτεία δεν θα έχει καμία απολύτως ανάμειξη, πέρα από την υποχρέωσή της να δημιουργήσει το θεσμικό πλαίσιο δραστηριοποίησης των επιχειρηματιών και των ομάδων. Προς το παρόν τέτοιες προϋποθέσεις δεν υφίστανται και θα πρέπει και οι ίδιοι οι επιχειρηματίες, που σκοπεύουν να επενδύσουν στο ελληνικό ποδόσφαιρο, να απαιτήσουν από την πολιτεία να κάνει εκείνο που της αναλογεί. Που δεν είναι, φυσικά, οι χαριστικές ρυθμίσεις χρεών και οι προνομιακές (διάβαζε σκανδαλώδεις) παραχωρήσεις εκτάσεων.
Αν το ελληνικό ποδόσφαιρο ενδιαφέρεται να μεγαλώσει και να γίνει πραγματικά επαγγελματικό, θα πρέπει να πάψει να είναι κρατικοδίαιτο όπως είναι σήμερα. Με τις διαφημίσεις και τις χορηγίες του ΟΠΑΠ και άλλων ΔΕΚΟ, με τα χρήματα της ΕΡΤ, με τη «γαλαντομία» του κράτους στους επιχειρηματίες και την αδράνειά του να ελέγχει φορολογικά έναν πολύ σκοτεινό χώρο επιχειρηματικής δραστηριότητας. Με μία ΕΠΟ της οποίας τα μέλη ενδιαφέρονται για καρέκλες και μικροεξουσίες και όχι για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Γιατί αν η ΕΠΟ είχε πραγματικό ενδιαφέρον για το ελληνικό ποδόσφαιρο, θα είχε φροντίσει, έστω και υπό την απειλή κάποιας ποινής, όλες οι ομάδες της Σούπερ Λίγκας να έχουν ήδη εναρμονιστεί με τις προϋποθέσεις που προβλέπει το σχέδιο αδειοδότησης της ΟΥΕΦΑ και όχι να εξετάζει το ενδεχόμενο να ζητήσει παράταση.
Ο χρόνος για να προετοιμαστούν οι ομάδες ήταν αρκετός, αλλά πολλές από αυτές δεν ενδιαφέρθηκαν, εθισμένες στη νοοτροπία που περιέχεται στη φράση «εντάξει μωρέ, δεν έγινε και τίποτε…κάπως θα τη βολέψουμε». Και για να μη λέμε και γράφουμε μόνο για την ΕΠΟ. Η Σούπερ Λίγκα τι έκανε για να προετοιμαστούν τα μέλη της στις απαιτήσεις του σχεδίου; Ολα αυτά, ξέρετε, δείχνουν πως το ελληνικό ποδόσφαιρο και οι παράγοντές του –ή τουλάχιστον οι περισσότεροι από αυτούς– παραμένουν της πλάκας.
Αλλος ο Σήφης και άλλο ο σούφι
Δεν θυμάμαι για ποιο πράγμα «αγόρευα» με ρητορικό οίστρο –ως συνήθως– την περασμένη Παρασκευή στην εκπομπή μου και έρχεται ένα μήνυμα από αγανακτισμένο –μάλλον– ακροατή που έλεγε «καλά έκανε ο Πανούτσος και σε έλεγε "σούφι". Αδειαζέ μας τη γωνιά». Θα έλεγα «καλοσύνη του» για τον Πανούτσο αν ήμουν σίγουρος ότι το είπε για καλό και όχι για να βγει καμιά βρόμα, ώστε να με μπουζουριάσουνε οι Αμερικανοί σε κανένα Γκουαντάναμο ως ιδεολογικό υπεύθυνο και διαφωτιστή της Αλ Κάιντα.
