Εάν υπάρχει ένα δίδαγμα από την υπόθεση του ντόπινγκ στην Αρση Βαρών συνοψίζεται στη δήλωση της Μαρίας Χριστοφορίδου, πρώην αθλήτριας και νυν βοηθού του Χρήστου Ιακώβου. «Τον έκαναν θεό και τώρα τον πετούν στον Καιάδα». Και το δίδαγμα δεν είναι αυτό που μάλλον εννοούσε η Χριστοφορίδου, ότι «τον πετάνε στον Καιάδα», αλλά το ότι κανένας άνθρωπος ή αθλητής δεν πρέπει να γίνεται «θεός» πριν η ζωή του κλείσει. «Το μέλλον γαρ άδηλον» που έλεγαν και οι αρχαίοι, που κάτι ξέρανε από κωλοτούμπες, αφού τη μια μέρα ξέρανε τον Ανταλκίδα στρατηγό της Σπάρτης και την επόμενη γινόταν Αποστολάκης και εμφανιζόταν με τους Πέρσες.
Αντίθετα με την κοινή πεποίθηση, ότι στη θεοποίηση των αθλητών πρώτο ρόλο παίζουν οι πολιτικοί, νομίζω ότι τη μεγαλύτερη ζημιά την κάνουν οι δημοσιογράφοι. Πρώτον διότι «λεζάντα» χωρίς κάποιον να υπάρχει που θα τη γράψει δεν υφίσταται. Τι νόημα θα είχαν οι φωτογραφίες της υποδοχής των αθλητών με τους πολιτικούς στα αεροδρόμια εάν καμιά εφημερίδα δεν τις δημοσίευε. Αλλά η ενημέρωση; Ποια ενημέρωση; Τι διαφορά κάνει για τον αναγνώστη αν κάποιον αθλητή υποδέχθηκε ο πρωθυπουργός ή ο υπουργός Αιγαίου;
Η δεύτερη κατάρα είναι η υποκρισία. Στους Ολυμπιακούς του 2004 θυμάμαι μια αθλήτρια να κατεβαίνει από το άλογο και έναν ασθμαίνοντα ρεπόρτερ της κρατικής να προσπαθεί να την πείσει ότι λέγεται «Χάιδω», ενώ ακόμα και ο πίνακας αποτελεσμάτων την ανέφερε ως «Χάιντι». Αξέχαστη ήταν η στιγμή του «Ηλιάδη» με τους δύο πατέρες, τον ένα, τον θετό, να κάθεται στη γωνία του τατάμι, και τον άλλο, τον φυσικό, να παρακολουθεί τον γιο του από την κερκίδα. Αριθμοί στις μετρήσεις της τεστοστερόνης αλλάζουν (τις προάλλες διάβαζα για ένα διεθνή ποδοσφαιριστή ότι είχε πιαστεί με 7άρι, ενώ είχε γράψει 9άρι) και γκόμενες και βιζιτούδες γίνονται αρραβωνιαστικές και συνοδοί. Εχουμε μάθει να δημιουργούμε «θεούς», «πειρατές» και «γιους του ανέμου». Και καταπιεσμένοι από το ψέμα να τους ξεσκίζουμε εκ του ασφαλούς, να τους κάνουμε γιους της λάσπης, όταν κάνουν το λάθος.
Το μόνο που χρειάζεται είναι λιγότερη υποκρισία. Το δημοφιλέστερο όνομα στην Ελλάδα δεν είναι το «Βλαδίμηρος». Ούτε τα Γκεβόργκ, Λέρι, Γκουράμ, Εβγκένι, Αμιράν και Αμαράλ. Επίσης η dream team της άρσης βαρών δεν προέκυψε από μια σατανική σύμπτωση, όταν μια δεκάδα ταλαντούχοι αθλητές «επέστρεψαν στις ρίζες τους» όπως γράφει το site της ομοσπονδίας. Μια δεκάδα φιλόδοξων νεαρών έφυγαν από τις χώρες τους για να βρουν την τύχη τους «ναι», επιστροφή στις ρίζες «όχι»? εκτός αν επιστρέψουν εκεί που γεννήθηκαν.
Ούτε παράδεισοι ούτε Καιάδες. Ούτε εξαπτέρυγα, ούτε σταυροί του μαρτυρίου. Για να μην ξεφτιλιζόμαστε και για να μην ξεφτιλίζουμε ανθρώπους που εμείς πολύ βολικά θεοποιήσαμε.
