Η φετινή χρονιά του Παναθηναϊκού προετοιμάστηκε λανθασμένα. Είναι προφανές ότι ο Γιάννης Βαρδινογιάννης πίστευε ότι μπορεί να γίνει ταυτόχρονα πρωταθλητισμός και χτίσιμο ομάδας -γίνεται, αλλά όχι σε ένα, ας το πω κομψά, μη απολύτως προστατευόμενο περιβάλλον. Η χρονιά που ο ΠΑΟ τα πήγε συγκριτικά καλύτερα τα τελευταία χρόνια -παραδόξως- δεν ήταν η χρονιά του νταμπλ, που δεν άφησε σχεδόν τίποτα πίσω εκτός από δύο τίτλους, αλλά η χρονιά της πρώτης πρόσληψης του Γιάννη Κυράστα. Στο τέλος εκείνης της σεζόν, το 2000 δηλαδή, είχε δημιουργηθεί μια εξαιρετική ραχοκοκαλιά ομάδας, που υπήρξε η βάση της δημιουργίας του συνόλου με το οποίο ο ΠΑΟ διέπρεψε στα Κύπελλα Ευρώπης για μια τριετία. Εκείνος ο ΠΑΟ δημιουργήθηκε κόντρα σε κάποια «θέλω» των οπαδών (που άργησαν να «αγκαλιάσουν» την ομάδα), αλλά και κόντρα στις εκτιμήσεις του Τύπου που σε γενικές γραμμές θεώρησε την πρόσληψη του Κυράστα ως «λευκή πετσέτα» -για να θυμηθούμε και το ιστορικό πρωτοσέλιδο του «Φίλαθλου», που ορθά «φωτογράφιζε» την αίσθηση της δημοσιογραφικής πιάτσας. Αν εκείνη τη χρονιά ο Κυράστας δούλεψε καλά, ήταν διότι ξεκίνησε όχι για να κερδίσει το πρωτάθλημα, αλλά για να χτίσει. Εκτοτε μια τέτοια προτεραιότητα δεν υπήρξε ποτέ.

Ρόστερ

Το ρόστερ του φετινού ΠΑΟ και η πρόσληψη του Ζοσέ Πεσέιρο έδειχναν ότι υπήρχε διάθεση χτισίματος μιας νέας ομάδας. Ο Πεσέιρο στη Σπόρτινγκ δούλεψε με νέους και οι μεταγραφικές επιλογές έγιναν στη βάση τού να κρατηθεί ο μέσος όρος ηλικίας του ρόστερ χαμηλά. Αν είχε μπει προτεραιότητα το χτίσιμο μιας ομάδας, νομίζω ότι ο Πορτογάλος θα δούλευε πιο ήσυχα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μια πλευρά του κόσμου δεν θα δυσανασχετούσε με την επιλογή. Πολύ φοβάμαι πως η οργανωμένη αντίδραση απέναντι σε οποιαδήποτε επιλογή έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να υπάρξει ένας σχεδιασμός σε βάθος χρόνου: ο ΠΑΟ είναι αναγκασμένος να κερδίζει ελπίζοντας ότι οι νίκες θα σταματήσουν το ξεφωνητό -αλλά αυτό δεν ισχύει και φάνηκε φέτος. Το πράγμα γίνεται χειρότερο όταν απέναντι στο οργανωμένο ξεφωνητό έρχεται ως απάντηση η υπερβολή. Το ρόστερ του ΠΑΟ, αποτελούμενο κατά βάση από νέα παιδιά, θα μπορούσε κάτω από μια σωστή μεταχείριση να γίνει αιτία για να αποκτήσει ο ΠΑΟ ένα σκελετό ομάδας που του λείπει. Αντί, όμως, να ειπωθεί αυτή η απλή αλήθεια, από τους κύκλους του Τζίγκερ κυκλοφορούσαν υπερβολές. Θα πρέπει να έχω διαβάσει γύρω στις τριάντα φορές στο «Derby» ότι η ομάδα του ΠΑΟ έχει το πρωτάθλημα στο τσεπάκι κι ότι οι αντίπαλοί της είναι σχεδόν ανύπαρκτοι. Οταν υψώνεις λανθασμένα τον πήχη των προσδοκιών, φλερτάρεις με τη μεγάλη απογοήτευση.

