Το φθινόπωρο του 1974 η Ελληνική Αστυνομία είχε χεσμένη τη φωλιά της. Τα 20 χρόνια της σκληρής αστυνόμευσης, ανάμεσα στα τέλη του εμφυλίου το 1948 και τον Απρίλιο του 1967, μπορούσαν να δικαιολογηθούν από ένα μεγάλο κομμάτι των Ελλήνων. Στο κάτω κάτω την πρώτη μεταπολεμική εικοσαετία το ξύλο έτρωγαν οι σεσημασμένοι κακοποιοί, που στην ηθική της εποχής δικαιολογείτο, και οι κομμουνιστές, που στη λογική της εποχής επίσης δικαιολογείτο, διότι έτσι και είχαν κερδίσει τον εμφύλιο, κανένας δεξιός δεν περίμενε οίκτο. Η περίοδος όμως της χούντας ήταν κάτι άλλο. Μαζί με τους κακοποιούς και τους κομμουνιστές, τις σφαλιάρες μάζευαν χίπιδες, κεντρώοι και όποιοι άλλοι δεν ταίριαζαν με την αισθητική της εθνοσωτηρίου. Τις σφαλιάρες είχαν μαζέψει τα παιδιά της σιωπηλής πλειοψηφίας, της τάξης που στηρίζει κάθε συντηρητικό δημοκρατικό θεσμό. Η αστυνομία καταλάβαινε ότι για μία περίοδο θα έπρεπε να κρατήσει χαμηλό προφίλ. Ας πούμε, για τα επόμενα 34 χρόνια.
Στις ενοχές της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου η Ελληνική Αστυνομία βρήκε τον ευκολότερο τρόπο εξιλέωσης: την αδράνεια. Η πολιτική των αστυνομικών διαμορφώθηκε ολοκληρωμένα την πρώτη τετραετία της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Οταν οι συνδικαλιστές της αστυνομίας είπαν το «Οι αστυνομικοί δεν είναι τίποτα περισσότερο από πολίτες όπως όλοι σας, που θέλουν να τελειώσουν τη δουλειά τους και να γυρίσουν στα σπίτια τους». Ηταν μια σίγουρη συνταγή χρεωκοπίας. Γιατί μόνο στην Ελλάδα αντιλαμβανόμαστε τον αστυνομικό ως πολίτη, στον οποίο μπορούμε να φέρουμε αντίρρηση, να τσαμπουκαλευτούμε και τις περισσότερες φορές να περάσει το δικό μας. Στην Ελλάδα που ο αστυφύλακας αντιλαμβάνεται τον εαυτό του όχι ως υπερασπιστή της τάξης, αλλά ως δημόσιο υπάλληλο που κάνει τσάτρα πάτρα μια δουλειά για να τη ρημαδοτελειώσει και να γυρίσει σπίτι του. Μόνο στην Ελλάδα θα δεις αστυφύλακες να στέκονται σε κάθε διασταύρωση και Ι.Χ. να περνάνε ανενόχλητα μέσα από λεωφορειόδρομους, επειδή υπάρχουν για να ρυθμίζουν την κυκλοφορία και όχι να κόβουν κλήσεις. Οπως και μόνο στην Ελλάδα θα δεις μπλόκο της αστυνομίας σε λεωφορειόδρομο να κόβει κλήσεις σε όποιον πατάει μέσα από τη γραμμή, αλλά να μην κόβει στο αυτοκίνητο που 30 μέτρα παρακάτω έχει παρκάρει μέσα στη γραμμή, επειδή οι αστυνομικοί πιστεύουν ότι τους αφορά μόνο ό,τι έρχεται στο μπλόκο.
Το να αλλάζει ο πρωθυπουργός τον υπουργό Δημόσιας Τάξης κάθε ένα, δύο χρόνια έχει τόσο νόημα όσο το να έχεις ένα χαλασμένο αυτοκίνητο και για να κινηθεί κάθε τόσο να του αλλάζεις τον οδηγό. Χρειαζόμαστε μια καινούργια αστυνομία και όχι έναν καινούργιο υπουργό. Και μέχρι κάποια κυβέρνηση επιτέλους να την κάνει, στο μόνο που μπορούν να προσεύχονται οι Ελληνες είναι ο λωποδύτης να διαλέξει το διπλανό μπαλκόνι.