O Σειληνός. Ο Νταν Γεωργιάδης. Η Αννα Καλουτά. Ο Ντάνος Κρυστάλλης. Πόσοι άραγε άνθρωποι που γνωρίσαμε και αγαπήσαμε από το ποδόσφαιρο, το σανίδι και την ΕΥΠ δεν έσβησαν σιγά σιγά από τη μνήμη και ορισμένες φορές και από τη ζωή; Για να πνίξουν τον πόνο τους στη μοναξιά, στο μπουκάλι ή στο μέικ απ, μόνοι και ξεχασμένοι σε κάποιο ημιυπόγειο της Δροσοπούλου. Ενίοτε και σε σαλέ. Το σκεφτόμουνα χθες το απόγευμα, ενώ τα δάχτυλά μου πληκτρολογούσαν έναν αριθμό που πριν από λίγους μόλις μήνες κοσμούσε τα καντράν των πιο έγκριτων αθλητικογράφων. Τον πρίγκιπα του Λουξεμβούργου, που σήμερα μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας ζει την κόλαση που λέγεται Ελβετία.
Η φωνή του έχει αποκτήσει μια ελαφριά καντονέζικη (από το καντόνι και όχι από την Καντόνα) προφορά, αλλά ο τόνος μένει ο ίδιος. Επιφυλακτικός. Προς στιγμήν σκέφτηκα να κάνω τη φωνή του Σάββα και να αρχίσω να τον ρωτάω γιατί βάλανε τον Παμπορίδη να σφυρίξει την Κυριακή, αλλά καταλαβαίνοντας ότι μπορούσε να κλάψει συγκρατήθηκα. Μπήκα κατευθείαν στο θέμα «Πήγες στο CAS;». «Ασε τις μαλακίες. Μη με μπλέκεις με το CAS. Ούτε στη Λωζάννη δεν είμαι. Στη Γενεύη με παίρνεις τώρα. Αφού τώρα που ήρθε ο Σοφοκλής για το σεμινάριο έμαθα τι τρέλα σάς έχει πιάσει κάτω με το CAS. Το μόνο για το οποίο είμαι χαρούμενος είναι ότι ούτε ένας δημοσιογράφος από την Ελλάδα δεν με πήρε τηλέφωνο για το CAS». Κατάλαβα και προσπάθησα να μην τον πληγώσω κι άλλο. Πίσω από τη φαινομενική ανακούφισή του κρυβόταν μια πικρία. Ούτε ένας… Ενας, ρε γαμώτο. Ενας, ο πραγματικός γιος του Σάββα, ο Θέμις Συνάνογλου, ο Νίκος Αναστόπουλος, ο Αλέφαντος, ρε γαμώτο, δεν μπορεί να πάρει ένα τηλέφωνο τον Θόδωρο που στην κολασμένη Λωζάννη αισθάνεται τόσο μόνος; Σε αυτές τις δύσκολες ώρες ας σταθούμε όλοι κοντά του. Τηλέφωνο, τηλέφωνο, τηλέφωνο. Πρωί, μεσημέρι, βράδυ για να καταλάβει ότι πίσω στην πατρίδα υπάρχουν άνθρωποι που δεν τον έχουν ξεχάσει.