Από την άλλη, βέβαια, σκέφτομαι ότι ο Αντώνης άμα έχει πιεί και έχει έρθει στο κέφι, μέχρι και «σενσέι» μπορεί να σε πει, αλλά εγώ μπήκα στο λούκι να εξηγώ στο στούντιο και την παραγωγή, τι διάολο είναι αυτός ο «σούφι». Και επειδή ο σούφι είναι μία πολύ μαγκιόρικη ειδικότης που δεν απαντάται συχνά στην αγορά εργασίας, άρα δεν πλήττεται από ανεργία, εξηγούμαι περιληπτικώς. Με τον όρο «σούφι», λοιπόν, εννοούμε εκείνες τις πρώτες ασκητικές κοινότητες του Ισλάμ (η απόδειξη ότι ο Αντώνης τα είχε κοπανήσει λιγάκι όταν με παρομοίασε με σούφι, με ασκητή δηλαδή) που στράφηκαν στον μοναχισμό θεωρώντας ότι το ανθρώπινο πεπρωμένο εξαρτάται από την ανεξιχνίαστη θέληση του Θεού.
Σε αυτές τις κοινότητες επικράτησε αρχικά το ασκητικό στοιχείο του μυστικισμού ενώ με το πέρασμα των χρόνων ο ασκητισμός θεωρήθηκε το προκαταρκτικό στάδιο για την ανύψωση στη σφαίρα της πνευματικής ζωής. Οι κοινότητες των σούφι επηρεάστηκαν από τις αρχαιότερες παραδόσεις και φιλοσοφίες της Ανατολής και της λεκάνης της Μεσογείου, που έπαιξαν τον ρόλο τους στην τελική διαμόρφωση της σουφικής διδασκαλίας, αφού, σύμφωνα με τους σούφι, «όλες οι παραδόσεις οδηγούν στη μία και μόνη αλήθεια».
Η λέξη «σούφι» παραπέμπει, σύμφωνα με κάποιους μελετητές, στην ελληνική λέξη σοφία, ενώ σήμερα συνδέεται μάλλον με τον αραβικό όρο σούφι (ο μυστικός) και αυτός με τη σειρά του με το σουφ (το μάλλινο ύφασμα που φορούσαν οι πρώτοι ασκητές του Ισλάμ). Ενας από τους πιο γνωστούς σούφι ήταν ο Τζελάλ Εντίν αρ Ρούμι που έζησε τον 13ο αιώνα και με ένα τεράστιο μυστικιστικό του ποίημα (που το αποτελούσαν 26.000 δίστιχα) ενέπνευσε την οργάνωση των στροβιλιζόμενων δερβίσηδων, που αναζητούσαν την έκσταση μέσω μιας περίτεχνης χορευτικής ιεροτελεστίας, με τη συνοδεία μουσικής. Αυτά κι εις άλλα με υγεία.
Ασκήσεις υποκρισίας
Την περασμένη Κυριακή ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας ανακοίνωσε σε εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης ότι αποδέχεται κάποιες προτάσεις που έκανε το ΠΑΣΟΚ για τη ρύθμιση του θέματος που έχει ανακύψει με τους πλειστηριασμούς σπιτιών και αυτοκινήτων από τις τράπεζες. Η κίνηση αυτή ερμηνεύτηκε ως ένδειξη ευαισθησίας από την πλευρά της κυβέρνησης. Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για καραμπινάτη υποκρισία. Αν η κυβέρνηση ήθελε να επιδείξει κάποια ευαισθησία, θα έσπευδε να διορθώσει μία μεγάλη πουστιά που έκανε το κράτος σε συνεργασία με τις τράπεζες. Θυμίζω ότι στο τέλος της δεκαετίας του '90 και στις αρχές αυτής της δεκαετίας, ένα από τα κίνητρα για να πάρει κάποιος στεγαστικό δάνειο ήταν η έκπτωση από το φορολογητέο εισόδημα των τόκων αυτών των δανείων. Πολλές οικογένειες φτωχών και μικρομεσαίων πήραν τέτοια δάνεια και όταν έπεσαν τα επιτόκια, πολλά νοικοκυριά επαναδιαπραγματεύθηκαν αυτά τα δάνεια για να πετύχουν καλύτερους όρους πληρωμής. Ομως αυτά τα δάνεια που επαναδιαπραγματεύθηκαν τα νοικοκυριά, οι τράπεζες τα αναχαρακτήρισαν από στεγαστικά σε επισκευαστικά. Και ως τέτοια δάνεια δεν χωρούσαν στην κατηγορία εκείνων των δανείων στα οποία η Εφορία επέτρεπε την επιστροφή του ποσού αποπληρωμής των τόκων. Ωραία μηχανή, ε;