Πάρα πολλές φορές γοητεύομαι από τον τρόπο που γράφεται η ιστορία γενικά, αλλά τα τελευταία χρόνια έχω ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον τρόπο που γράφεται η ιστορία στο ποδόσφαιρο. Μια ιστορία στην οποία τα media παίζουν καθοριστικό ρόλο. Πριν από χρόνια είχα διαβάσει μία συνέντευξη του Τζόνι Ρεπ, που μιλούσε για τον Αγιαξ φυσικά και την περιπλάνησή του στα γήπεδα του κόσμου. Σε εκείνη τη συνέντευξη ο Ολλανδός ανέφερε ένα περιστατικό από το πέρασμά του από την ισπανική Βαλένθια.
Οταν πρωτοπήγε ο Ρεπ στην ομάδα, στην πρώτη προετοιμασία που έκανε με όλους τους συμπαίκτες του, είδε έναν ποδοσφαιριστή ο οποίος τον άφησε άφωνο. Ηταν 22 χρόνων, προερχόταν από την Ουρουγουάη και έπαιζε σέντερ φορ. Το παρατσούκλι του ήταν «λύκος». Ο Ρεπ ισχυρίζεται ότι ο Ουρουγουανός, του οποίου η Βαλένθια κρατούσε μυστικό το όνομα μέχρι να ολοκληρωθεί η μεταγραφή, έκανε απίστευτα πράγματα με την μπάλα, ήταν τρομερά γρήγορος, είχε και τα δύο πόδια, πολύ μεγάλο άλμα, μονίμως είχε μία μελαγχολική έκφραση στο πρόσωπο και σπανίως μιλούσε σε άνθρωπο. Οταν η ομάδα επέστρεψε στη Βαλένθια, ο Ρεπ έλεγε πως μετά την απογευματινή προπόνηση ο «λύκος» έπαιρνε την κιθάρα του και κατέβαινε την όχθη του ποταμού Τούρια (του οποίου τώρα η κοίτη έχει γίνει πάρκο), που βρισκόταν από την πλευρά του «Μεστάγια» και έπαιζε μελαγχολικά, τσιγγάνικα τραγούδια μέχρι αργά το βράδυ.
Μία μέρα, μία εβδομάδα πριν από την έναρξη της περιόδου, τελείως ξαφνικά και χωρίς να έχει προηγηθεί κάποιο συμβάν που να δικαιολογεί τέτοια αντίδραση, ο «λύκος» εξαφανίστηκε χωρίς να αφήσει ίχνη. Και δεν ξανάκουσε κανείς κάτι γι' αυτόν.
Ο Ρεπ έλεγε σε εκείνη τη συνέντευξη ότι αν ο νεαρός αγωνιζόταν, το ταλέντο του και η πληρότητά του ήταν τέτοια, που η ποδοσφαιρική ιστορία, σε ένα κομμάτι της τουλάχιστον, θα γραφόταν τελείως διαφορετικά.
Μία άλλη πλευρά της ιστορίας τώρα. «Σκέφτομαι μόνο την ομάδα. Ξέρω πως είναι να νικάς. Χρειάζεσαι ένα συγκεκριμένο είδος παίκτη με την αποφασιστικότητα να νικήσει. Το βλέπεις στα μάτια. Το χειρότερο πράγμα ως προπονητής είναι να βλέπεις έναν παίκτη που έχει τις δυνατότητες, αλλά δεν έχει εκείνη τη λάμψη στο βλέμμα… Μερικοί ποδοσφαιριστές έχουν τις δυνατότητες, αλλά σκέφτονται μόνο τον εαυτό τους και όχι την ομάδα. Είναι πολύ εγωιστές. Αυτούς τους παίκτες δεν τους χρειάζεσαι». Αυτά τα λόγια, όπως μαντεύετε, ανήκουν σε έναν προπονητή, που υπήρξε μεγάλος ποδοσφαιριστής. Η ιστορία του ως ποδοσφαιριστή είναι από τις πιο γοητευτικές. Ομως ως προπονητής, αν και ξεκίνησε πολύ καλά και μάλιστα σε ένα δύσκολο πρωτάθλημα όπως το αγγλικό, η συνέχειά του δεν ήταν ανάλογη. Πρόκειται για τον Ρούουντ Γκούλιτ, που διάβασα ότι ανέλαβε προπονητής στην ομάδα του Μπέκαμ, τους L.A. Galaxy. Για ποιο λόγο άραγε; Για να ικανοποιήσει τη φιλοδοξία του, κερδίζοντας τίτλους ή για κάποιον άλλο λόγο; Αν σκεφθεί κάποιος ότι αν η φιλοδοξία ήταν η αιτία, θα μπορούσε να τη χορτάσει σε κάποιον ευρωπαϊκό σύλλογο. Τα διαπιστευτήρια δεν του έλειπαν. Ομως επέλεξε την Αμερική. Για δύο λόγους. Η κακή πορεία που είχε πάρει η προσωπική του ζωή και τα χρήματα. Που προφανώς, επειδή όλα μαθαίνονται, δεν θα έπαιρνε σε καμία ευρωπαϊκή ομάδα, που δεν θα ήταν διατεθειμένη να ρισκάρει με έναν τύπο σαν τον Γκούλιτ.