Προπονητές

Ο Τζίγκερ έχει παρασυρθεί αυτά τα δύο τελευταία χρόνια σε ένα λάθος: πιστεύει ότι μια κατάκτηση πρωταθλήματος θα αποτελέσει ένα είδος διοικητικού μπούσουλα για τον ίδιο στη συνέχεια. Δεν αγωνιά να κερδίσει, αλλά θέλει να βρει έναν τρόπο, ένα πλάνο και μια τακτική που θα υπηρετήσει στη συνέχεια πιστά. Το πρόβλημα εν προκειμένω είναι ότι μια στρατηγική πρέπει να την υπηρετείς ανεξάρτητα από τα αποτελέσματά της. Οι επιλογές των προπονητών, αλλά και των τεχνικών διευθυντών γι' αυτόν τον λόγο γίνονται λίγο στα ψαχτά: ο Βέλιτς π.χ. δεν έχει καμία σχέση με τον Ζάετς -έχει διαφορετικό χαρακτήρα, διαφορετική νοοτροπία, διαφορετικό ποδοσφαιρικό όραμα. Ομοίως ο Μαλεζάνι δεν έχει σχέση με τον Μουνιόθ κι ο Πεσέιρο με κανέναν από τους δύο. Αν αύριο ο Τζίγκερ θέλει να πάρει άλλον προπονητή, η συμβουλή που θα του έδινε είναι να πάρει τον προπονητή μιας ομάδας της οποίας το ποδόσφαιρο του αρέσει και να του ζητήσει να μάθει στον ΠΑΟ να παίζει έτσι. Το να πάρεις τον Πεσέιρο και να του παραγγείλεις μια «σφιχτή ομάδα» δεν σε πάει μακριά: μπλέκεις και ταλαιπωρείς και τον κόουτς.

Επιλογές

Η ίδια σύγχυση διακρίνεται και αλλού. Φέτος ο Τζίγκερ ακολούθησε μια χαμηλών τόνων συναινετική πολιτική απέναντι στους θεσμικούς άρχοντες, αν και πριν από δύο χρόνια μόλις είχε βγάλει DVD με τίτλο «Ετσι παίζεται το παιχνίδι». Προφανώς άλλαξε επιλογές, έλα όμως που αυτοί παραμένουν ίδιοι! Φέτος πέτυχε να τον συμπαθούν (στα λόγια τουλάχιστον), κάποιοι που πέρυσι τον κοροϊδεύαν. Ελπίζω να καταλάβει ότι δύο μόνο πολιτικές αποδίδουν στην Ελλάδα: το «μεροκάματο» κι ο φόβος. Η αλήθεια είναι ότι πριν από τέσσερα χρόνια τού προσφέρθηκαν τα κλειδιά της Παράγκας και είναι προς τιμήν του ότι έστειλε στον διάβολο τους κομιστές: όμως θα πρέπει να γνωρίζει ότι στην Ελλάδα του 2008 κι αυτό του καταμετράται ως λάθος. Εδώ η διαφθορά είναι, δυστυχώς, συνώνυμο της μαγκιάς. Ούτε εμένα μου αρέσει, αλλά αν γινόμουν ιδιοκτήτης του ΠΑΟ το fair play (σε ένα τέτοιου τύπου παραγοντικό πρωτάθλημα, που δεν έχω τη στήριξη του κόσμου) θα το άφηνα κατά μέρος.

Κόσμος

Κυρίως όμως το λάθος του Τζίγκερ είναι ότι έμπλεξε σε μια εξ αποστάσεως κόντρα με τον κόσμο. Στην Ελλάδα του καιρού μας δεν μπορείς να διοικήσεις ΠΑΕ κόντρα στους οργανωμένους -αυτό είναι μια σκληρή αλήθεια, αλλά είναι αλήθεια. Οσοι νόμοι και να γίνουν, από τη στιγμή που δεν υπάρχει θέληση κανενός, οι σύνδεσμοι δεν θα καταργηθούν και δεν θα σταματήσουν τη λειτουργία τους. Στη ζωή δεν υπάρχουν νίκες και ήττες. Υπάρχουν και συμβιβασμοί…

Λύγισε…

Είναι μεγάλη η κρίση του Παναθηναϊκού και αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι «λύγισε» κι ο Βαγγέλης Καταπόδης. Ο άνθρωπος που τρεις δεκαετίες τώρα έδινε μάχες υπέρ του Παναθηναϊκού στην πλατεία της Νέας Σμύρνης, ο ρήτορας του «Γαλαξία», ο υπέρμαχος των δίκαιων του ΠΑΟ στο «Play», ο μάχιμος ιδεολόγος που στάθηκε αιτία μια παρέα δώδεκα ιδανικών καφενόβιων να μη γίνεται δεκτή στο «Γρότο» γιατί κόντεψε να διαλύσει το μαγαζί, αποφάσισε να αποστασιοποιηθεί πλέον από τον ΠΑΟ και την Κυριακή στο τέταρτο γκολ του ΟΦΗ αποκαθήλωσε τα λάβαρα της ομάδας από το δωμάτιό του. Επειδή μάλιστα δεν μπορεί να ξεπεράσει το σοκ, κάποιες πληροφορίες λένε ότι ίσως γυρίσει στην Κρήτη για να παντρευτεί…

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube