Ο Μιχάλης Λιάπης έπιασε το πρόβλημα σωστά. Από τη στιγμή που κόψεις τα προνόμια του πρωταθλητισμού το ντόπινγκ ουσιαστικά θα πάψει να υπάρχει. Γιατί κάποιος που δεν έχει στον ήλιο μοίρα δεν έχει και πρόβλημα να χαλάσει το συκώτι του για να περάσει μερικά χρόνια στα μεγαλεία. Για τις αγριελιές και τους κότινους της νίκης δύσκολα κάποιος θα καταστρέψει την υγεία του. Οσο οι διακρίσεις θα σημαίνουν λεφτά για ομοσπονδίες, προπονητές και αθλητές, ένα μέρος των χρημάτων θα πηγαίνει στην ντόπα. Ολα τα υπόλοιπα είναι για αυτούς που θέλουν να πιστεύουν ότι το ντόπινγκ στην Ελλάδα είναι ένα πρόβλημα που προκύπτει από τις μεθόδους συσκευασίας στην Κίνα. Οσο για τον Παναθηναϊκό και την άρνηση του Γιάννη Βαρδινογιάννη να πουλήσει στην «ΠΕΚ» του Βγενόπουλου, βάζει στο τραπέζι ένα άλλο πρόβλημα. Αν οι ομάδες είναι ανώνυμες εταιρείες, που ανήκουν αποκλειστικά στους μετόχους τους, τι δουλειά έχει το κράτος να τα χώνει;
Υποτίθεται ότι το κράτος χώνει λεφτά στον Ολυμπιακό, τον Παναθηναϊκό, τον ΠΑΟΚ και τον Αρη επειδή αντιπροσωπεύουν αθλητικές αξίες που ανήκουν στον λαό. Πώς όμως ανήκουν στον λαό όταν ο μεγαλομέτοχός τους μπορεί να τις κάνει ό,τι θέλει; Ας πούμε ότι ο κόσμος του Παναθηναϊκού γουστάρει να πάρει την ΠΑΕ ο Βγενόπουλος, ο Γιαννακόπουλος, ο Φυλακούρης ή δεν ξέρω εγώ ποιος άλλος. Υπάρχει τρόπος ο κόσμος να επηρεάσει την απόφαση; Ο παραμικρός. Παίζει ρόλο η ανάμιξη του κράτους στην απόφαση; Προφανώς. Αλλα λεφτά αξίζει η ΠΑΕ Παναθηναϊκός με γήπεδο και άλλα χωρίς. Κάτι που πιθανότατα επηρεάζει και τον τρόπο σκέψης των Γιαννακοπουλαίων, που γήπεδο συνέχεια λένε ότι πρέπει να γίνει και συνέχεια καθυστερούν τις εξελίξεις.
Κανενός η ζωή δεν έγινε καλύτερη επειδή ο Κάχι και ο «Ηλιάδης» πήραν Ολυμπιακά μετάλλια και αν κάποιοι Ελληνες νιώθουν ηθικά υπερήφανοι, ας κάνουν supporters clubs να τους τα χώνουν. Οπως και με τον Παναθηναϊκό, αν υπήρχαν δημοψηφίσματα οι παναθηναϊκοί να ψήφιζαν ποιον θέλουν για ιδιοκτήτη τον Γιαννακόπουλο, τον Τζίγκερ ή τον Βγενόπουλο, θα μπορούσε να στέκει και η χρηματοδότηση της ΠΑΕ. Το λάθος όμως της ανέγερσης ακινήτων περιουσιών έγινε με τον Ολυμπιακό, θα γίνει με τον Παναθηναϊκό και μετά με κάθε πικραμένο. Δίνονται λεφτά για εγκαταστάσεις σε ανώνυμες εταιρείες, η διαχείριση των οποίων μπορεί να επηρεαστεί από τους οπαδούς όσο της ΦΑΓΕ από αυτόν που αγόρασε ένα γιαούρτι στο σούπερ μάρκετ. Η πρόσφατη κρίση του Παναθηναϊκού δείχνει σε ποιον ανήκουν οι επαγγελματικές ομάδες. Στον ιδιοκτήτη τους, ο οποίος ό,τι θέλει τις κάνει.