Eίχαν περάσει με την αδιαφορία που δείχνει μια αγέλη βούβαλων σε μια ρίζα θρούμπας. Στον ρόλο της θρούμπας ο ημέτερος και στον ρόλο των βουβάλων ο Φατίχ Τερίμ και η συνοδεία από τους σωματοφύλακές του. Χρόνος το 2002, τόπος οι κατακόμβες κάτω από το τσίλικο Ολυμπιακό Στάδιο της Κωνσταντινούπολης και αφορμή το φιλικό του Ολυμπιακού με τη Γαλατασαράι. Τέλος πάντων, βρήκαν οι άνθρωποι την αίθουσα που θα παραχωρούνταν η συνέντευξη Τύπου μετά το ματς, ακολουθώντας τους τη βρήκα και εγώ και για ένα τέταρτο μπόρεσα να παρατηρήσω από κοντά τον πιθανό, νέο προπονητή του Ολυμπιακού.
Βεντέτα, τσαμπουκαλεμένος και σαφής, ο Τερίμ σε περίπτωση που έρθει στον Ολυμπιακό έχει την πιθανότητα να γίνει αυτό που οι οπαδοί και ο πρόεδρός του υποσυνείδητα ψάχνουν, αλλά δεν μπορούν να το προσδιορίσουν: ο Νίκος Αλέφαντος του σκεπτόμενου γαύρου. Χωρίς μάλιστα το mean κομμάτι της προσωπικότητας του «Αλέφα», διότι όταν ήταν προπονητής στη Φιορεντίνα, με τον πρόεδρο Τσέκι Γκόρι να τον κριτικάρει, ο Τερίμ αντί να μεταφέρει την πίεση στους παίκτες τούς είχε πει να «χαίρονται το παιχνίδι». Σε περίπτωση που ο Ολυμπιακός κάνει την πρόταση και ο Τερίμ πει το «ναι» νομίζω ότι ο Τούρκος προπονητής θα είναι μια εξαιρετική επιλογή και ο σημαντικότερος –συγγνώμη, «Δον» Λορένσο– προπονητής που ήρθε ποτέ στην Ελλάδα. Τώρα, με το φτωχό μου το μυαλό, αν αυτό είναι κακό ή καλό δεν είμαι καθόλου βέβαιος. Τουλάχιστον μετά την τελευταία συνέντευξη Τύπου του προέδρου των άμεσων επεμβάσεων Σωκράτη Κόκκαλη.
Η συνέντευξη Τύπου του Σωκράτη Κόκκαλη αναλύθηκε μέχρι σκασμού, μόνο που ένα σημείο διακριτικά δεν εξετάσθηκε. Ρε παιδιά, υπάρχουν κάποιοι που όπως εγώ είχαν την εντύπωση ότι ο πρόεδρος το έχει καβαλήσει και από διακριτικότητα ή τσατσισμό δεν βρίσκεται κάποιος να του το πει; Γιατί ναι μεν νομίζω ότι αν ο Κόκκαλης δεν είχε μπει στο παιχνίδι στο τέλος της κούρσας, ο Ολυμπιακός πρωτάθλημα δεν έπαιρνε, αλλά από το να κάνεις δύο «μαγικές» κινήσεις τουρμπιγιόν μέχρι να ξεφτιλίσεις το επάγγελμα του προπονητή υπάρχει απόσταση. Γιατί αυτό το πράγμα που ο πρόεδρος περιέγραψε σαν προπονητή –ένα ανθρωπάκι που του κάνουνε τη χάρη να φέρει τον βοηθό του–, άντε να το βρεις να προπονεί την ομάδα των κηπουρών της Μυκόνου, αλλά σε μεγάλη ομάδα έτσι και κάτσει στον πάγκο θα γυρίσει μελιτζανί και θα σου πεθάνει.