Είμαστε όμως ξεχασιάρικος λαός. Οταν ξέσπασε το σκάνδαλο του ντόπινγκ της άρσης βαρών είχα μπει στο site της ομοσπονδίας και ανάμεσα στους άλλους είχα δει το όνομα και τη φωτογραφία του Γιάννη Σγουρού. Προχθές το όνομα του Σγουρού δεν υπήρχε πλέον. Μου είπαν ότι ο Σγουρός είχε παραιτηθεί. Οπότε να πιστέψω ότι είχαν ξεχάσει να βγάλουν το όνομά του τρία χρόνια από το site και το θυμήθηκαν με το που έσκασε το σκάνδαλο. Του Σγουρού, ρε παιδιά, που στις τελευταίες εκλογές, όπως αναφέρεται και σε ανακοίνωση της ομοσπονδίας του 2004, είχε πάρει το 100% των ψήφων. Και με τέτοια λάθη δεν δίνονται δικαιώματα να πιστεύεται ότι οι δηλώσεις «πικρίας» του Ιακώβου για τη συμπεριφορά νυν και πρώην παραγόντων της Αρσης Βαρών αφορούσαν και τον Γιάννη Σγουρό; Ο οποίος μέχρι και την υπόθεση του ντόπινγκ ήταν γενικός γραμματέας και κουμανταδόρος της παγκόσμιας ομοσπονδίας Αρσης Βαρών. Η οποία έδωσε εντολή στη WADA να κάνει τον μοιραίο έλεγχο στην Εθνική…
Εδώ θέλω να προσθέσω ότι η dream team της Αρσης Βαρών ήταν από τα πιο συμπαθή και ανθρώπινα σύνολα αθλητών που έχω συναντήσει. Σε σύγκριση με τους περισσότερους ποδοσφαιριστές, που είναι τόσο κακομαθημένοι που για να πουν «θέλουμε τη νίκη την Κυριακή» θέλουν βασιλικά έξοδα, η Εθνική της Αρσης Βαρών ήταν όαση επικοινωνίας. Και σύμφωνα με το dictum του Χρήστου Τζέκου, «ντοπαρισμένος είναι όποιος πιάνεται να είναι ντοπαρισμένος», κανένας πια δεν μπορεί να κατηγορήσει κάποιον. Αλλά ας μου επιτραπεί να χαρακτηρίσω μια δήλωση του Πύρρου Δήμα άστοχη. Το «… δεν μπορούμε να τα ισοπεδώνουμε όλα. Εάν ένας γιατρός πιαστεί με φακελάκι, δεν σημαίνει πως όλοι παίρνουν φακελάκι. Να μη γενικεύουμε και να περιμένουμε την απόφαση» που είπε ο Δήμας θα είχε νόημα αν πρώτον μία στις τόσες πιανόταν γιατρός να παίρνει φακελάκι. Τα φακελάκια όμως έχουν γίνει κατάρα του ιατρικού επαγγέλματος. Οπως και το ντόπινγκ της Αρσης Βαρών, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί η παγκόσμια ομοσπονδία να αλλάξει τις κατηγορίες βάρους ώστε να γίνει μια νέα αρχή. Επίσης, όταν συλλαμβάνεται ένας γιατρός με φακελάκι, προφανώς δεν είναι είδηση για πρωτοσέλιδο. Αν όμως συλλαμβανόταν το προεδρείο του Ιατρικού Συλλόγου με όλα τα μέλη του να έχουν πάρει φακελάκι θα ήταν. Και στην Αρση Βαρών πιάστηκε ντοπέ ολόκληρη η Εθνική ομάδα.
Για τη γραμμή υπεράσπισης του Χρήστου Ιακώβου όπως εκφράστηκε από τον Δημητρακόπουλο, «ελπίζω η δικαιοσύνη, πάνω στην μπάρα του Ιακώβου και των αθλητών του, να μη δείξει την αποτελεσματικότητα που δεν επέδειξε σε άλλες υποθέσεις, όπως το ασφαλιστικό και οι υποκλοπές», δεν έχει σχέση με το τι έγινε ή δεν έγινε, αλλά με την ποιότητα της δικαιοσύνης. Οπως και η φράση του Χρήστου Ιακώβου στην απολογία του ότι ζήτησε εξηγήσεις από τον Παναγιώτη Κατσέλο, αλλά αυτός του ορκίστηκε στο παιδί του ότι δεν έχει ιδέα και ήταν λάθος των Κινέζων, άσ' το να πάει γιατί με τους όρκους στη ζωή των παιδιών και το ντόπινγκ πάει να δημιουργηθεί παράδοση. Επίσης μέχρι σήμερα δεν είδα παιδί να χάνεται από όρκο.
Mε το CAS ισχύει ό,τι και με το σεξ και τη σοκολάτα. Ποτέ δεν μπορεί να είναι πάρα πολύ. Λοιπόν και παίρνω όρκο όπως στην Αρση Βαρών με τα παιδιά. Αν η υπεράσπιση της Καλαμαριάς εμφανίσει έγγραφο αλληλογραφίας με τη ΦΙΦΑ, που έπαιρνε εγγυήσεις ότι ο Βάλνερ έχει δικαίωμα συμμετοχής, όπως είχε δηλωθεί ότι υπάρχει επικοινωνία αμέσως μετά την ένσταση, θα βγάλω φωτογραφία με τουρμπάνι και για ένα χρόνο θα υπογράφω τη στήλη «Αχμέτ Χότζας Πανούτσος». Αν όχι, όμως, ας μου επιτραπεί να δηλώσω ότι μας φλομώνανε στο παραμύθι.