Οχι, γαμώτο, τον gay, τον Κινέζο, τον Σου Λι! Εμείς του είχαμε ζητήσει L Tyrosine χωρίς και ο γελοίος πήγε και μας έστειλε L Tyrosine μπούνια στο «κάτι άλλο». Ετσι τη λέει την ντόπα ο Κινέζος, «κάτι άλλο». Και εγώ προσθέτω στην L Tyrosine «όχι άλλο». Γιασασίν του μάγκα του Δημητρακόπουλου για την προσπάθεια με τον Κινέζο, αλλά όχι άλλο κάρβουνο. Το μόνο που δεν έχουν πει είναι ότι, όταν έπεσαν ο Κεντέρης και η Θάνου με τη μηχανή του Τζέκου, πέσανε σε μια κούτα από L Tyrosine και από εκεί ξεκίνησε το κακό. Αλλά πιστεύω ότι οι παίκτες του Παναθηναϊκού πήραν το επάρατο Enisoryt L. Είναι το L Tyrosine όταν διαβάζεται ανάποδα. Οπως με τους δίσκους των Black Sabath όταν παίζονται ανάποδα, το Enisoryt L απελευθερώνει φοβερές σατανικές δυνάμεις που κάνουν τα πόδια λουκουμά και τους παίκτες του ΟΦΗ αγγέλους του θανάτου. Εκτός όμως από το φάρμακο φταίει και κάτι άλλο. Ο Παναθηναϊκός έχει γίνει μια ομάδα που δεν την αντέχει ο κόσμος της.
Στα 100 χρόνια του ο Παναθηναϊκός έχει πρόβλημα να μαζέψει 15 χιλιάδες οπαδούς του στη Λεωφόρο. Οχι γιατί η ομάδα δεν παίζει καλή μπάλα. Στο παρελθόν, και κυρίως στα τέλη της δεκαετίας του ’70, ομάδες του Παναθηναϊκού παίξανε χειρότερη μπάλα από τη σημερινή ομάδα. Το πρόβλημα του Παναθηναϊκού είναι η διοίκηση της ομάδας. Για να μην ξεπέσω στις γενικότητες, το πρόβλημα του Παναθηναϊκού είναι η νοοτροπία της διοίκησης που θέλει παίκτες και οπαδούς να συμπεριφέρονται σαν υπάλληλοι της οικογένειας Βαρδινογιάννη. Με τους παίκτες, πάει στο διάολο. Η νοοτροπία του αφεντικού στον υπάλληλο μπορεί να μην αποδίδει, αλλά τελικά ο Βαρδινογιάννης μπορεί να πει ότι τους πληρώνει. Οι οπαδοί όμως πληρώνουν, αλλά η διοίκηση της ομάδας κοντεύει να τους βάλει περισσότερους κανόνες ζωής από όσες ο Μωάμεθ στους πιστούς στο Κοράνι.
Οι οπαδοί του Παναθηναϊκού πρέπει να χειροκροτούν την ομάδα όταν παίζει καλή μπάλα. Να χειροκροτούν την ομάδα κι όταν παίζει μάπα μπάλα. Για την ακρίβεια, να τη χειροκροτούν μέχρι να τελειώσει το ματς και μετά έχουν δικαίωμα να την αποδοκιμάσουν ευπρεπώς από το σφύριγμα της λήξης μέχρι οι παίκτες να μπούνε στη φυσούνα. Πρέπει να μην αποδοκιμάζουν τον προπονητή. Το καλοκαίρι ακούστηκε ότι το μεγάλο συμβούλιο της επικοινωνίας εξέτασε τις αιτήσεις όσων είχαν ζητήσει εισιτήριο πίσω από τον πάγκο του Παναθηναϊκού, εγκρίνοντας τις αιτήσεις μόνο των οπαδών που είχαν άμεμπτα κοινωνικά φρονήματα στη διοίκηση. Χωρίς βέβαια να σταματάνε σε αυτό το σημείο. Φίλος που είχε βρεθεί κοντά σε υποδιευθυντή Τράπεζας που είχε βρίσει τον Αργύρη Μήτσου ύστερα από το ματς με τη Μέταλουργκ, εφέτος όταν πήγε να πάρει εισιτήριο μαζί με τον κολλητό του που καθόταν δίπλα δεν τα κατάφερε. Επειδή είχε υποσχεθεί στον πεθαμένο πατέρα του ότι μια ζωή θα ακολουθεί τον Παναθηναϊκό, έβαλε λυτούς και δεμένους να ψάξουν την ιστορία. Και οι πληροφορίες που πήρε ήταν ότι το πρόσωπό του είχε αναγνωριστεί στις φωτογραφίες μετά τον αγώνα. «Ρε καλέ μου, ρε χρυσέ μου, δεν είμαι τρομοκράτης. Είμαι το θύμα μιας αγάπης». Τίποτα. Οσοι θα κάθονται σε αυτά τα σημεία θα είναι υπεράνω υποψίας.