Να δώσω πάντως το ελαφρυντικό στον πρόεδρο. Κάτσε και εσύ όχι 15 χρόνια, αλλά 15 μέρες, με τον Σάββα και τα παιδιά του TV Magic να σε χειροκροτούν και να σου λένε «τι γίγαντας είσαι» και το «I am the way, the truth and the light» που θα έπρεπε να γράφει το φανελάκι του Ριβάλντο θα νομίζεις ότι γράφτηκε για σένα. Παρά το ότι γράφτηκε ως λόγια του Ιησού από τον Ιωάννη τον Ευαγγελιστή. Στο εδάφιο σούπερ 13, δηλαδή το 14 «Εγώ ειμί ο δρόμος, η αλήθεια και το φως». Μέχρι να το πει ο Σωκράτης στην επόμενη συνέντευξη Τύπου για το 12, υπάρχει ελπίδα.
Κυρίως ελπίδα να πάρει ο Ολυμπιακός προπονητή και όχι διασκεδαστή. Το ενδιαφέρον δε σημείο είναι ότι η ελπίδα είναι ο κόσμος του. Ο οποίος, παρά τη φήμη που έχει ότι είναι γκάγκα και αζαντάουα, στη φιέστα με τη Φίτεσε δεν παρέλειψε να ξεφωνίσει διακριτικά τον Χοσέ Σεγούρα. Οχι ότι έχει κάτι εναντίον του Ισπανού, αλλά για να στείλει το μήνυμα στον Σωκράτη ότι αν πάει να τη βγάλει του χρόνου βολικά και φτηνά με τον Σεγούρα, το ξεφωνητό θα αποκτήσει επισημότητα.
Επίσης δεύτερο θετικό στοιχείο από τη συμπεριφορά του κόσμου του Ολυμπιακού είναι ότι στο γήπεδο ή σε κάθε άλλο χώρο έκφρασης δεν βγαίνει το μήνυμα «πρόεδρε, κάνε μεταγραφές». Σε αυτό το σημείο συμφωνώ με τον Κόκκαλη. Ο Ολυμπιακός, περισσότερο από μεταγραφές, του χρόνου χρειάζεται αξιοποίηση του υλικού που ήδη έχει. Ιδιαίτερα αν παίξει 4-4-2 –και ο πρόεδρος το έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν υπάρχει άλλο σύστημα–, ο Ολυμπιακός μέχρι τρεις παίκτες χωράει, χωρίς να χρειαστεί να ξεσκαρτάρει άλλους. Ενα στόπερ, ένα αμυντικό χαφ, ένα φορ και, άντε με το ζόρι, ένα δεξί μπροστινό. Αν αρχίσει να παίρνει κεντρικά χαφ και αριστερά και δεύτερα φορ, πρέπει να ξεχάσει τους πιτσιρικάδες που μάζεψε. Ενα ερώτημα λοιπόν που τίθεται τώρα είναι πώς θα αλλάζει το σύστημα στον Ολυμπιακό. Γιατί –sorry, πρόεδρε, που σου τη χαλάω– αν οι ομάδες ποτέ δεν αλλάζανε σύστημα, ο Ολυμπιακός θα έπαιζε ακόμα WM με πεντάδα όπως την εποχή των Ανδριανοπουλαίων.
Ο μόνος τρόπος να αλλάζει το σύστημα στον Ολυμπιακό είναι με δημοκρατικές διαδικασίες. Να εκλέγεται δηλαδή το εννιαμελές συμβούλιο του Ολυμπιακού και να αποφασίζει: «Θέλουμε να παίζουμε 4-3-3; Θέλουμε βερού; Θέλουμε τουρμπιγιόν;» και η απόφασή του να γίνεται σεβαστή από όποιον προπονητή προσλαμβάνεται. Και εδώ να διορθώσω ότι στο συμβούλιο του Ολυμπιακού δεν ψηφίζονται μόνο τρεις σύμβουλοι από τα μέλη, αλλά και άλλοι τρεις από τον Ερασιτέχνη, που μαζί με τους τρεις του προέδρου κάνουν το σώμα. Και τώρα με τον Σάββα στον Ερασιτέχνη το βλέπω το δημοκρατικό πραξικόπημα να γίνεται και να ανατρέπεται ο Σωκράτης.