Ο Γκούλιτ και οι επιλογές του μπορούν μία χαρά να αμαυρώσουν μία όμορφη ποδοσφαιρική ιστορία, όπως έχει συμβεί με πάρα πολλούς στο παρελθόν. Ιδιαίτερα σε μία εποχή που τα Μίντια, σαν μεγεθυντικός φακός, επικεντρώνονται στις ζωές κάποιων ανθρώπων, πράγμα που δεν γινόταν στο παρελθόν. Γιατί αν γινόταν, ο «λύκος» θα ήταν ένας πολύ ισχυρός μύθος –ποδοσφαιρικός μύθος–, που όσο θα περνούσαν τα χρόνια, θα δυνάμωνε όλο και περισσότερο.
Νέα ανοησία τύπου Μπλάτερ
Ο πρόεδρος της ΦΙΦΑ κατ' επανάληψη έχει δώσει δείγματα της ασχετοσύνης του ως παράγοντας, που λίγη σχέση έχει με το παιχνίδι. Τον ενδιαφέρει το κέρδος περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, αλλά όταν δηλώνει ότι ενδιαφέρεται για το καλό του παιχνιδιού και προτείνει διάφορες ιδέες, η επικινδυνότητά του γίνεται φανερή. Για την περίπτωση του Μαροκινού Ούλμερς της Σαρλερουά και το αίτημα της βελγικής ομάδας για την αποζημίωσή της –επειδή ο ποδοσφαιριστής τραυματίστηκε σε παιχνίδι της εθνικής ομάδας– ο Μπλάτερ κόντεψε να πάρει τη ΦΙΦΑ στον λαιμό του, με την επιμονή του να κριθεί η υπόθεση στο δικαστήριο. Υστερα από αυτό, ο Μπλάτερ έχει μία καινούργια ιδέα για το καλό του ποδοσφαίρου: θέλει να καθιερώσει τον περιορισμό της χρήσης ξένων ποδοσφαιριστών στις ομάδες και αυτό να περάσει στο καταστατικό της παγκόσμιας ομοσπονδίας. Για να υιοθετηθεί η πρότασή του, θα πρέπει να υποστηριχθεί από το 75% των μελών της συνέλευσης της ΦΙΦΑ που θα γίνει στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας.
Ο Μπλάτερ δεν υπολογίζει καθόλου τις προειδοποιήσεις της ΟΥΕΦΑ, η οποία τον έχει ενημερώσει για τους κινδύνους που έχει η υιοθέτηση μίας τέτοιας ρύθμισης. Μιας ρύθμισης που είναι αντίθετη με τις ισχύουσες διατάξεις της Ε.Ε. για την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων και την προστασία του ανταγωνισμού. Η ΟΥΕΦΑ έχει πληροφορήσει τον Μπλάτερ ότι αν η ΦΙΦΑ υιοθετήσει μία τέτοια ρύθμιση, θα βρεθεί στα δικαστήρια και θα χάσει την υπόθεση, με κίνδυνο να πληρώσει και μεγάλα πρόστιμα, χώρια την αναστάτωση που θα προκαλέσει στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Τους κινδύνους μίας τέτοιας ενέργειας έχουν επισημάνει στον Μπλάτερ και παράγοντες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά αυτός δεν καταλαβαίνει, σχεδόν, τίποτε. Νομίζει ότι ως πρόεδρος της ΦΙΦΑ που έχει περισσότερα μέλη από τον ΟΗΕ μπορεί να αποφασίζει ό,τι γουστάρει, χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανέναν. Και ίσως έχει έρθει η ώρα κάποιος να του τραβήξει το αυτί, γιατί ο άνθρωπος είναι επικίνδυνος.