Επίσης εκτός του ότι πρέπει να τα ακουμπάει ο οπαδός του Παναθηναϊκού, πρέπει να είναι σαβουροθεατής. Πολλά έχουν ακουστεί για το τσούκου, τσούκου μπολ. Επειδή νομίζω ότι εγώ έβγαλα τον όρο, έχω και το δικαίωμα να προσδιορίσω τι είναι. Τσούκου, τσούκου μπολ είναι η τακτική ελέγχου του παιχνιδιού που εφήρμοσε πρώτος ο Γιάννης Κυράστας. Κοντές πάσες ασφαλείας μέχρι να αποκοιμηθεί ο αντίπαλος και να εκδηλωθεί η επίθεση. Κάτι σαν το κολεγιακό πρωτάθλημα μπάσκετ πριν εφαρμοστεί το ρολόι των 30 δευτερολέπτων. Οπου έχει συμβεί το ημίχρονο να έχει βρει στο ταμπλό μονοψήφια σκορ. Ο Παναθηναϊκός του Πεσέιρο δεν παίζει τσούκου, τσούκου μπολ. Στην καλή μέρα του παίζει πρέσινγκ ψηλά. Στην κακή παίζει σύστημα Μίλγουολ με τρεις Τόνι Κασκαρίνο, δηλαδή τον Μόρις, τον Γκούμα και τον Σαριέγκι να χοροπηδάνε στην περιοχή μπας και κερδίσουν κεφαλιά στα γεμίσματα. Ο οπαδός του Παναθηναϊκού καλείται να υπομένει αυτόν τον τραγέλαφο με τη λογική ότι «το παν είναι η νίκη». Πρώτον στο ποδόσφαιρο ισχύει ό,τι και στον κινηματογράφο. Το έργο ενδιαφέρει να αξίζει και όχι το τέλος του.
Το τελευταίο σκαλοπάτι στη φετινή κατρακύλα του Παναθηναϊκού ήταν το «βλέπουμε όλοι ότι η ομάδα δεν παίζει μπάλα, αλλά και οι άλλοι παίζουνε; Κάντε λοιπόν μόκο και χειροκροτάτε μήπως και το πάρουμε…». Τώρα και αυτό το σκαλοπάτι τελείωσε. Οπως τελείωσε και η δικαιολογία «ο προπονητής φταίει». Πέντε χρόνια μετά τη Ριζούπολη οι ένοχοι τελειώσανε.
Οι losers της Ριζούπολης φύγανε, προπονητές έχουν αλλάξει μισή ντουζίνα, ο Βέλιτς δεν είναι παρά ένας υπάλληλος που θέλει να ικανοποιεί φτηνά τα γούστα του αφεντικού και οι «κακοί οπαδοί» δεν πηγαίνουν γήπεδο. Το μόνο που απομένει να αλλάξει στον Παναθηναϊκό είναι η διοίκηση.
Πριν από 15 χρόνια έβγαλα το «ΟΖ» και πήγα άπατος μέσα. Σε εκείνο το σημείο αποφάσισα ότι ούτε οι συνεργάτες φταίγανε ούτε το περιοδικό, αλλά εγώ που δεν έκανα για εκδότης. Η αυτοκριτική προφανώς δεν μπορεί να επιβληθεί, αλλά ο Γιάννης θα έπρεπε να κάτσει και να το σκεφτεί. Μήπως δεν κάνει για αφεντικό μιας ποδοσφαιρικής ομάδας. Μπορεί να είναι ο καλύτερος ιδιοκτήτης του κόσμου στα πετρέλαια, στα καράβια ή σ' ό,τι άλλο, αλλά να μην κάνει για το ποδόσφαιρο. Και δεν είναι κακό. Κανένας δεν γεννήθηκε για να τα κάνει όλα. Τώρα στο τέλος της σεζόν είναι ο χρόνος για τις αποφάσεις. Και αν για μια ακόμα φορά ο Παναθηναϊκός πάει στο «χάσαμε αυτή τη σεζόν επειδή κάναμε λάθος επιλογές», να προσθέσω ότι το ίδιο άτομο τις ίδιες επιλογές πάντα θα κάνει…